Στην πολιτική, η όποια πλεονεκτική θέση προκύπτει συχνά όχι κατ’ ανάγκην ως αποτέλεσμα της πολιτικής αριστείας, αλλά ως προϊόν της μειονεκτικής θέσης των πολιτικών αντιπάλων.
Σε αυτή τη βάση και σύμφωνα με τα σημερινά πολιτικά δεδομένα, η κυβέρνηση παρά τις εκτενείς αδυναμίες της, διαθέτει το σχετικά πιο πειστικό πολιτικό αφήγημα, που καθίσταται πειστικότερο λόγω της πολυδιάσπασης της αντιπολίτευσης, η οποία αδυνατεί να προτάξει μια εναλλακτική προοπτική διακυβέρνησης με προοδευτικό πρόσημο.
Η κυβέρνηση καταβάλει φιλότιμες προσπάθειες σε διάφορα επίπεδα, όμως τις περισσότερες φορές το πρόσημο είναι μάλλον ουδέτερο παρά θετικό: Στο κυπριακό βρίσκονται σε εξέλιξη συνομιλίες αλλά δεν έχει ακόμη προκύψει κάποιο αποτέλεσμα, στην οικονομία έχει σταθεροποιηθεί η κατάσταση αλλά δεν έχει επέλθει η ανάκαμψη, στις μεταρρυθμίσεις έχουν ανοίξει πολλά ζητήματα αλλά προς το παρόν δεν έχει ολοκληρωθεί κάποια μεγάλη αλλαγή, κ.ο.κ. Παρ’ όλα αυτά, οι όποιες ανεπάρκειες της Κυβέρνησης συναντούν την ανοχή των πολιτών, λόγω της απουσίας άλλων σοβαρών επιλογών εξουσίας, που να είναι σε θέση να προτάξουν μια ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση, με διαφορετική πολιτική φιλοσοφία και με διαφορετική πολιτική στρατηγική.
Οι πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην αντιπολίτευση διαφωνούν σε κάποια θέματα και συμφωνούν σε κάποια άλλα, όμως παρουσιάζονται απρόθυμες και ανέτοιμες για συμμετοχή σε ένα μεταξύ τους εκτενή πολιτικό διάλογο για διερεύνηση των προοπτικών κατάληξης σε κοινές πολιτικές συνισταμένες και ανάπτυξης κοινών πολιτικών δράσεων. Οι προβληματικές πτυχές προηγούμενων απόπειρων πολιτικής συνεργασίας λειτουργούν ενισχυτικά προς το κλίμα καχυποψίας, με αποτέλεσμα να λησμονούνται ή να καθίστανται αμφιλεγόμενες οι θετικές πτυχές ανάλογων ιστορικών συνεργασιών που επέδρασαν θετικά για την χώρα και για την κοινωνία. Έτσι, η απροθυμία και η ανετοιμότητα των πολιτικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης εμπεδώνει την πολυδιάσπαση, τις μικροομαδοποιήσεις και τους τακτικισμούς, διευκολύνοντας κατά τρόπο ιδιαίτερα βολικό την κυβέρνηση.
Εάν οι πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης επιθυμούν να συναποτελέσουν μια σοβαρή εναλλακτική επιλογή εξουσίας, θα μπορούσαν να ξεκινήσουν ένα ειλικρινή πολιτικό διάλογο, χωρίς αποκλεισμούς και χωρίς ρεβανσισμούς με στόχο τη διερεύνηση των πραγματικών δυνατοτήτων συνεργασίας, με πολιτική βάση και πολιτικό περιεχόμενο. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν να αξιολογηθούν οι εξελίξεις στο κυπριακό και στην οικονομία για να διερευνηθεί η δυνατότητα προσδιορισμού κοινών συνισταμένων, θα μπορούσε να προωθηθεί η συντονισμένη κοινοβουλευτική δραστηριότητα για κοινή αντιμετώπιση των κυβερνητικών νομοσχεδίων και από κοινού κατάθεση προτάσεων νόμου, θα μπορούσε να επιδιωχθεί συνεργασία σε παγκύπρια βάση ενόψει των επικείμενων δημοτικών εκλογών λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε Δήμου και τις επιθυμίες της τοπικής κοινωνίας, και θα μπορούσε να καθοριστεί μια ανοικτή διαδικασία προετοιμασίας ενός προοδευτικού προγράμματος διακυβέρνησης που να απαντά στα σύγχρονα προβλήματα της χώρας, με συγκεκριμένους και μετρήσιμους στόχους.
Εάν οι πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης εξακολουθήσουν να είναι πολυδιασπασμένες χωρίς την προοπτική διαμόρφωσης μιας μεγάλης πολιτικής συνεργασίας και χωρίς τη δυνατότητα πρόταξης μιας εναλλακτικής προοδευτικής πρότασης εξουσίας, η σημερινή κυβέρνηση θα εξακολουθήσει να καθίσταται υπό τις περιστάσεις ελκυστικότερη ελλείψει άλλων αξιόπιστων επιλογών. Έτσι, εάν οι πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεν επιθυμούν να καταστούν δυνάμεις διαμαρτυρίας, μπορούν να επιδιώξουν την εξεύρεση των κατάλληλων συναινέσεων για τη διαμόρφωση μιας μεγάλης πολιτικής συνεργασίας, που να είναι σε θέση να καταστεί πλειοψηφικό ρεύμα, και που να απαντά αποτελεσματικά στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.
Γράφει: Γιάννης Παναγιώτου