Ευχάριστη έκπληξη ήταν η απόπειρα ιδεολογικής διαπάλης που επιχείρησε ο Γιώργος Κουκουμάς από τις σελίδες του CyprusViews με αντίπαλο αυτό που ο ίδιος ορίζει ως «φιλελεύθερο» χώρο (το ποιος είναι στην πραγματικότητα ο χώρος αυτός και το γιατί ενοχλεί τόσο πολύ, θα το δούμε παρακάτω).
Να λοιπόν τα καλά αποτελέσματα της αγρανάπαυσης από την κυβερνητική εξουσία αλλά και από τη δημοσκοπική πτώση των εκλογικών ποσοστών: αντί τα στελέχη του ΑΚΕΛ να ασχολούνται (μόνο) με το ποιος ημέτερος θα κάτσει σε ποια καρέκλα και με την άνευ όρων υπεράσπιση των πεπραγμένων της προεδρικής θητείας Χριστόφια, δημιουργείται κάποιος κενός χώρος που δύναται να πληρωθή με αναστοχασμό πάνω σε βεβαιότητες, εκσυγχρονισμό θέσεων και εκτίμηση νέων δεδομένων. Δυστυχώς, σε αυτή την περίπτωση, η ευκαιρία δεν φαίνεται να αξιοποιήθηκε. Το άρθρο του κ. Κουκουμά ανακυκλώνει κοινούς τόπους και παλαιές φοβίες της ελληνοκυπριακής Αριστεράς, σε συνδυασμό με λίγο αναζωογονητικό μασάζ των ήδη converted από τα εδονικά γεννοφάσκια τους. Μάταια ο αναγνώστης περιμένει να ανακαλύψει ένα στοιχείο ανανεωτικής σκέψης, μια δόση αυτοκριτικής, μια διάθεση γεφύρωσης διαφορών και σύμπλευσης σε επιμέρους θέματα. Όχι, ο αρθρογράφος, ως στέλεχος του Κόμματος, δε θα κάνει τίποτα περισσότερο από το να επαναλάβει την κομματική γραμμή, δίχως καμιά παρέκκλιση (η προσωπική σκέψη λογίζεται ως παθογενής αιτία).
Εδώ λοιπόν, μερικά σύντομα σχόλια:
- Το να μιλάει στέλεχος του ΑΚΕΛ για «ταξική πολιτικοποίηση» θα συνιστούσε ανέκδοτο, εάν δεν πρόσβαλλε βάναυσα την οικονομική πραγματικότητα που βιώνουν οι ψηφοφόροι του αλλά και η πλειονότητα των πολιτών. Απλά, η πολυτέλεια σπιτιών και αυτοκινήτων πρωτοκλασάτων ονομάτων του ΑΚΕΛ δεν υπάρχει αντίστοιχη σε ευρωπαϊκό αριστερό κόμμα. Τα πατερναλιστικά παραμύθια με τα οποία νανουρίζονται οι υποστηρικτές που ανήκουν στην εργατική τάξη δεν έχουν σε όλους τα ίδια ψευδαισθησιακά αποτελέσματα. Στη σύγχρονη αστική δημοκρατία (αν δεν απατώμαι, το ΑΚΕΛ μέσα σε αυτή νομιμοποιείται, πολιτεύεται και επιχορηγείται), η κοινωνικοοικονομική τάξη δεν αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα από τον οποίο εξαρτάται η πολιτικοποίηση. Στον πολιτικό ανταγωνισμό παρεισφρέουν και άλλου είδους συγκρουόμενα συμφέροντα (τοπικά, γενεακά, έμφυλα, εθνοτικά, επαγγελματικά) μέσα σε ένα πλαίσιο φιλελεύθερων αξιών που δεν είναι απολύτως μεταφράσιμο (και άρα κατανοητό) με μαρξιστικούς όρους (π.χ. ελευθερία του λόγου, προστασία μειονοτήτων).
- To cut a long story short, αυτό που ο κ. Κουκουμάς αναφέρει ως «φιλελεύθερο χώρο» είναι κάτι ευρύτερο και πιο ανομοιογενές, απλώνεται ασυνεχώς από την (με ευρωπαϊκούς όρους) κεντροαριστερά έως την κεντροδεξιά. Στο Κυπριακό συγκείμενο, οι πολίτες αυτοί, που, στην καλύτερη περίπτωση, δεν ξεπερνούν το 3-5%, ψηφίζουν, δίχως να ικανοποιούνται από την επιλογή τους, ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα. Αρκετοί προέρχονται από τους ΕΔΗ (πολιτικά ορφανοί μετά την ουσιαστική διάλυσή τους), την ΕΔΕΚ (απογοητευμένοι από την επικράτηση των εθνολαϊκιστικών φωνών) και τους Οικολόγους (φρικαρισμένοι από την επικράτηση των εθνοψεκασμένων φωνών). Πολύ αδρά, μερικά κοινά χαρακτηριστικά είναι η θετική στάση απέναντι στην Ε.Ε., στη λύση ομοσπονδίας, και στις μεταρρυθμίσεις, όπως επίσης και η αίσθηση μη αντιπροσώπευσης στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό. Ο λόγος που ενοχλεί ο συγκεκριμένος χώρος είναι το ότι η ιδεολογική του βαρύτητα είναι πολλαπλάσια της εκλογικής του δύναμης. Όντας κάτι διακριτό από την «επάρατη δεξιά», «συγχύζει» τους ψηφοφόρους και είναι ικανός να αμφισβητήσει το μονοπώλιο της «προοδευτικότητας» που παραδοσιακά έχει «κοτσιανάσει» το ΑΚΕΛ.
- Πρέπει κανείς να είναι απίστευτα θρασύς και επιλήσμων (δηλαδή ΑΚΕΛικός, είναι συνώνυμες λέξεις) για να μιλάει από αριστερή σκοπιά, αεράτα, σαν «να μην τρέχει τίποτα», σχετικά με την επιθυμία για λύση του Κυπριακού και τη συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους. Ο κ. Κουκουμάς φτάνει στο σημείο να αναφερθεί στη «λάσπη» που μεταφορικά «έφαγε» το ΑΚΕΛ λόγω της υιοθέτησης του κοινού ψηφοδελτίου (καιρό αφού είχε εκπνεύσει η πιθανότητα για συμφωνία, πολύ μετά που ο Ταλάτ ζητούσε στήριξη και επίσπευση των συνομιλιών και ο Χριστόφιας απαντούσε «έχουμε και άλλες δουλειές από το Κυπριακό »). Να πληροφορήσω λοιπόν τον αρθρογράφο ότι αντί για μεταφορική «λάσπη», πολλοί υποστηρικτές της λύσης το 2004 δέχονταν κανονικότατα, ρεαλιστικότατα φτυσίματα στη Μακαρίου από ΔΗΚΟϊκούς και άλλους εθνικιστές, ορκισμένους υποστηρικτές του Τάσσου Παπαδόπουλου. Την ίδια ώρα, από θέση θείας αταραξίας, το συγκυβερνόν ΑΚΕΛ, προκαλώντας με τη φαιδρότητά του κάθε έννοια ιστορικής και μεταφυσικής αξιοπρέπειας, ψήφιζε «ΟΧΙ για να τσιμεντώσει το ΝΑΙ», γκρεμίζοντας την εμπιστοσύνη των αγωνιζόμενων για ομοσπονδία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. (Σε δεύτερο πρόσωπο: Λίγη ντροπή δε βλάπτει! Ξεφτιλίσατε τους ΑΚΕΛικούς υποστηρικτές του ΝΑΙ με κούφιες υποσχέσεις, στη συνέχεια τους απομονώσατε και τους λοιδορήσατε μέχρι να «αναμορφωθούν» και να τους δεχτείτε μεγαλόψυχα πίσω, δίνοντάς τους οφίκια για να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Τους εκτός Κόμματος όμως δεν τους αγγίζετε, οι εξουσιαστικοί σας ψυχολογικοί και κοινωνικοί μηχανισμοί είναι άχρηστοι, δεν πείθετε ότι ως ΑΚΕΛ θέλετε τη λύση του Κυπριακού).
- Κι εδώ φτάνουμε στο κύριο πρόβλημα του μεγάλου κόμματος της ελληνοκυπριακής Αριστεράς, όπως έχει εμφαντικά αποκαλυφτεί κατά την τελευταία δεκαετία: Το συμφέρον του Κόμματος μπαίνει πάνω από το συμφέρον του συνόλου. Σημασία έχει η συνέχιση της επιρροής παρά η προσπάθεια για αλλαγή της κοινωνίας. Τις δύσκολες ώρες το κριτήριο ήταν το να «μείνει αλώβητο» το ΑΚΕΛ ακόμη κι αν καεί ο τόπος.
- Εάν το ΑΚΕΛ επιθυμεί να δουλέψει για το καλό της Κύπρου, καλύτερα να κοιτάξει αλλού για ιδεολογικούς αντιπάλους, όχι βέβαια στην εκλογικά μη αντιπροσωπευόμενη ομάδα του ευρωπαϊστικού μεταρρυθμιστικού χώρου. Ακόμη και ο ΔΗ.ΣΥ., με όλο το χάσμα που χωρίζει τα δύο μεγάλα κόμματα στα περισσότερα ζητήματα, μπορεί και πρέπει να ειδωθεί ως τακτικός σύμμαχος σχετικά με τη λύση του Κυπριακού και την εξομάλυνση των σχέσεών μας με την Τουρκία. Ο ιδεολογικός αντίπαλος πρέπει να είναι ο μεταμοντέρνος εθνολαϊκισμός του διαφαινόμενου κόμματος Λιλλήκα, καθώς μια ισχυροποίησή του θα βάλει σε κίνδυνο τόσο τα κεκτημένα της ευρωπαϊκής μας πορείας όσο και τη συμφωνημένη μορφή λύσης του Κυπριακού. Δεν σας κρύβω ότι τρέμω στην ιδέα μιας συμμαχίας Λιλλήκα – ΑΚΕΛ στις επόμενες Προεδρικές, μια συμμαχία που θα πλασαριστεί στους αριστερούς ψηφοφόρους ως μια (ακόμα) δυσάρεστη αλλά «αναπόφευκτη» ιστορική αναγκαιότητα.
- Τέλος, σχετικά με την Πρωτοβουλία «Μένουμε Ευρώπη», που ο αρθρογράφος αναφέρει δυο φορές μέσα στο κείμενό του, με ειρωνικό τρόπο, μια σύντομη περιήγηση στο μπλογκ της θα δημιουργήσει πιστεύω στον απροκατάληπτο αναγνώστη απορία για το αν ο κ. Κουκουμάς έχει μπει στον κόπο να διασταυρώσει αυτά που γράφει ή αν βασίζεται σε φήμες τρίτων και σε άσχετα ιδεολογικά κολλήματα. Πουθενά δεν υπάρχει καμία απαξιωτική αναφορά για την Εθνική Φρουρά (μάλλον ο αρθογράφος μπήκε σε κάποιο μπλογκ του αντιεξουσιαστικού χώρου και τα έμπλεξε). Πουθενά δεν υπάρχει καμία υπεράσπιση της απειλούμενης αμερικάνικης επέμβασης στη Συρία, αντίθετα στη σελίδα στο facebook υπάρχει προβληματισμός και μελέτη της αρθρογραφίας για αυτό το σύνθετο ζήτημα. Μάλιστα, ειδικά στο ζήτημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, το έργο του Αντρέα Δημητρίου δεν είχε πιο ενεργούς υποστηρικτές τόσο επί υπουργίας όσο και σήμερα που ξηλώνεται από μια κυβέρνηση που στην Παιδεία δείχνει τον χειρότερό της εαυτό (που ίσως να είναι και ο βαθύτερός της).
Ο χώρος τον οποίο βάλλει με το κείμενό του ο κ. Κουκουμάς δεν έχει πρόβλημα να αναγνωρίσει τις εσωτερικές του αντιφάσεις, ακόμη και τα ιδεολογικά του αδιέξοδα. Για αυτό επιζητεί το άνοιγμα στη κοινωνία, τις συμμαχίες, τη βαθύτερη μελέτη των προβλημάτων, την επικοινωνία με πολιτικές ομάδες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό με παρόμοιες δυσκολίες. Από το ΑΚΕΛ περιμένουμε κάποτε να κάνει κάτι ανάλογο, όχι το να χρησιμοποιεί αλαζονικά και άστοχα τη μεγάλη του δύναμη.
Γράφει: Γιώργος Στόγιας