Τον Απρίλιο του 1999, πραγματοποιήθηκε στην Ουάσιγκτον συνέδριο με θέμα «Τρίτος Δρόμος: Προοδευτική Διακυβέρνηση για τον 21ο Αιώνα», στο οποίο συμμετείχαν ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Τόνυ Μπλερ, ο Γερμανός Καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο Ολλανδός Πρωθυπουργός Βιμ Κοκ και ο Ιταλός Πρωθυπουργός Μάσσιμο Ντ’ Αλέμα.
Ο Τρίτος Δρόμος, με ιδεολογικό καθοδηγητή τον Καθηγητή Άντονυ Γκιντενς, αποτελούσε το θεωρητικό υπόβαθρο της σύγκλισης των Αμερικανών δημοκρατικών και των Ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών προς το Κέντρο, βασισμένος στην ισορροπία ανάμεσα στην ελεύθερη αγορά και τον κρατικό παρεμβατισμό, με στόχο την οικονομική ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή. Η συμπόρευση σημαντικών ηγετών του δυτικού κόσμου προς μια προοδευτική πολιτική κατεύθυνση σηματοδοτούσε μια νέα εποχή πολιτικής συνεργασίας βασισμένη στη σύνθεση και στη μετριοπάθεια, με πρόταγμα τον πολιτικό εκσυγχρονισμό και την κοινωνική ευημερία.
Τον Φεβρουάριο του 2017, πραγματοποιήθηκε στο Κόμπλεντς της Γερμανίας το συνέδριο των ακροδεξιών κομμάτων της Ευρώπης , στο οποίο συμμετείχαν η Μαρίν Λεπεν του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, η Φράουκέ Πιτρι της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, ο Γκερντ Βιλντερς του ολλανδικού Κόμματος της Ελευθερίας, και ο Ματέο Σαλβίνι της ιταλικής Λίγκας του Βορρά, με βασικό σημείο αναφοράς τους πανηγυρισμούς για την εκλογή του Ντοναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ, που οι συμμετέχοντες στο συνέδριο προσέγγισαν ως προοίμιο των δικών τους επικείμενων εκλογικών επιτυχιών. Τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης, που ίδρυσαν το 2015 κοινή πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το όνομα Ευρώπη των Εθνών και της Ελευθερίας στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι οκτώ χωρών, έχουν ανοδική τάση υποστηρίζοντας τον εθνικισμό και την ξενοφοβία, προωθώντας αντιμεταναστευτικές πολιτικές και στηρίζοντας την αποχώρηση των χωρών τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από το συνέδριο του Τρίτου Δρόμου του 1998 μέχρι το συνέδριο των ακροδεξιών κομμάτων της Ευρώπης το 2017 μεσολάβησαν πολλά εκλογικά, πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα, που καθόρισαν τις ιστορικές εξελίξεις. Αρχικά στις ΗΠΑ ο Μπιλ Κλίντον αντικαταστάθηκε από τον Τζωρτζ Μπους, στη Βρετανία η Κυβέρνηση των Νέων Εργατικών αντικαταστάθηκε από τους Συντηρητικούς, στη Γερμανία ο Γκερχαρντ Σρεντερ αντικαταστάθηκε από την Άγκελα Μέρκελ και στην Ιταλία επικράτησε ο Σύλβιο Μπερλουσκόνι. Στη συνέχεια η πορεία προς τον Τρίτο Δρόμο ανατράπηκε, ο συντηρητικός χώρος κατάφερε να κυριαρχήσει έναντι του προοδευτικού χώρου και σημειώθηκε μια δεξιά στροφή η οποία έφερε στο προσκήνιο διαφορετικές πολιτικές από εκείνες που πρέσβευαν οι εκσυγχρονιστές σοσιαλδημοκράτες ηγέτες. Παρόλο που η αφετηρία του Τρίτου Δρόμου βρισκόταν στη Βρετανία, η αλλαγή στην αμερικανική πολιτική ηγεσία με τη νίκη του συντηρητικού Τζωρτζ Μπους έναντι του φιλελεύθερου Αλ Γκορ επηρέασε δραστικά την επακόλουθη διαχείριση των σημαντικών γεγονότων του πολέμου κατά της τρομοκρατίας και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Η διαχείριση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, βασίστηκε στη νεοσυντηρητική προσέγγιση του επεμβατισμού στον αραβικό κόσμο και οδήγησε σε προβληματικά αποτελέσματα. Η εκτεταμένη ανατροπή κυβερνητικών καθεστώτων με πολεμικά ή άλλα μέσα, χωρίς ολοκληρωμένο σχεδιασμό για την επόμενη μέρα, χωρίς τη δυνατότητα σύντομης μετάβασης σε συνθήκες δημοκρατίας δυτικού τύπου, χωρίς παροχή εκτενούς τεχνικής βοήθειας για τις απαραίτητες αλλαγές και χωρίς υποστήριξη από τις τοπικές κοινωνίες, οδήγησε σε ευρεία αποσταθεροποίηση, όπου η κατάσταση του «αποτυχημένου κράτους» αποτελεί πλέον τη σημαντικότερη κοιτίδα του εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας. Παράλληλα, η αποσταθεροποίηση, οι πολεμικές συγκρούσεις και οι εμφύλιες αντιπαραθέσεις, δημιούργησαν ένα μεγάλο κύμα προσφύγων που κατευθύνεται κυρίως προς την Ευρώπη, όπου αναδεικνύονται σοβαρές αδυναμίες κοινής λήψης αποφάσεων και αποτελεσματικής συνεργασίας.
Η διαχείριση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, βασίστηκε στη νεοφιλελεύθερη προσέγγιση της λιτότητας και οδήγησε επίσης σε προβληματικά αποτελέσματα. Η επιμονή στη σκληρή νομισματική πολιτική, στον περιορισμό των δημοσίων δαπανών, στη μείωση της αξίας της εργασίας, στην εσωτερική υποτίμηση και στην περιστολή του κοινωνικού κράτους, χωρίς ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχεδιασμό και χωρίς στοχευμένη υποστήριξη τομέων με υψηλή προστιθέμενη αξία, σταθεροποίησε την ύφεση και επέτεινε τις κοινωνικές ανισότητες. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν διαφορές ταχύτητες κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επωφελούνται ή θυματοποιούνται από την εφαρμοζόμενη πολιτική, αναδεικνύοντας σημαντικά ελλείμματα στη δυνατότητα διαμόρφωσης πολιτικών που να ανταποκρίνονται στο συλλογικό συμφέρον και στην ευρωπαϊκή συνοχή.
Ως αποτέλεσμα των προβληματικών προσεγγίσεων του νεοσυντηρητισμού και του νεοφιλελευθερισμού προκύπτουν αντίστοιχα και αλληλοσυμπληρούμενα αρνητικά αποτελέσματα: Ενισχύεται η ξενοφοβία, δημιουργούνται αντιμεταναστευτικές προσεγγίσεις, καλλιεργούνται ο εθνικισμός και ο ρατσισμός, και αμφισβητούνται οι αξίες στις οποίες οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενισχύεται ο ευρωσκεπτικισμός, δημιουργούνται φυγόκεντρες τάσεις, αμφισβητείται η αξία της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και απειλείται η συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτά τα αρνητικά αποτελέσματα δημιουργούν κοινωνικά ρεύματα που μορφοποιούνται πολιτικά μέσα από την ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων τα οποία εκφράζουν αυτές τις πολιτικές θέσεις, συναντώντας ανταπόκριση με αυξητική τάση και σε ορισμένες περιπτώσεις με προοπτικές εξουσίας. Όμως το στοιχείο που θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά ενισχυτικά για τα ακροδεξιά κόμματα θα είναι η στάση που θα επιλέξει να τηρήσει απέναντι σε αυτά ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ. Διαχρονικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες επεδίωκαν να λειτουργούν σαν πολιτικό παράδειγμα για τον υπόλοιπο κόσμο με επίκεντρο τις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύουν. Ο Τζον Κεννεντυ είχε πει χαρακτηριστικά κατά τη λήξη της προεκλογικής κούρσας με τον Ριτσαρντ Νίξον το 1960 ότι «εάν δεν καταφέρουμε να προσφέρουμε ένα ζωντανό παράδειγμα για το τι μπορεί να κάνει η ελευθερία, τότε θα έχουμε προδώσει όχι μόνο τους εαυτούς μας και το πεπρωμένο μας, αλλά όλους αυτούς που επιθυμούν να είναι ελεύθεροι». Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να έχουν αυτή τη δυνατότητα και προφανώς οι ακροδεξιοί Ευρωπαίοι ηγέτες επιθυμούν και προσδοκούν να αποτελέσουν τους ιδεολογικούς εταίρους του νέου Αμερικανού Προέδρου στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διαπιστωθεί ο ρόλος που ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ επιφυλάσσει για τον εαυτό του.
Στο πρόσφατο συνέδριο των ακροδεξιών κομμάτων, η Μαριν Λεπεν είπε ότι «βιώνουμε το τέλος ενός κόσμου και τη γέννηση ενός άλλου», και είναι γεγονός ότι ο δυτικός κόσμος βρίσκεται σε ένα πολιτικό σταυροδρόμι, όπου είτε θα διατηρηθεί η σημερινή προβληματική κατάσταση με τις αρνητικές τάσεις που δημιουργεί, είτε θα επικρατήσουν οι ακραίες απόψεις και ο εθνικός απομονωτισμός, είτε θα επικρατήσει η μετριοπάθεια, ο ορθολογισμός και η συνεργασία. Σε αυτές τις περιπτώσεις η κατεύθυνση δεν επιλέγεται από εκείνους που πλειοψηφούν, αλλά από εκείνους που έχουν την πιο σαφή και ξεκάθαρη άποψη για την κατεύθυνση που υποστηρίζουν ότι πρέπει να ακολουθηθεί. Και δυστυχώς, οι δυνάμεις της συντήρησης φαίνεται προς το παρόν να έχουν πολύ πιο ξεκάθαρες απαντήσεις από τις δυνάμεις της προόδου. Έτσι ο προοδευτικός και ο φιλελεύθερος κόσμος στις δύο πλευρές τους ατλαντικού οφείλει να διαμορφώσει και να ξεκαθαρίσει τις απαντήσεις που θα του επιτρέψουν να καταστεί ξανά επίκαιρος, δείχνοντας την κατεύθυνση ενός νέου σύγχρονου Τρίτου Δρόμου.
Γράφει: Γιάννης Παναγιώτου