Ο πολιτικός στο παράθυρο ένιωθε δικαιωμένος:
«Σας το ‘λεγα, δεν το ‘λεγα; Οι θέσεις των Τούρκων είναι απαράδεκτες. Απέχουν όχι μόνο μίλια φωτός από τις δικές μας απόψεις, αλλά ακόμα και από το επίσης απαράδεκτο και άκρως επικίνδυνο κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου.»
Παρασυρόμενος δε από τον ενθουσιασμό που του προκάλεσε η αυτοδικαίωση, συνέχισε ακάθεκτος: «Η τακτική του διακοινοτικού διαλόγου και των συνεχών υποχωρήσεων δεν οδηγούν πουθενά. Χρειάζεται το Εθνικό Συμβούλιο να συνέλθει και σε συνεργασία με την Ελλάδα να χαράξει νέα στρατηγική και τακτική που να στηρίζεται στα ψηφίσματα των Η.Ε., στις αρχές της Ε.Ε. και στις διεθνείς συμβάσεις. Ανυποχώρητοι, διεκδικητικοί και χωρίς παρεκκλίσεις να συνεχίσουμε το δίκαιο αγώνα μας…»
Οι διατυπώσεις στο οδόφραγμα το Σάββατο πήραν περισσότερο χρόνο από ο,τι συνήθως. Έπρεπε να βγάλω και νέα ασφάλεια. Πότε πέρασε άλλος ένας χρόνος και δεν το κατάλαβα;
Στο δρόμο προς στις δυτικές περιοχές, υπήρχε πυκνή κίνηση φορτηγών. Φτιάχνουν μεγάλο κυκλικό κόμβο λίγο μετά το Γερόλακκο.
Δεν είναι όμως μόνο οι διεργασίες βελτίωσης του οδικού δικτύου. Αυτές μάλλον συμπληρωματικές είναι. Τα φορτηγά, οι εκσκαφείς και τα βαριά μηχανήματα που συναντήσαμε στο δρόμο προς τα Πάναγρα, άλλο σκοπό είχαν: Τη δημιουργία της υποδομής για το έργο του αιώνα!
Νερό! Μπόλικο νερό! Νερό από την Τουρκία, νερό να χορτάσει ο κάμπος, από τη Μόρφου μέχρι την Άσσια κι ακόμα πάρα πέρα. Το πελώριο πετρόχτιστο φράγμα είναι ήδη έτοιμο. 75 εκατομμύρια κυβικά μέτρα! Όσο για τους τεράστιου διαμετρήματος αγωγούς, άρχισαν να φυτεύουνται στη γη, στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Μέχρι τους εορτασμούς για τα 40χρονα θα είναι όλα έτοιμα…
Το χωριό ήταν σχεδόν έρημο. Οι κάτοικοι απουσίαζαν. Άλλοι στα χωράφια, άλλοι στην πόλη. Το καφενείο κλειστό. Ένας πιτσιρικάς είχε ανοικτό το ραδιόφωνο ακούγοντας ροκ σε μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα. Θυμάσαι, ρώτησα τον εαυτό μου, θυμάσαι τη μεγάλη Παρασκευή του 2003 που μπαίνοντας το χωριό τ´ αυτιά σου πλημμύρισαν με τη φωνη του Καζαντζίδη;
Ξεχνιούνται τέτοιες στιγμές;
Οι πληγές του χρόνου στο καμπαναριό της Εκκλησιάς βάθυναν ακόμη περισσότερο. Χόρτα και σκουπίδια ενισχύουν το αίσθημα της εγκατάλειψης. Ωστόσο κάποια ξεθωριασμένα συνθήματα, είναι ακόμα ευδιάκριτα στους τοίχους: «ΕΟΚΑ Β», «ΜΑΚΑΡΙΟΣ», «ΕΝΩΣΗ» …Φαντάσματα του παρελθόντος, απόδειξη της ανωριμότητας και της ασυγχώρητης ηλιθιότητας της προ πραξικοπηματικής περιόδου…
Στο σπίτι απέναντι από τη βρύση μάς πρόσφεραν καρέκλα να καθίσουμε. Πιάσαμε την κουβέντα. Ο μεσόκοπος φίλος μιλούσε αδιάκοπα. Για τις φωτογραφίες από το χωριό που μου έστειλε κάποτε στη Μόσχα, για το φεστιβάλ της ΕΔΟΝ, για τη Νέα Σαλαμίνα… Όταν φθάσαμε στο κυπριακό, ο τόνος της φωνής του χαμήλωσε και το ηχόχρωμα γέμισε παράπονο:
– Το 2004, το 80% των τουρκοκυπρίων που μένουν σήμερα στο χωριό ψήφισε «Ναι» στο δημοψήφισμα. Ψήφισαν «Ναι» ξέροντας ότι για τρίτη φορά θα γινόντουσαν πρόσφυγες. Ήθελαν να γυρίσουν στην Τέρα κι ας ήξεραν ότι στον τόπο τους δεν έμεινε πέτρα πάνω σε πέτρα. Την ίδια στιγμή το 80% των Ελληνοκυπρίων που κατάγονται απ’ αυτό το χωριό είπατε «ΟΧΙ». Σας είπαμε ελάτε πίσω στα σπίτια σας κι εσείς είπατε «ΟΧΙ!»…
Ο παππούς που άκουγε σιωπηλός τη συνομιλία μας κούνησε το κεφάλι με νόημα:
– Το 2004 βρήκαμε την ευκαιρία, αλλά την κλωτσήσατε… Τώρα είναι αργά!
Ο ενενηντάχρονος πια Ρεφικ στο Μπελαμπαις για σαράντα τώρα χρόνια διαλαλεί την πραμάτεια του: «coffee, καφέ, juice, αναψυκτικό, χαλίμ…»
– Δούλεψα στο Βασιλικό από το 1942 μέχρι το 1963. Τα πρώτα χρόνια δεν είχαμε κανένα πρόβλημα. Δουλεύαμε σαν τα αδέλφια. Όλοι ήμασταν στην ΠΕΟ, απεργίες, κινητοποιήσεις, μαζί. Μετά θυμηθήκατε ξανά την Ένωση. Θέλατε να γίνετε Ελλάδα, εμάς όμως μας σκεφτήκατε καθόλου; Το κυπριακό κράτος ποτέ δεν ήταν δικοινοτικό. Οι Ελληνοκύπριοι μας θέλατε για δούλους. Ούτε δικαιώματα, ούτε τίποτε. Σαν τα ζώα. Και μετά ξεκίνησαν οι σκοτωμοί. Στ´ αυτιά ακούω ακόμα τον ήχο της σκανδάλης. Η ΕΟΚΑ Β σκότωσε το γαμπρό και τον ανεψιό μου. Δέκα χρόνια του δούλευε ο άνθρωπος το φορτηγό. Αυτός έδινε διαταγές κι ο άλλος εκτελούσε. Και αντί ευχαριστώ, του φύτεψαν τις σφαίρες στο κορμί!
– Όνομα έχουν; Τους ξέρεις Ρεφικ; Τους θυμάσαι;
– Αλλοίμονο. Ξεχνιούνται; Ο Αντρίκκος τζι ο Μάμας…
Στην πόλη της Κερύνειας πάλι τα κατάφερα και χάθηκα. Βλέπετε κάθε φορά όλο και κάποιο νέο κτίριο θα φυτρώσει, νέοι κόμβοι, ξενοδοχεία, μεζονέτες, τουριστικές κατοικίες…
Ο κεντρικός δρόμος προς το λιμανάκι ήταν κλειστός. Πολυκοσμία. Παιδιά κρατώντας πολύχρωμα μπαλόνια και νεαροί κατά ομάδες κατηφόριζαν χοροπηδώντας προς τη θάλασσα. «Κάποια γιορτή, ή πανηγύρι θα χουν πάλι σήμερα», είπα στον Πέτρο. «Καλύτερα ας μείνουμε εκτός».
Η Κερύνεια ζει πλέον στους δικούς της ρυθμούς. Άρωμα ανατολής με ανταύγειες ευρωπαϊκής Ριβιέρας…
Στον Κορμακίτη οι εγκλωβισμένοι τα είχαν με τον Υπουργό Γεωργίας. «Ακούς εκεί δεν θέλει να μας δει επειδή είμαστε τάχατες παράνομοι…. Κύριε Παυλίδη να μας βγάλεις στον αέρα! Αλήθεια τι ξέρει ο Υπουργός για τους εγκλωβισμένους; Που ήταν 40 χρόνια; Ακούς εκεί παράνομοι…. Είμαστε εδώ κρατώντας τη γη μας με νύχια και δόντια κι αυτός μας βαφτίζει παράνομους…»
Συλλογίστηκα: Αλήθεια, τελικά ποιοι φυλάνε Θερμοπύλες; Οι αξιωματούχοι του νόμιμου Κράτους με τους βαρύγδουπους λόγους, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, οι δημοσιογράφοι, ή οι….παράνομοι; Μεγάλη υπόθεση κύριε Υπουργέ να είσαι ελεύθερος, ενώ είσαι πολιορκημένος…
Σήμερα ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός κι εμείς ύπνο βαθύ.
Αύριο η εν πολλαίς αμαρτίαις ζητά συγχώρεση κι εμείς ύπνο βαθύ.
Την Τετάρτη ο Ιησούς πλένει τα πόδια των μαθητών του κι εμείς ύπνο βαθύ.
Την Πέμπτη η σταύρωση και τη Παρασκευή ο επιτάφιος, αλλά εμείς ύπνο βαθύ.
Χαράματα Σαββάτου ως δια μαγείας θα σηκωθούμε από το κρεβάτι και θα τρέξουμε ν ακούσουμε το Λόγο τον Καλό.
Τι λες καλέ; Η λύση δεν είναι μάννα εξ ουρανού, δεν είναι αριθμός του Τζόγκερ, ή δώρο που θα σου στείλει ο θείος από την Αμερική.
Η λύση είναι σαν το ψωμί πού αχνίζει στο καρβέλι: πρώτα σπέρνεις, ποτίζεις, θερίζεις, χωρίζεις το στάχυ, ζυμώνεις, φουρνίζεις και μόνο στο τέλος γεύεσαι το αποτέλεσμα των κόπων σου…
40 χρόνια κολλήσαμε στα λόγια και στους ευσεβοποθισμούς.
Εκτός βέβαια αν για κάποιους, ακόμη και η μη λύση, κατά που λέει κι ο ποιητής, είναι μια κάποια λύση…
Γράφει: Γιώργος Παυλίδης