Υπάρχει ο τσαμπουκάς των 17 ετών. Τότε που έσπαγες την πόρτα, έπαιρνες τη μηχανή -μετά από καβγά με τους δικούς σου- και αλώνιζες τους δρόμους ανεβάζοντας ταχύτητα και ανδρεναλίνη. Τότε που νόμιζες ότι ο κόσμος είναι δικός σου, επειδή καβάλαγες μια μηχανή.
Υπάρχει η μαγκιά. Τότε που στο γήπεδο του χωριού σου κλωτσούσες τη μπάλα κι ένιωθες κλώνος του Μαραντόνα και αποφάσιζες ποιος θα παίξει δεξί μπακ, κόφτης ή θα μείνει να φυλάει τα γκολ ποστ. Τότε που ήσουν ο μάγκας της γειτονιάς, επειδή σφύριζες και οι άλλοι ακολουθούσαν.
Υπάρχει η πονηριά. Τότε που σε έπιασαν να κόβεις τα μήλα και τα σύκα στο περιβόλι του γείτονα κι είπες πως η κοιλιά σου διαμαρτύρονταν κι ήθελε να γεμίσει. Τότε που νόμιζες πως τα δικά σου δικά σου και τα δικά τους πάλι δικά σου.
Υπάρχει η ψευτιά. Τότε που έβαλες καρφίτσες στην καρέκλα του δασκάλου και έδωσες διαταγή στους κολλητούς σου να πούνε πως το έκανε ο Βαγγελάκης του πρώτου θρανίου με τα γυαλιά. Ο δάσκαλος δεν πίστεψε, αλλά έχοντας τόσες μαρτυρίες, όφειλε να τιμωρήσει τον δόλιο Βαγγελάκη. Τότε που γελούσατε με τους κολλητούς που μπήκε ο Βαγγελάκης τιμωρία στη γωνία.
Υπάρχει η αρπαχτή. Τότε που στο συμβούλιο του σχολείου κανόνιζες πάρτι, ήσουν πρόεδρος και μαζί με τον ταμία βάζατε στην τσέπη τα κέρδη με ένα τσαχπινιάρικο χαμογελάκι. Τότε που τα “κέρδη” ήταν τόσα μόνο για να αγοράσεις το πολύ τρία τζιν μάρκας και μια μηχανή.
Υπάρχει η κλεψιά. Τότε που στο μπακάλικο έβαλες τις τσίχλες και τις σοκολάτες μέσα στο μπουφάν, “ξεχνώντας ” να περάσεις από το ταμείο. Τότε που ο μπακάλης είχε ζημιά από τρία κουτιά τσίχλες και δύο σοκολάτες.
Υπάρχει το υφάκι του γόη και της τσιπασιάς. Τότε που στα κλαμπ ήσουν ο μπάρμαν και κερνούσες ποτά στις όμορφες ή ο φοιτητής του ακριβού Κολλεγίου με το χρυσό ρολόι. Τότε που έριχνες γκόμενες με δύο κερασμένα ποτά κι ένα χρυσό ρολόι. Τότε που ένιωθες πως ήμουν εγώ και κανείς άλλος.
Τότε στον μικρό κόσμο του χωριού, της γειτονιάς, του σχολείου. Που όλα τα “αμαρτήματα” ήταν πιο μικρά και ίσως πιο αθώα.
Σήμερα στο πολιτικό σκηνικό.
Κούφιος τσαμπουκάς, ψευτομαγκιά, κουτοπονηριά, θρασύδειλη ψευτιά, τέχνη της αρπαχτής και της κλεψιάς, υφάκι γόη και πλούσιου φοιτητή, χαρακτηρίζουν αυτούς που μας κυβερνούν. Είναι χαρακτηριστικά για αρχηγούς που περνάει η μπογιά τους μόνο στο γήπεδο του χωριού τους.
Λένε πως ο λαός έχει τους αρχηγούς που του αξίζουν. Αν αυτά τα χαρακτηριστικά τα έχουν οι ηγέτες μας, δείχνει τον καθρέφτη τον δικό μας, δείχνει ποιοι είμαστε εμείς.
Στο παγκόσμιο χωριό, άραγε περνά η μπογιά του ακαλλιέργητου ψευτομάγκα ή μας κρατά σκλάβους μιας νοοτροπίας τριτοκοσμικής, όπου περνάει η γνώμη όποιου φωνάζει πιο πολύ, θυμώνει πιο πολύ, ψεύδεται πιο πολύ, αρπάζει και κλέβει πιο πολύ;
Γράφει: Κυριακή Στυλιανού