Home Γιάννης Παναγιώτου Στην παγίδα των υπεραπλουστεύσεων. Του Γιάννη Παναγιώτου

Στην παγίδα των υπεραπλουστεύσεων. Του Γιάννη Παναγιώτου

antigoeurogree1


Οι υπεραπλουστεύσεις των πραγμάτων είναι επικίνδυνες, επειδή μέσα από την απαλοιφή των παραγόντων που συναποτελούν ένα σύνθετο ζήτημα, καταλήγουν σε μονοδιάστατες και ανεπαρκείς προσεγγίσεις.


Ιδιαίτερα στην πολιτική, οι υπεραπλουστεύσεις είναι σύνηθες καταφύγιο για όσους θέλουν να μεταφέρουν εύπεπτα μηνύματα, με λίγα υλικά και εύκολη προετοιμασία. Όμως, παρά το ότι οι υπεραπλουστεύσεις είναι βολικές στην πολιτική επικοινωνία, δεν είναι καθόλου χρήσιμες στην πολιτική πρακτική. Και δυστυχώς, στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης έχουν επικρατήσει με τρόπο που πλέον αποτελούν μέρος του προβλήματος. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι χαρακτηριστική, με αποκορύφωμα τη σύνοψη της υπεραπλούστευσης στο δημοψηφισματικό ερώτημα μεταξύ του ΝΑΙ και του ΟΧΙ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πολύ περίπλοκη για να επιτρέπει μονοσήμαντες αντανακλαστικές αντιδράσεις όπου απλώς “πρέπει να κάνουμε αυτά που μας λένε οι άλλοι” ή απλώς “δεν πρέπει να κάνουμε αυτά που μας λένε οι άλλοι”, χωρίς πρωτογενή καθορισμό επιδιώξεων και προτεραιοτήτων.  

 
Στην πράξη, το ερώτημα που καλείται να απαντήσει ο ελληνικός λαός αποτελεί το απαύγασμα της αποτυχίας των πρόσφατων ελληνικών κυβερνήσεων για σύζευξη δύο μεγάλων εθνικών στόχων: Της απαλλαγής από τη σκληρή λιτότητα και της παραμονής στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όσοι ψάχνουν εύκολες απαντήσεις που να μπορούν να μετατραπούν σε ρυθμικά συνθήματα στα χείλη οπαδών, μπορούν να προτάξουν ότι τα δύο είναι απολύτως ασύμβατα. Όμως αυτές οι απαντήσεις ανακυκλώνουν το πρόβλημα, χωρίς να δίνουν λύση. Η πολιτική της λιτότητας είναι λανθασμένη και πρέπει να αλλάξει. Όμως αυτή η αλλαγή δεν θα επέλθει ξαφνικά, δεν θα επισυμβεί απότομα και δεν θα γιορτάζεται σε μια συγκεκριμένη επέτειο. Η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση και την ύφεση δεν θα συμβεί αυτόματα, αλλά θα προκύψει εξελικτικά, αφενός μέσα από το σταδιακό απεγκλωβισμό από τη σκληρή λιτότητα και το τεράστιο χρέος, και αφετέρου μέσα από τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, την παραγωγική αναδιάρθρωση και το θεσμικό εκσυγχρονισμό. Η θέση της Ελλάδας είναι στην Ευρώπη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Όμως η συμμετοχή της δεν μπορεί να είναι παθητική, αλλά ενεργητική και διεκδικητική, όπου ως ισότιμος εταίρος οφείλει να διαμορφώνει συμμαχίες και να προωθεί πολιτικές. Η οικονομική πολιτική που επικρατεί σήμερα στην Ευρώπη μπορεί να αλλάξει εφόσον προκύψουν ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις οι οποίες να αντιταχθούν σε αυτήν, ανταποκρινόμενες στη λαϊκή εντολή των πολιτών τους, και ελληνική κυβέρνηση έχει καθήκον να συμβάλει ουσιαστικά προς αυτή την κατεύθυνση διαμορφώνοντας τις κατάλληλες συμμαχίες που θα επιτρέψουν την αντικατάσταση της πολιτικής της λιτότητας από αναπτυξιακές πολιτικές.  
 
Οι πολιτικές και οι οικονομικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά από τη θεσμοθέτηση της υπεραπλούστευσης με τη μορφή του δημοψηφισματικού ερωτήματος είναι ακόμα πιο προβληματικές, επειδή θέτουν την άσκηση της πολιτικής σε μια στενά διλημματική βάση. Η επικράτηση ακραίων προσεγγίσεων εκατέρωθεν δεν είναι καθόλου ελπιδοφόρα, επειδή οδηγεί στην περιθωριοποίηση της λογικής, της μετριοπάθειας και της σύνεσης. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η επόμενη ημέρα θα είναι δύσκολη, εκτός εάν η πολιτική ηγεσία καταφέρει να απαγκιστρωθεί από το δίλημμα της υποτακτικής συμμετοχής και της επαναστατικής εξόδου από το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα και τους συντελεστές τους, αυτή η απαγκίστρωση δεν θα είναι εύκολη, όμως αποτελεί τη μόνη ουσιαστική επιλογή. Αλλιώς, θα επικρατήσει ένας βαρύς ελληνικός χειμώνας που θα διαρκέσει πολύ και δεν θα είναι ευχάριστος για κανέναν, εκτός από τους γνωστούς κερδοσκόπους και τους επίδοξους ολιγάρχες, που θα καταφέρουν να εκμεταλλευτούν πράγματα και καταστάσεις.