‘Ξύπνα πριν φύγει η ζωή’
Σύνθημα τοίχου
Ήρθε και πάλι η ώρα που βγήκαν οι σιγαστήρες της φωνής και τα καλύμματα της πέννας. Στην Ελλάδα αντήχησε οργή λαού, έγιναν συλλήψεις και ίσως πολλά ν’ αλλάξουν, είτε από την πίεση που δέχονται οι ηγέτες της χώρας, είτε λόγω των εκλογικών τους συμφερόντων, είτε στη βάση του συνδυασμού των δύο. Δυστυχώς όμως, τόσο η ουσιαστική συζήτηση όσο και η μαζική αντίδραση στον φασισμό άργησαν κατά μερικές ανθρώπινες ζωές και πάμπολες φασιστικές βαρβαρότητες. Ένα μεγάλο κομμάτι της πολιτικής ελίτ και της κοινής γνώμης αντίδρασε επειδή ήταν ΄Ελληνας που δολοφονήθηκε από Χρυσαυγήτη, αφού της δολοφονίας του Φύσσα προηγήθηκαν δεκάδες επεισόδια βίας και ταπείνωσης. Δολοφονήθηκαν μετανάστες, βυθίστηκαν πλοία, μαχαιρώθηκαν εργάτες, λογοκρίθηκαν αντιστάσεις. Πλάϊ στον φασισμό της Χρυσής Αυγής, διαδραματίζονταν εδώ και καιρό αίσχοι στην Ελληνική κοινωνία, που μπορεί να μην πήραν ουσιαστικές ειδησιογραφικές διαστάσεις και να μην απέσπασαν μαζικές αντιδράσεις και καταδικαστικές τοποθετήσεις εκ μέρους των κυβερνώντων, αλλά καταδεικνύουν τον παράλληλο βίο του με ένα σωρό αλλά φαινόμενα που φασιστοφέρνουν.
Eδώ στην Κύπρο κάτι κινήθηκε. Τουλάχιστον, η πλειοψηφία της κοινωνίας, που προηγουμένως πνιγόταν στην απάθεια, τώρα παίρνει θέση. Τουλάχιστον, είναι πλέον δύσκολο να παρελαύνουν με κλέος οι φασίστες κι’η ζωή να παίρνει το δρόμο της σαν να περνά καρναβάλι. Τουλάχιστον, θυμόμαστε τον Μπρεχτ και τον Νερούδα, κάνουμε κολλάζ που καταδικάζουν τη φασιστική βία, δακτυλοδείχνουμε τους ένοχους που καλλιέργησαν θετικό κλίμα για τα σημεία και τα τέρατα. Αρχίζουμε να αισθανόμαστε πως στο μαχαίρι του δολοφόνου του Φύσσα εντοπίζονται χιλιάδες δακτυλικά αποτυπώματα, όπως εύστοχα το έθεσε ένας οξυδερκής σκιτσογράφος. Σκεφτόμαστε το ακροδεξιό 1.08% που παραμονεύει από το 2011 έξω από το Κυπριακό κοινοβούλιο. Αρχίζουμε να ανησυχούμε που το ΕΛΑΜ δημιούργησε γυναικείο, φοιτητικό, μαθητικό και περιβαλλοντικό κίνημα, που αποκτά οργανωτική δυναμική με τη μέρα, που έχει πέραν από 7,000 φίλους στο facebook (έστω και αν πολλά από αυτά είναι ψέυτικα προφίλ), που καλείται στην τηλεόραση για να πει πως είναι αδελφό κίνημα της Χρυσής Αυγής, μια μέρα μετά που αυτή σκότωσε άνθρωπο.
Αυτές οι διαπιστώσεις, αυτά τα σημάδια μιας γενικευμένης αντίδρασης είναι απαραίτητο κομμάτι της συνειδησιακής προόδου. Μα να όμως που δεν φτάνουν. Ποτέ δεν ήταν αρκετά από μόνα τους για την αναχαίτιση του φασισμού. Πότε δεν πρόλαβαν τη σήψη χωρίς να μετουσιωθούν σε συστηματική κοινωνική δράση και πολιτική πράξη. Επομένως, κινδυνεύουν να καταλήξουν γραφικοι συμβολισμοί μιας κοινωνίας που κάποτε περηφανευόταν ότι νίκησε τον φασισμό. Πράγματι, αν διερωτηθούμε τι γίνεται την ώρα της σχετικής ηρεμίας, που ο φασισμός ακόμα δεν ξημέρωσε αλλά ελλοχεύει, δεν μπορούμε παρά να καταλήξουμε εκεί που μας έφερε η ζωή: ότι οι κοινωνίες μας όχι μόνο εκκολάπτουν τα αυγά του φασισμού, αλλά και αντιδρούν μουδιασμένα και αργοπορημένα στην φασιστική απειλή. Υπάρχουν λοιπόν ευθύνες με τρόπους διάφορους και μη-αμοιβαία αποκλειόμενους.
Οικονομική κρίση, ανεργία, εργοδοτικός αυταρχισμός, φόβος, εθνοκεντρικά αφηγήματα, ανοιχτό κυπριακό πρόβλημα, πολιτική και κοινωνική κουλτούρα, ΜΜΕ, φασίστες ηγέτες που κεφαλαιοποιούν πάνω στα κενά του κομματικού συστήματος, τα αίτια είναι πολλά και αλληλοσυνδεόμενα. Καλό θα ήταν να μην απομονώνεται ένα ή κάποια από αυτά ως τα σημαντικότερα χωρίς πρώτα να λαμβάνονται υπόψην όλα. Mα επίσης οι πολλαπλές συλλογικότητες που συνυπάρχουν στην Κύπριακή κοινωνία είναι ακόμα μακριά από την επαρκή αντιμετώπιση του φαινομένου.
Παρόλο που υπάρχουν τα μέσα για να εντοπιστεί αυτό που αρχίζει να διαφαίνεται, συχνά δεν εντοπίζεται. Κι΄ όταν εντοπιστεί, εύκολα προσπερνιέται με επίκληση σ’ έναν κατασκευασμένο καταμερισμό εργασίας που ενυπάρχει στο φαντασιακό του σημερινού εργαζόμενου. Δεν ευθύνεται φυσικά ούτε η τεχνολογική πρόοδος ούτε ο εκπαιδευτικός φορμαλισμός για το χάλι μας, αλλά η ημιμάθεια ως προς τις δυνατότητες και τα όριά τους. Η μόρφωση χρησιμοποιείται για την ικανοποίηση επαγγελματικών επιδιώξεων και επιχειρηματικών συμφερόντων, ενώ παραβλέπεται η σημασία της επιστράτευσής της για συλλογικά ιδεώδη που εκμαυλίζονται καθημερινά. Η πληροφόρηση έχει βασικό γνώμονα το θέαμα, την πρόσκαιρη συμπερασματολογία και την πρόχειρη και αόριστη ενδυνάμωση γενικών γνώσεων. Οι σεισμικές αλλαγές στο εργατικό πεδίο υποβαθμίζονται, έτσι ώστε αυτοί που τις προωθούν, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για μια συνείδηση τρωτή και ευάλωτη στον φασισμό, να μπορούν να νίπτουν τας χείρας την ώρα της κρίσης.
Υπάρχουν διανοούμενοι που δεν ασχολούνται με «μικροεπισόδεια» ακραίων στοιχείων αλλά μεσουρανούν όταν η κάμερα γυρίζει στο καυτό θέμα της ημέρας, ακόμα κι’αν δεν έχουν επαρκή γνώση και σοφία για να το εξηγήσουν στο ακροατήριό τους. Υπάρχουν τάχα φιλελεύθεροι που δεν έχουν το θάρρος ν’ αρθρώσουν κριτική στον κάθε μεγιστάνα αρχιεπίσκοπο όταν ιερουργεί, εντέχνως, τον ρατσισμό. Υπάρχουν «ελεύθερα σκεπτόμενοι», που επιμένουν να αγνοούν τα οικονομικά αίτια που κάνουν τα ακροδεξιά κόμματα προσιτά στις λαϊκές μάζες. Υπάρχουν πανεπιστήμια που δεν λένε μια λέξη για τα φασιστικά ρεύματα που απειλούν τις τάξεις τους, που διδάσκουν μαθήματα προσανατολισμένα στον ανταγωνισμό, τον ίδιο ανταγωνισμό που γέννησε τη λάσπη που ρίχνει ο φασισμός στους «ανταγωνιζόμενους» που ήρθαν τελευταίοι. Υπάρχουν σχολεία που καλλιεργούν τον εθνοτικό διαχωρισμό και περιθωριοποιούν τις φωνές που αντιτάσσονται σ’αυτόν.
Υπάρχουν δημοσιογράφοι που με την πρώτη ευκαιρία προπαγανδίζουν με όπλο τη θεωρία των δύο άκρων, κωδικοποιώντας τους πολιτικούς στόχους και τις ιδεολογίες με όρους ιστορικά άσχετους και εννοιολογικά ασχετότερους. Υπάρχουν πολιτειακοί αξιωματούχοι που κεφαλαιοποιούν πάνω στην ίδια αυτή θεωρία για να πλήξουν στο τέλος τα μόνα κινήματα και οργανώσεις που βγαίνουν στον δρόμο εναντίον του φασισμού. Και που προεκλογικά χρωματίζουν τη ρητορεία τους και τα πολιτικά τους προγράμματα με ξενοφοβία· μόνο λίγο καιρό πριν να καταδικάσουν με θρασύτητα πράξεις ανθρώπων που τσίμπησαν από τα λόγια τους. Υπάρχουν πολιτικοί που τιμούν ένα Χίτη σε ετήσια «εθνικά» μνημόσυνα· μόνο λίγο καιρό πριν δηλώσουν ΄καμία ανοχή’ στους πολιτικούς του απογόνους.
Πέρασαν μερικές εβδομάδες κι’εδώ στην Κύπρο τη διαδικτυακή αντίσταση στον φασισμό διαδέχτηκε μια επικίνδυνη σιγή. Είναι η σιγή αυτών που παρακολουθούν αμέτοχοι τις πιο πανανθρώπινες αξίες ν’απειλούνται. Είναι η ίδια σιγή που τελειώνει με μαχαίρωμα. Ελπίζω να μην αργήσουμε κ΄εμείς.
Γράφει: Γιώργος Χαραλάμπους