Ενόψει της υπογραφής Μνημονίου της Κυπριακής Δημοκρατίας με την Τρόικα, εκδηλώνονται πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές που ομοιάζουν με την κατάσταση που προσδιορίζεται ως «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».
Τον Αύγουστο του 1973, στην πλατεία Norrmalmstorg της Στοκχόλμης, πραγματοποιήθηκε ληστεία στην τράπεζα Kreditbanken. Οι ληστές, έχοντας στα χέρια τους τέσσερις ομήρους, ζήτησαν ως αντάλλαγμα 3 εκατομμύρια σουηδικές κορόνες και ένα γρήγορο αυτοκίνητο για να μπορέσουν να ξεφύγουν. Η ομηρία διήρκησε πέντε ημέρες, κατά τις οποίες η αστυνομία πολιορκούσε την τράπεζα και τα ΜΜΕ πρόβαλαν ζωντανά την όλη επιχείρηση. Σε αυτό το διάστημα, οι όμηροι ανέπτυξαν μια παράξενη σχέση υποταγής, εξάρτησης και συναισθηματικής ταύτισης με τους ληστές. Ταυτόχρονα, οι όμηροι θεωρούσαν ότι η αστυνομία που επιχειρούσε την απελευθέρωσή τους αποτελούσε τον πραγματικό κίνδυνο για την πυροδότηση βιαιότερων συμπεριφορών εκ μέρους των ληστών. Τελικά, με τη χρήση υπνωτικού αερίου, η αστυνομία κατάφερε να αφοπλίσει τους ληστές και να απελευθερώσει του ομήρους. Στη δίκη που ακολούθησε, οι όμηροι κατέθεσαν υπέρ των ληστών και σε κάποιες περιπτώσεις συγκέντρωσαν χρήματα για τη νομική υπεράσπισή τους. Ο εγκληματολόγος Nils Bejerot περιέγραψε αυτή την κατάσταση ως το «Σύνδρομο της Στοκχολμης» ενώ ο ψυχίατρος Frank Ochberg την προσδιόρισε ως πνευματική και ψυχολογική διαταραχή. Η μακροχρόνια παρακολούθηση ανάλογων καταστάσεων ομηρίας κατέληξε σε ένα συγκεκριμένο σύνολο χαρακτηριστικών συμπτωμάτων που, σύμφωνα με τα στοιχεία του FBI, εκδηλώνονται σε περίπου 30% των θυμάτων ομηρίας.
Στα πλαίσια του «Συνδρόμου της Στοκχόλμης», ο όμηρος αρχικά ενεργοποιεί ψυχολογικούς μηχανισμούς άμυνας με τους οποίους θεωρεί ότι ο εγκληματίας δεν θα τον βλάψει εάν είναι συνεργάσιμος και υποστηρικτικός. Πολλοί όμηροι θεωρούν ότι μπορούν να κερδίσουν την εύνοια του εγκληματία εάν είναι απόλυτα υποτακτικοί και εκφράζουν την υπαγωγή τους με πολύ ακραίους και συχνά παιδιαρώδεις τρόπους. Σε ιδεολογικά φορτισμένες καταστάσεις, ο όμηρος ξεκινά να ταυτίζεται με τις απόψεις του αιχμαλωτιστή του προσεγγίζοντάς τις ως ορθές και θεωρώντας ότι εάν τεθούν σε εφαρμογή θα αποτελέσουν έξοδο από την κατάσταση της αιχμαλωσίας. Ταυτόχρονα, η όποια παρέμβαση που μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση αντιμετωπίζεται από τον όμηρο ως λανθασμένη, αφού εκλαμβάνεται ως πρόκληση αναστάτωσης στον εγκληματία που θα τον καταστήσει σκληρότερο, ενώ σε περίπτωση ανταλλαγής πυρών, τα πυρά της αστυνομίας προσλαμβάνονται ως τα περισσότερο επικίνδυνα. Η μακροχρόνια αιχμαλωσία επιτείνει ακόμη περισσότερο την εξάρτηση και οδηγεί στη θεοποίηση του αιχμαλωτιστή που θεωρείται από τον όμηρο ως ο απόλυτος παροχέας των χρειωδών για την επιβίωση.
Μεγάλο μέρος αυτών των συμπτωμάτων συμπίπτει με τη συμπεριφορά μέρους της κυπριακής πολιτικής ηγεσίας και της κυπριακής κοινωνίας που, ενόψει της υπογραφής μνημονίου με την Τρόικα, οδηγείται σε άκρατη μνημονιολαγνεία και τροϊκολατρεία. Αυτές οι προσεγγίσεις είναι παρωχημένες και λανθασμένες. Οι αναστεναγμοί της ανακούφισης και οι ζητωκραυγές του ενθουσιασμού που συνόδευσαν και συνοδεύουν την κατάληξη των διαβουλεύσεων για τη συνομολόγηση Μνημονίου εξιδανικεύουν μια προβληματική κατάσταση και δεν σταθμίζουν σωστά τις σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις που τη συνοδεύουν. Εν ολίγοις: το Μνημόνιο δεν είναι επιτυχία και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια. Το Μνημόνιο είναι αποτέλεσμα διαδοχικών λανθασμένων χειρισμών οι οποίοι δυστυχώς συνεχίζονται. Και εάν δεν προκύψει σύντομος απεγκλωβισμός από τους λανθασμένους χειρισμούς, οι επιπτώσεις των πολιτικών του Μνημονίου θα οδηγήσουν σε επόμενα Μνημόνια, σε περισσότερη λιτότητα και σε περισσότερη ύφεση.
Γράφει:Γιάννης Παναγιώτου