Το τελευταίο διάστημα η έννοια “δημοσιογραφική δεοντολογία” ακούγεται πολύ.
Για να ξέρουμε όμως για τι ακριβώς είναι που μιλούμε, ας δώσουμε ένα ορισμό: Δεοντολογική δημοσιογραφία είναι αυτή που προσφέρει αντικειμενική, αναγκαία, αληθινή, αξιόπιστη και πλουραλιστική πληροφόρηση στο κοινό. Είναι αυτή που προάγει τις πανανθρώπινες αξίες και αρχές, θέτοντας ψηλά το πήχη της ποιότητας με στόχο τη συμβολή στην πολιτιστική και κοινωνική πρόοδο.
Η δημοσιογραφική οικογένεια θεωρεί ότι η εφαρμογή της δεοντολογίας είναι πράξη ελευθερίας – εσωτερικής και εξωτερικής. Η Πολιτεία διασφαλίζει την ελευθερία έκφρασης και οι λειτουργοί των ΜΜΕ συνειδητά και ελεύθερα επιλέγουν να την αξιοποιούν προς όφελος της κοινωνίας, ακολουθώντας μεταξύ άλλων τους γραπτούς και άγραφους κανόνες δεοντολογίας. Η δημιουργία συνθηκών για ελεύθερη άσκηση του λειτουργήματος, αποτελεί προϋπόθεση ύπαρξης της δημοσιογραφίας. Χωρίς ελευθερία κινήσεων δεν υπάρχει δημοσιογραφική δραστηριότητα. Ο δημοσιογράφος δεν μπορεί να λειτουργήσει αν νιώθει να επικρέμεται πάνω από το κεφάλι του, ως «δαμόκλειος σπάθη», το γράμμα του νόμου, πολύ δε περισσότερο του Ποινικού Κώδικα. “Ο τύπος, είχε πει ο Αλπερτ Καμύ, σε συνθήκες ελευθερίας μπορεί να είναι καλός, ή κακός. Σε συνθήκες στέρησης ελευθεριών όμως, δεν μπορεί παρά να είναι κακός”.
Δυστυχώς όμως διαχρονικά, αλλά ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες κατάχρησης της ελευθερίας του τύπου. Στην εποχή του διαδικτύου η ελευθερία έκφρασης και κριτικής μετατρέπεται σε απειλή κατά της ίδιας της δημοκρατίας, απειλή ικανή να καταστρέψει τον κοινωνικό ιστό, να ποδηγετήσει συνειδήσεις, να προκαθορίσει εξελίξεις, να ελέγξει το πολιτικό γίγνεσθαι. Καθημερινά κατακλυζόμαστε από χαλκευμένες και ψευδείς ειδήσεις, το επίπεδο της δημοσιογραφίας που ασκεί μια μερίδα των λειτουργών των ΜΜΕ είναι απαράδεκτα χαμηλό, ενώ το κυνήγι της επιτυχίας για διαφημιστικούς κυρίως σκοπούς ωθεί σε κατά συρροή παραβιάσεις της δεοντολογίας.
Το ερώτημα που πλέον τίθεται ολοένα και πιο επιτακτικά είναι το χιλιοειπωμένο “τι κάνουμε;” προκειμένου ν’ αποτρέψουμε τη δημιουργία ενός νέου δικτάτορα – ψηφιακού αυτή τη φορά. Τι κάνουμε για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις, ώστε οι λειτουργοί της “τέταρτης εξουσίας” να διαδραματίζουν κατά τρόπο δεοντολογικά ορθό τον δημιουργικό, εποικοδομητικό και αναγκαίο ρόλο που επωμίστηκαν.
Οι επιλογές που έχουμε είναι συγκεκριμένες:
Η πιο εύκολη ίσως λύση, είναι η επιβολή νομικών ρυθμίσεων ελέγχου του δημοσιογραφικού έργου. Ακολουθώντας το μοντέλο του Montesquieu, ο οποίος τόνισε ότι “η εξουσία πρέπει να σταματά στην εξουσία” ή την προτροπή του Karl Popper που επιμένει στον περιορισμό της ελευθερίας των ηλεκτρονικών κυρίως Μέσων, ο Νομοθέτης καθορίζει ένα αυστηρό πλαίσιο δράσης των δημοσιογράφων και όποιος ξεφεύγει από αυτό οδηγείται ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΕΔΔ) υιοθετώντας τη σχολή σκέψης του Jean Bertrand, για είκοσι χρόνια τώρα, προωθεί μια εναλλακτική μορφή πειθαρχίας και εφαρμογής των δεοντολογικών κανόνων. Είναι μια μέθοδος αυτορρύθμισης που συνδυάζει την εσωτερική, συνειδητή επιλογή συμμόρφωσης με τους κανόνες δεοντολογίας και μια εξωτερική πίεση ελέγχου, η οποία όμως δεν ασκείται από το Κράτος, αλλά από τους φορείς του δημοσιογραφικού χώρου σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών. Αυτή η μορφή πειθαρχίας ενισχύει και συνάμα επενδύει στην ανάγκη ύπαρξης ολοκληρωμένων επαγγελματιών, υπογραμμίζοντας την κοινωνική ευθύνη που επωμίζονται.
Επιπρόσθετα και επειδή δυστυχώς το μοντέλο αυτό δεν κατάφερε να περιορίσει στον απαιτούμενο βαθμό τις παραβιάσεις της δεοντολογίας, η ΕΔΔ κατόπιν σοβαρού προβληματισμού αποφάσισε εντός του 2017 να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και να υιοθετήσει την αρχή της συρρύθμισης. Η επιπρόσθετη αυτή ρήτρα αφορά τα ΜΜΕ και τους λειτουργούς εκείνους που κατ’ εξακολούθηση και παρά τις προτροπές της ΕΔΔ, θα συνεχίζουν να παραβιάζουν τις πρόνοιες του Κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Αυτές τις περιπτώσεις θα επιλαμβάνεται κατόπιν έγκρισης της ΕΔΔ ένα δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο θα έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες. Οι όροι λειτουργίας του Συμβουλίου αυτού, καθώς και μια σειρά άλλων ζητημάτων που άπτονται της δημοσιογραφικής δραστηριότητας, αποτελούν αντικείμενο προβληματισμού στο πλαίσιο της ευρύτερης συζήτησης που γίνεται αυτό το διάστημα για τη διαμόρφωση του νέου περί τύπου τροποποιητικού νομοσχεδίου. Αν η επιλογή αυτή θα έχει τα ποθούμενα αποτελέσματα, είναι κάτι που θα δείξει ο χρόνος…
* Ο Γιώργος Παυλίδης είναι Πρόεδρος της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Γράφει: Γιώργος Παυλίδης