Η οικονομία δεν είναι ένα θέμα αποκομμένο από την υπόλοιπη καθημερινή μας δραστηριότητα.
Αντιθέτως η οικονομική οργάνωση της κοινωνίας επιβάλλει ή επηρεάζει το πώς θα ζούμε την καθημερινή μας ζωή, την ποιότητα της εκπαίδευσης και της υγείας μας, το εύρος της αντίληψης μας και την εκτίμηση μας για την τέχνη, την κουλτούρα και τον πολιτισμό. Είναι σημαντικό επομένως να μπορούμε να ενημερωνόμαστε σωστά για την βάση από την οποία εξαρτάται ολόκληρη η ατομική και κοινωνική μας ύπαρξη. Μεγάλο μέρος αυτής της ενημέρωσης προέρχεται από μελέτες, αναλύσεις και άρθρα οικονομικού περιεχομένου και εδώ τίθεται το ερώτημα: Πώς να τα διαβάσουμε?
Οι μελέτες όπως και οι έρευνες, δεν είναι προϊόν αλάθητων θεών, όπως και δεν παράγονται σε ανιστορικές στιγμές, αλλά είναι μέρος της καθημερινής πραγματικότητας, μολονότι μιας συγκεκριμένης πλευράς της. Σαν λαός έχουμε οικοδομήσει την αντίληψη μας πάνω στην θρησκοληψία, την εύκολη σκέψη, την αισθητική της αρρενωπότητας και του δυνατού αντί της κριτικής μεθόδου και της επιχειρηματολογίας. Θρησκόληπτη σκέψη όμως, δεν έχουν μόνο οι άνθρωποι οι οποίοι πιστεύουν σφοδρά και άκριτα στην θρησκεία τους και τους εκπροσώπους της, αλλά και όσοι άκριτα δέχονται συλλογισμούς, μορφές σκέψης και εν τέλει κυνική υποταγή σε θεσμούς οι οποίοι ενδεχομένως να φαίνονται φυσικοί διότι τους συνηθίσαμε, αλλά καμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Δεν είναι τυχαίο που η συνομωσιολογία, τα παραπολιτικά, οι στήλες των κοσμικών περιοδικών και οι ίντριγκες των ποδοσφαιρικών αποδυτηρίων και παρασκηνίων, ενδιαφέρουν περισσότερο τη συντηρητική και παρηκμασμένη κοινωνία μας (δυστυχώς και τους νέους) παρά η κριτική σκέψη και η διάθεση για μελέτη.
Ακούω καθημερινά για την οικονομία μας, για το πώς θα ανακάμψει κτλ. Ουδέποτε έγινε συζήτηση για το τι είναι η οικονομία, πώς αναπτύχθηκε ιστορικά και ποιο μοντέλο ακολουθούμε, ποια η σύνδεση της κυπριακής οικονομίας με την παγκόσμια, ποιον θα ευνοήσει και αν τελικά θα έχει αποτελέσματα (οι πεποιθήσεις των Υπουργών δεν νοούνται σαν διάλογος). Συχνά πυκνά, βγαίνουν και διάφορες μελέτες που επιβεβαιώνουν τις πολιτικές που περνούν και επικυρώνονται βιαστικά, ενισχύοντας έτσι το συναίσθημα των πολιτών (για αυτούς οι οποίοι δεν είναι πολίτες δεν γίνεται λόγος καν, αντίθετα συχνά γίνονται στόχος λαϊκισμού και χτισίματος του «άλλου» για σκοπούς εθνικής ενότητας) ότι αν κάνουμε ό,τι μας λένε, ή (για τους πιο κυνικούς) ό,τι προστάζουν οι αγορές, θα εξέλθουμε της κρίσης. Συνήθως αυτές οι θέσεις ξεπλένονται, με συνθήματα πατριωτισμού, αυτοθυσίας για το καλό της οικονομίας και κατ επέκταση των Κυπρίων (στην Κύπρο η αντίληψη που αναπαράγεται από πολιτικούς φορείς, κρατικούς θεσμούς και τα ΜΜΕ είναι ότι οποιοσδήποτε δεν είναι γεννημένος Κύπριος, είτε είναι εδώ για να δώσει λεφτά σαν τουρίστας, είτε για να δουλέψει σκληρά κάποια χρόνια και να πάει σπίτι του). Συνεπώς θεωρώ σκόπιμο να θέσω μερικά σημεία τα οποία ο περισσότερος κόσμος ενδεχομένως να παραλείπει όταν διαβάζει οικονομικές αναλύσεις ή ακόμη και απλά άρθρα σε εφημερίδες ή και ομιλίες:
1. Ποιος γράφει/ομιλεί?
Οι συγγραφείς, αρθογράφοι, δημοσιογράφοι, ομιλητές δεν είναι αλεξιπτωτιστές. Δεν είναι αμερόληπτοι, έχουν μεγαλώσει μέσα στην ίδια κοινωνία που ζούμε, έχουν προκαταλήψεις, ανήκουν πολλές φορές σε ομάδες με συγκεκριμένες πολιτικές τοποθετήσεις. Από ποια σκοπιά αρθρογραφούν, ποιες είναι οι υποφαινόμενες αξίες οι οποίες φαίνεται να υποστηρίζουν, ποια είναι τα λογικά άλματα ή υποθέσεις που κάνουν? Για παράδειγμα πολλοί αρθρογράφοι και ομιλητές όταν μιλούν για ανάπτυξη, το κάνουν με αρκετή δόση ιδεολογικής στρέβλωσης ότι αυτό σημαίνει πάντα κάτι καλό. Ανάπτυξη υπάρχει και στην Τουρκία, το Χονγκ Κονγκ και την Σιγκαπούρη όπου πολλοί άνθρωποι τυγχάνουν υπερεκμετάλλευσης και εξαθλίωσης για να δημιουργηθούν τα λαμπερά κτίρια και οι αριθμοί, αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει κανείς που να υπονοεί έστω ότι ανάπτυξη δεν σημαίνει αυτόματα και ευημερία του συνόλου του πληθυσμού. Είναι λογικό ένας φιλελεύθερος αρθρογράφος να μην γράφει για το πώς θα κτίσουμε σοσιαλιστική κοινωνία, όπως και ένας σοσιαλιστής αρθογράφος να μην γράφει για το πώς θα εξοικονομήσουμε χρήματα από το λαό για να σώσουμε τις τράπεζες. Αυτό που για τον φιλελεύθερο ονομάζεται εξοικονόμηση χρημάτων, περισυλλογή και νοικοκύρεμα, για τον σοσιαλιστή ονομάζεται καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων για τη μείωση του εργατικού κόστους. Η γλώσσα είναι ένας ακόμη δείχτης για το προς τα πού γέρνει ο αρθρογράφος/ερευνητής. Δεν υπάρχει αντικειμενικότητα επομένως πρέπει να δει κάποιος από ποια πλευρά γίνεται η έρευνα/αρθρογραφία.
2. Ιδέες
Ποιες είναι οι βασικές ιδέες οι οποίες διέπουν το κείμενο; Έχουν τεκμηριωθεί οι ισχυρισμοί και οι βεβαιότητες για τις οποίες εκφράζονται? Ζούμε σε μια ταξική κοινωνία, κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί αυτό. Η τοποθέτηση επομένως ότι οι ιδέες οι οποίες εκφράζονται καλύπτουν όλους είναι είτε υποκριτική, είτε αφελής και απλοϊκή. Για έναν εκατομμυριούχο η οικονομική κρίση είναι μια μεγάλη ευκαιρία να επενδύσει σε φτηνό εργατικό δυναμικό νοουμένου ότι το κράτος του παρέχει την απαιτούμενη ασφάλεια. Για έναν εργάτη, η οικονομική κρίση είναι περίοδος η οποία η εργοδοσία και το κεφάλαιο προσπαθούν να τον υπερεκμεταλευτούν και να τον εξαθλιώσουν ακόμη περισσότερο. Σε οικονομικές κρίσεις, οι ταξικοί ανταγωνισμοί όπως και οι ενδο-καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί για το μερίδιο της αγοράς, οξύνονται. Ο κάθε ένας πρέπει να καταλάβει πού στέκεται και ποιού τα συμφέροντα εξυπηρετεί, τα δικά του η άλλων. Έτσι είναι ποιο εύκολο να καταλάβει για ποιον γράφεται μια συγκεκριμένη μελέτη η άρθρο και ποιες ιδέες αναδεικνύει.
3. Που είναι τα στοιχεία?
Από πού βασίζονται αυτές οι υποθέσεις οι οποίες εκφράζονται από τους εκάστοτε αρθρογράφους/ερευνητές και ποιες είναι οι μεθόδοι οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για να αντλήσουν αυτά τα στοιχεία? Πολλές φορές τα στοιχεία που δίνονται δεν αναφέρουν από ποιες επιστημονικές μεθόδους προέρχονται. Ακούμε μόνο « επιστημονικές αναλύσεις». Η μέθοδος είναι αναπόσπαστο κομμάτι της έρευνας και πρέπει να είναι συμβατή με τις ερωτήσεις οι οποίες ερωτώνται (πχ ο τρόπος με τον οποίο το Υπουργείο Οικονομικών έχει αποφανθεί ότι το νέο ανοιχτό ωράριο έχει βοηθήσει τους εργαζόμενους). Πολλές μελέτες είναι ανακριβείς επειδή δεν έχουν ακριβώς εξακριβωθεί με ποιες μεθόδους πραγματοποιήθηκαν, ή παραλείπονται σημαντικά εμπειρικά στοιχεία που θα έπρεπε να λαμβάνονταν υπόψη. Είναι τα στοιχεία επιτυχή, αρνητικά ή χρησιμοποιούνται μέσα στο γενικό πλαίσιο από το οποίο αντλήθηκαν?
4. Ποιοι είναι οι ισχυρισμοί? Ποια τα συμπεράσματα?
Ποιο συμπέρασμα θέλει να προωθήσει ο αρθρογράφος/ερευνητής? Σε μια μελέτη του Πανεπιστημίου Κύπρου που έγινε έντονος διαδικτυακός διάλογος για παράδειγμα, συμπερασματικά, οι επιστήμονες έχουν αποφανθεί ότι το πρόβλημα με τους δημοσίους υπαλλήλους είναι ότι οι μισθοί των χαμηλόμισθων δεν ανταποκρίνονται στην παραγωγικότητα τους. Με βάση τα δικά τους συμπεράσματα υπάρχουν σοβαροί ενδοιασμοί πως έκαναν αυτή την σύνδεση αφού σε μια άλλη επιστημονική μελέτη ο Christopher Bruce (Professor of Economics, University of Calgary, Canada) εξηγεί γιατί η αύξηση / κατάσταση (growth) παραγωγικότητας και μισθών δεν έχουν καμιά σχέση, τελειώνοντας ως εξής:
«There are sound theoretical reasons for predicting that there will be very little correlation between an industry’s productivity growth and its wage growth. The empirical evidence provides strong support for this prediction. Indeed, that support is so strong that it is incumbent on any expert who would argue that a correlation exists between productivity and wages to justify that argument.»
Με κάθε κείμενο χρειάζεται να έχουμε διάλογο, να του δίνουμε πραγματικά δύσκολο έργο για να μας πείσει ότι τα πράγματα όντως έχουν όπως τα λέει ο αρθρογράφος, να βρίσκουμε τις παραλείψεις αλλά και τυχόν ασυμφωνία και παραφωνία των επιχειρημάτων.
5. Από πού χρηματοδοτείται?
Ο Μάρξ έλεγε πως αυτοί που έχουν τα μέσα παραγωγής έχουν επίσης και τα μέσα παραγωγής ιδεολογίας (πχ: βλέπε καναλάρχες και μιντιακούς βαρόνους). Δεν χρειαζόμαστε τον Μαρξ βέβαια για να μας το πει αυτό, είναι κοινή λογική. Είναι αδιανόητο να πιστεύει κάποιος ότι δεν πρέπει να διερευνήσει ένα μέσο μαζικής επικοινωνίας που είναι τόσο εξαρτώμενο από τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων προσώπων ή/και ιδιωτικών/διαφημιστικών εταιριών, όταν δημοσιεύει μελέτες, άρθρα και αναλύσεις οικονομικού περιεχομένου. Ίσως ένα μέτρο θα ήταν η πλήρης διαφάνεια των οικονομικών των διαφόρων ΜΜΕ και οργανισμών οι οποίοι δημοσιοποιούν έρευνες, αναλύσεις και άρθρα που απευθύνονται στο ευρύ κοινό. Αλλά μέχρι τότε, είναι ένα σημαντικό ζήτημα που κανείς βάζει το τραπέζι πέρα από κάποια συνέδρια και κλειστές συζητήσεις.
Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα είναι και η ανίχνευση της χρηματοδότησης των «ανεξάρτητων οικονομικών μελετών». Για την μελέτη των “επιστημόνων” του “Κέντρου Οικονομικών Μελετών” του Πανεπιστημίου Κύπρου που προανέφερα, μαθαίνουμε από την ιστοσελίδα του “Κέντρου”, ότι διοικείται από “Συμβούλιο”: ποια τα άτομα που το απαρτίζουν και ποιο το ιστορικό τους?
Είμαι σίγουρος ότι οι ερευνητές οι οποίοι θα μελετήσουν την σύνδεση μεταξύ των συκοφαντών δημόσιων υπηρεσιών και τα συμφέροντα που προκύπτουν με ενδεχόμενη ιδιωτικοποίηση τους, δεν θα εκπλαγούν ιδιαίτερα.
Η κριτική μελέτη οικονομικών (και όχι μόνο) αναλύσεων και κειμένων ίσως να φαίνεται Γολγοθάς, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να κατανοήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει και πώς να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για να αντικρύσουμε το μέλλον με ελπίδα. Μπορεί να μην είμαστε όλοι εμπειρογνώμονες σε όλα τα οικονομικά θέματα, αλλά όλοι μπορούμε να κάνουμε κριτική ανάγνωση. Η επίλυση του προβλήματος αρχίζει με την κατανόηση του και τη θέση του καθενός μέσα στην εξίσωση αυτή.
ΥΓ: Εγώ θα ήθελα πραγματικά ένα δημόσιο διάλογο που να ξεκινάει από τη βάση. Τι είναι η οικονομία, ποια η σχέση της με την κοινωνία? Εκτός και αν θεωρούμε ότι δεν υπάρχει κοινωνία αλλά μόνο άτομα όπως ξεστόμισε η πρώην σιδηρά κυρία της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ, σαν ιδεολογική τοποθέτηση όταν προωθούσε την οικονομική πολιτική η οποία προωθείται σήμερα από την κυβέρνηση και τους συμμάχους της.
Γράφει: Λέανδρος Σαββίδης