Ο Αύγουστος επαναφέρει την Αμμόχωστο. Στις οδυνηρές μνήμες του γιατί χάθηκε το 1974. Στις σκέψεις γιατί ξαναχάθηκε αργότερα. Πολλές φορές γίνεται λόγος για τις «χαμένες ευκαιρίες» στο κυπριακού. Βέβαια δεν συμφωνούμε όλοι στο πώς και γιατί κατέληξαν χαμένες. Ούτε στο ποιες ήταν πράγματι ευκαιρίες.
Αν σκαλίσει κανείς όμως τα αρχεία και τον Τύπο, θα δυσκολευτεί να αρνηθεί ότι το 1992 υπήρξε όντως μια χαμένη ευκαιρία. Για την Αμμόχωστο σίγουρα, ίσως και συνολικά για την Κύπρο. Το 1992 δεν ήταν «άλλη μια κρίσιμη χρονιά». Ήταν πραγματικά τέτοια. Για πρώτη φορά η Τουρκία και ο Ντενκτάς βρέθηκαν διπλωματικά στη γωνιά. Ο τότε Πρόεδρος Βασιλείου διαπραγματευόταν επί της Δέσμης Ιδεών του ΓΓ του ΟΗΕ Μπούτρος Γκάλι, αποφασισμένος να σπρώξει τα πράγματα προς τη λύση. Ο Ντενκτάς συγκέντρωνε τα πυρά της διεθνούς κοινότητας ένεκα της τακτικής του να εναλλάσσει την κωλυσιεργία με τη σκλήρυνση των θέσεων του. Τα πέντε Μόνιμα Μέλη του ΣΑ του ΟΗΕ μάλιστα αναγκάστηκαν τότε να συναντηθούν με τον Ντενκτάς για να του υποδείξουν να διαπραγματευτεί επί της Δέσμης Ιδεών. Όταν ο Ντενκτάς δεν διαφοροποιήθηκε, ο ΓΓ του ΟΗΕ διέκοψε τις συνομιλίες και προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας το οποίο απηύθυνε αυστηρή προειδοποίηση για διαπραγματεύσεις και λύση εντός του 1992. Η Έκθεση του ΓΓ περιλάμβανε επίσης οκτώ μέτρα για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης (μείωση των κατοχικών στρατευμάτων, απαγκίστρωση από τα σημεία της νεκρής ζώνης που οι δύο πλευρές βρίσκονται πολύ κοντά, απογραφή του πληθυσμού του νησιού) τα οποία ενσωματώθηκαν στο ιστορικό Ψήφισμα 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας που υιοθετήθηκε το Νοέμβρη του 1992.
Το πιο σημαντικό από τα μέτρα ήταν η επέκταση της νεκρής ζώνης ώστε να συμπεριλάβει το Βαρώσι και να εφαρμοστεί το Ψήφισμα 550 του 1984. Το 550 θέτει το ζήτημα της Αμμοχώστου ως προτεραιότητα που δεν διασυνδέεται με τη συνολική λύση του κυπριακού και προνοεί άνοιγμα της πόλης και ασφαλή επιστροφή των κατοίκων της υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ. Έμπαινε μάλιστα τότε ορόσημο για την προώθηση των μέτρων ο Μάρτης του 1993 (παρ. 63-66 της Έκθεσης 23.11.1992). Το Βαρώσι ήταν πιο κοντά από ποτέ. Πολλοί Βαρωσιώτες είχαν κυριολεκτικά ετοιμάσει τις βαλίτσες της επιστροφής. Ο Ντενκτάς απειλούσε ότι θα παραιτηθεί…
Οι επισημάνσεις δεν έχουν επετειακό χαρακτήρα. Τα όσα ακολούθησαν την έκδοση του «789» είναι χαρακτηριστικά, είναι αποκαλυπτικά είναι και διδακτικά. Το Κυπριακό και ειδικότερα το Βαρώσι βρέθηκε στη δίνη της προεκλογικής εκστρατείας των Προεδρικών του 1993. Από τη μια βρισκόταν ο Βασιλείου με το ΑΚΕΛ, που πρότασσαν την ανάγκη να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις πάνω στη Δέσμη Ιδεών για συνολική λύση, και να υλοποιηθούν τα μέτρα εμπιστοσύνης και η επιστροφή του Βαρωσιού. Το σύνθημα «7-8-9, φέρνει λύση πιο κοντά!» δονούσε τα προεκλογικά συλλαλητήρια του Βασιλείου… Από την άλλη, βρισκόταν ο ΔΗΣΥ και ο Κληρίδης, που απαξίωναν το Ψήφισμα 789 γιατί «περιπλέκει το θέμα της Αμμοχώστου» ενώ έξι μήνες πριν τις εκλογές εγκατέλειψαν την υποστήριξη τους προς την πολιτική Βασιλείου υποσχόμενοι στην ηγεσία του ΔΗΚΟ ενταφιασμό της Δέσμης Ιδεών Γκάλι και των μέτρων που τη συνόδευαν προκειμένου να συγκυβερνήσουν.
Όπερ και εγένετο. Με δυο χιλιάδες ψήφους διαφορά ο Κληρίδης μαζί με ΔΗΣΥ-ΔΗΚΟ κέρδισαν τις εκλογές του 1993. Οι γαλανόλευκες πλημμύρισαν -και τότε- το ‘Ελευθερία’. Το Μάρτη του 1993 όμως αντί να επιστρεφόταν η Αμμόχωστος στους Αμμοχωστιανούς, ο Κληρίδης πρότεινε να ξαναρχίσουν συζητήσεις με το Ντενκτάς. Όχι όμως για συνολική λύση -αφού άλλωστε οι Ιδέες Γκάλι πετάχτηκαν στον κάλαθο- ούτε καν για εφαρμογή των προταθέντων μέτρων εμπιστοσύνης. Αλλά για νέα μέτρα. «Προκαταρτικές προτάσεις αναφορικά με τα Βαρώσια υποβλήθηκαν σε διαδοχικές προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη πολλές από τις θέσεις του κ. Ντενκτάς» έλεγε η Έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ, τον Ιούλη του 1993…
Οι συζητήσεις κατέληξαν σε ένα έγγραφο που όριζε ότι η επιστροφή της πόλης θα ολοκληρωνόταν μόνο εφόσον θα επαναλειτουργούσε το κατεχόμενο Αεροδρόμιο Λευκωσίας. Η πόλη θα άνοιγε όχι με βασικό σκοπό την επανεγκατάσταση κατοίκων αλλά ως «ειδική περιοχή για διακοινοτικές επαφές και εμπόριο». Θα ίσχυαν οι νόμοι και κανονισμοί που ίσχυαν στην Κύπρο πριν την 1.12.1964. Θα δινόταν η δυνατότητα στους Τουρκοκύπριους που ήθελαν να αναπτύξουν επιχειρηματική δραστηριότητα «να αποκτήσουν εγκαταστάσεις». Τέλος, αντί να απαγκιστρώνονταν οι στρατιωτικές δυνάμεις από την περιοχή, συμφωνήθηκε ότι «η διέλευση στρατιωτικού προσωπικού και εξοπλισμού από το συνδετικό δρόμο… δεν θα είναι συχνή και θα γίνεται σε ώρες χαμηλής κυκλοφορίας» (επιστολή Γκάλι προς το Πρόεδρο του ΣΑ, 28.6.94). Σαφέστατα «λήφθηκαν υπόψη πολλές από τις θέσεις του κ. Ντενκτάς»…
Ακολούθησαν τα γνωστά. Ο Ντενκτάς απέσεισε από πάνω του την πίεση και την ενοχοποίηση της διεθνούς κοινότητας αρχίζοντας το γνώριμο παιγνίδι της κωλυσιεργίας και της αδιαλλαξίας. Γνώριζε άλλωστε, ότι ο κόσμος εκείνη τη φάση άλλαζε συθέμελα. Από τα χρόνια εκείνα και έπειτα –στα χρόνια της Νέας Τάξης δηλαδή- οι σύμμαχοι της Τουρκίας θα ήταν οι κυρίαρχοι πλέον εντός και εκτός ΟΗΕ. Ποιος άραγε θα είχε στο εξής τη θέληση αλλά και τη δύναμη να επιβληθεί στην Τουρκία και το Ντενκτάς; Το Βαρώσι πάντως απομακρύνθηκε ξανά.
Ενόψει των όσων δρομολογούνται το φθινόπωρο και με όσα ακούγονται για την Αμμόχωστο, εγκυμονεί ο κίνδυνος να επαναληφθεί η ιστορία. Είτε ως τραγωδία είτε ως φάρσα. Είτε με «ναι σε όλα» είτε με «όχι σε όλα». Όσο απογοητευτικό ήταν το να χαθεί τότε το Βαρώσι στα προεκλογικά ζάρια της εθνικοφροσύνης, άλλο τόσο επικίνδυνο είναι να επικρατήσει σήμερα η λογική του «δώστε το Βαρώσι και να τελειώνουμε». Η περιπέτεια του Βαρωσιού το 1992-1993 προσφέρεται για πολιτικά συμπεράσματα. Μπορεί να μην συμφωνήσουμε σε όλα, δεν μπορεί όμως να παραβλεφθεί το γεγονός ότι αυτοί που κρατούν ψηλότερα τις μεγαλύτερες γαλανόλευκες, δεν σημαίνει ότι αγαπούν ή ωφελούν περισσότερο τον τόπο. Αντίθετα, στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου ίσχυσε κατά κανόνα το αντίθετο.
Γράφει: Γιώργος Κουκουμάς