Ο ακροατής ήταν κατηγορηματικός, θυμωμένος και απόλυτος: “Ο Νίκος Τορναρίτης έκανε στροφή 180 μοιρών. Έβγαλε τη φουστανέλα της μεγάλης ιδέας που διαφήμιζε για χρόνια και φόρεσε το ευρωπαϊκό κοστούμι της ανέντιμης και άνευ όρων υποδούλωσης“.
Μπορεί να είχε δίκαιο, μπορεί και όχι. Το σίγουρο είναι ότι με τις δηλώσεις του ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΔΗΣΥ προκαλεί ενδιαφέρον. Κάποιοι τον επικροτούν για την “υπεύθυνη” του συμπεριφορά, κάποιοι άλλοι κάνουν λόγο για “μετάλλαξη” και τον επικρίνουν. Και οι μεν και οι δε, έχουν κάθε δικαίωμα να εκφράζουν την άποψή τους. Με επιχειρήματα. Η κατάθεση της αντίθετης άποψης και γενικά η λειτουργία της δημοκρατίας δεν πρέπει να ανησυχεί κανέναν! Αρκεί η άποψη να είναι τεκμηριωμένη και να διατυπώνεται με τρόπο που ανυψώνει αυτόν που την εκφέρει…
Το ομοφυλοφιλικό κίνημα της Κύπρου τόλμησε και βγήκε στο δρόμο. Νίκησε τις αναστολές και τις φοβίες του και αποφάσισε να διεκδικήσει τα δικαιώματα του. Οι εκδηλώσεις περηφάνιας προκάλεσαν τα αντανακλαστικά της συντηρητικής Κυπριακής κοινωνίας. Φυσιολογικό, κατανοητό, αναμενόμενο. Οι φωνές διαμαρτυρίας δεν πρέπει να βαφτίζονται “ενοχλητικές”, ακόμα και αν μυρίζουν μούχλα. Αρκεί να μην μετατρέπονται σε άναρθρες κραυγές και να όζουν μεσαιωνικό, κυριολεκτικό κυνήγι μαγισσών…
Δυστυχώς όμως – και λυπούμαι που το διαπιστώνω, και στη μια και την άλλη περίπτωση βλέπουμε την αντίθετη άποψη, που μπορεί να είναι και κυρίαρχη – αυτό δεν έχει σημασία – να διατυπώνεται με τρόπο που ενίοτε ξεφεύγει των επιτρεπτών δημοκρατικών ορίων, είναι οργανωμένη και θυμίζει επέλαση ορδών του ιστορικού Αττίλα. Μονολιθικά, σκληρά, ανελέητα, χωρίς διάθεση για δημιουργική αντιπαράθεση επιχειρημάτων.
Θα μου πείτε και θα έχετε απόλυτο δίκαιο ότι η διαδικασία της εξέλιξης δεν μοιάζει με πλατύ ποτάμι, ούτε με μουρμουρητό Φθινοπωρινής βροχής βορείως του Γκρήνουιτς. Χείμαρρος είναι και καταιγίδα του καλοκαιριού. Οι κοινωνικές αλλαγές και κυρίως οι αλλαγές της κοινωνικής συνείδησης είναι αποτέλεσμα μιας έντονης, συνήθως βίαιης αντιπαράθεσης. Το ερώτημα είναι αν στην εποχή του ο κόσμος όλος γίνεται μια γειτονιά, την εποχή του ιντερνέτ και ανάμειξης των πολιτισμών, οι λεγόμενες ανεπτυγμένες κοινωνίες θα συνεχίσουν να λύνουν τις διαφορές τους στο με το χέρι στη σκανδάλη επιβεβαιώνοντας τον Γκάτσο: Ότι δηλαδή “με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί”…
Θα το επαναλάβω έστω κι αν σε κάποιους γίνομαι κουραστικός: Μ’ ανησυχεί και ταυτόχρονα με ενοχλεί αφάνταστα ο ιός της “ρινοκερίτιδας”. Διότι πως να το κάνουμε, δεν μπορώ, κάθε φορά που η κοινωνία καλείται να συζητήσει και να τοποθετηθεί επί σοβαρών θεμάτων, να βλέπω το δέρμα των ανθρώπων να αποξηραίνεται, ν΄ ακούω τη φωνή των πολιτών να χοντραίνει, το πρόσωπο τους να μεταμορφώνεται και τις ευαίσθητες χορδές τους να ξεκουρδίζονται. Δεν συμβιβάζομαι με τη φιλοσοφία του όχλου, όπου ο πολίτης μετατρέπεται σε γρανάζι της μηχανής, φερέφωνο της κρατούσας άποψης. Δεν θέλω να σκέφτομαι καν ότι μια μέρα μπορεί κι εγώ να γίνω ρινόκερος! θέλω να έχω το δικαίωμα να υπερασπιστώ την αυθεντικότητα μου, δεν επιθυμώ να γίνω σαν όλους τους άλλους προκειμένου να ησυχάσω, να νιώσω την ασφάλεια και την προστασία που προσφέρει η αγέλη. Θέλω να παραμείνω άνθρωπος, άνθρωπος μοναδικός, κοινωνικός, ανήσυχος, ενεργός, δραστήριος. Θέλω να συμμετέχω στα κοινά, να έχω άποψη και να μπορώ να την στηρίζω, να την εμπλουτίζω και γιατί όχι, να την αλλάζω αν πειστώ περί της ορθότητας του αντιθέτου επιχειρήματος, αλλά θέλω η απόφαση αυτή να είναι δική μου. Όπως και ο εαυτός μου. Είμαι ένα “εγώ” που έχει μια ξεχωριστή, μοναδική θέση στο “εμείς”, δεν είμαι μια άβουλη μάζα, δεν θέλω να επιτρέψω στον εαυτό μου να μετατραπεί σε ένα ρινόκερο που μαζί με το υπόλοιπο κοπάδι των παχύδερμων να τρέχει σαν ορμητικός χείμαρρος μέσα στους δρόμους της πόλης…
Τη στιγμή του μαζικού παροξυσμού και της ανίκητης βλακείας το να στήνεις οδοφράγματα στις οπαδικές αγέλες, να αντιστέκεσαι στη μαζική υποκουλτούρα της Τιβι, να μπορείς λες “όχι” εκεί που όλοι λένε “ναι”, και “ναι” εκεί που λένε “όχι”, δεν είναι δα και παιχνιδάκι. Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, στην εποχή που ο Άνθρωπος είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται πολύ πιο εύκολα τα μυστικά και τους κανόνες εξέλιξης της φύσης, το μυαλό, ο τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς, το ίδιο μας το σώμα – ναι ακόμα κι αυτό, καθίσταται ενέχυρο, πειραματόζωο στα χέρια αυτών που διοικούν τις ζωές μας. Βιώνουμε ένα πρωτότυπο φασισμό, χειρότερο κι από αυτό που περιέγραψε ο Ιονεσκο,, είναι ο φασισμός που διαφεντεύει τις τύχες μας, που καθορίζει τη νοητική μας εξέλιξη, μάλλον την αποβλάκωση μας. Είναι αυτός που αποφασίζει για μας πριν από εμάς τι μας ενδιαφέρει και τι όχι, τι μας συγκινεί και τι όχι, τι είναι κοινωνικά ωφέλιμο ή επάναγκες και τι όχι, είναι αυτός που κουνά τις αόρατες κλωστές κι εμείς χορεύουμε. Μέχρι πότε όμως; Μέχρι πότε θα λειτουργούμε σαν άβουλη αγέλη άγριων λύκων, έτοιμη να κατασπαράξει όποιον βρεθεί στο δρόμο μας, όποιον διαφωνεί μαζί μας;
Οι μονόλογοι του Μπεραντζέ στο “Ρινόκερο” είναι επίκαιροι όσο ποτέ προηγουμένως:
“Αλίμονο σ’ αυτόν που προσπαθεί να διατηρήσει την αυθεντικότητά του. Ας είναι. Θα υπερασπιστώ την ύπαρξή μου κόντρα σε ολόκληρο τον κόσμο! Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος και θα μείνω έτσι ως το τέλος! Δεν παραδίνομαι!… Εγώ δεν θα γίνω ποτέ δικός σας. Δεν θα σας ακολουθήσω, δεν σας καταλαβαίνω! Θα μείνω αυτός που είμαι! Είμαι άνθρωπος . Ένα ανθρώπινο πλάσμα“!
Γράφει: Γιώργος Παυλίδης