Home Γιάννης Παναγιώτου Η κοινοβουλευτική παρουσία της ακροδεξιάς. Του Γιάννη Παναγιώτου

Η κοινοβουλευτική παρουσία της ακροδεξιάς. Του Γιάννη Παναγιώτου

elamyiannis


Πολιτική αποτίμηση:

1. Η ανάπτυξη της ακροδεξιάς στην Κύπρο δεν είναι καινούριο φαινόμενο που συγχρονίζεται με την εμφάνιση του ΕΛΑΜ, αφού αντίστοιχα σύνολα αποτέλεσαν κατά καιρούς πόλο έλξης, ιδιαίτερα μέσα από τη δράση των τρομοκρατικών οργανώσεων Εθνικό Μέτωπο και ΕΟΚΑ Β’, μέσα από τη λειτουργία συγκεκριμένων φοιτητικών παρατάξεων και μαθητικών οργανώσεων, μέσα από κύκλους οργανωμένων οπαδών συγκεκριμένων αθλητικών σωματείων και μέσα από την πολιτική παρουσία συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων που συνδέθηκαν ιστορικά με τον ακροδεξιό χώρο ή εκφέρουν ανάλογο πολιτικό λόγο.

2. Τα χαρακτηριστικά που διαθέτει η ακροδεξιά στην Κύπρο δεν είναι πρωτότυπα, αλλά ταυτίζονται με το περιεχόμενο των πολιτικών θέσεων και πρακτικών της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο, που συνοψίζονται στην προώθηση του εθνικισμού, της φυλετικής ανωτερότητας, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του εξτρεμισμού και της πατριδοκαπηλίας, συνοδευόμενων από τη συλλήβδην απαξίωση του πολιτικού συστήματος και τη διεκδίκηση αντισυστημικών περγαμηνών, υποστηριζόμενων από οργανωτική δομή με στρατιωτικού τύπου πειθαρχία και ιεραρχία.

3. Το μοτίβο που συναντάται διεθνώς σε σχέση με τις επανεμφανίσεις της ακροδεξιάς είναι συγκεκριμένο και επαναλαμβανόμενο, αφού μετά από καταστροφικά ιστορικά γεγονότα κατά τα οποία η ίδια διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο, για μεγάλα χρονικά διαστήματα υπνώττει στο περιθώριο ή εγκολπώνεται πολιτικά κόμματα της ευρύτερης δεξιάς, και ακολούθως επανέρχεται σταδιακά με διαφοροποιημένο προσωπείο. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της κεντρικής Ευρώπης μετά από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, της Ελλάδας μετά από την πτώση της Χούντας και της Κύπρου μετά από την τουρκική εισβολή του 1974.

4. Οι πολιτικές συνθήκες που ευνοούν την άνοδο της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο είναι επίσης συγκεκριμένες και επαναλαμβανόμενες, έχοντας να κάνουν με μακρές περιόδους οικονομικής ύφεσης, αυξημένης ανεργίας, οικονομικής ανέχειας και πολιτικής αποσταθεροποίησης, για την αντιμετώπιση των οποίων των πολιτικό σύστημα αδυνατεί να προσφέρει ολοκληρωμένες και αποτελεσματικές λύσεις.

5. Ο ελκυστικός χαρακτήρας που λαμβάνουν οι πολιτικές θέσεις της ακροδεξιάς υπό ορισμένες πολιτικές συνθήκες, παρασύρει πολιτικά πρόσωπα και πολιτικά κόμματα στην αναπαραγωγή αυτών των θέσεων υπό την ψευδαίσθηση της συγκράτησης ψηφοφόρων που αποκλίνουν προς εκείνη την κατεύθυνση, αλλά αυτή η πρακτική αυξάνει την πολιτική και ηθική νομιμοποίηση της ακροδεξιάς που, ως ο αυθεντικός εκφραστής της συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας, καθίσταται εξελικτικά ο μεγάλος κερδισμένος.

6. Οι πολίτες που υποστηρίζουν εκλογικά την ακροδεξιά, δεν μετατρέπονται σε φασίστες ή σε ναζιστές με την ψήφο τους, αφού καταλήγουν σε αυτή την επιλογή εξαιτίας της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να τους εκφράσει και εξαιτίας της εκτεταμένης παραπληροφόρησης, αλλά τα ηγετικά στελέχη της ακροδεξιάς διαθέτουν συνειδητά τα ανωτέρω χαρακτηριστικά που επιμελώς συγκαλύπτουν, μέχρι να κρίνουν ότι οι συνθήκες έχουν ωριμάσει κατάλληλα και ότι έχουν εγκλωβίσει ένα ικανό μέρος του εκλογικού σώματος, για την πλήρη αποκάλυψη του προσανατολισμού τους και για την απέκδυση της προβιάς τους.

7. Παρόλο που στη δημοκρατία διασφαλίζεται το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, υπάρχουν συγκεκριμένες θέσεις και συμπεριφορές που μέσα από τη νομοθεσία προσδιορίζονται ως παράνομες και τιμωρούνται ανάλογα με αυστηρές ποινές, όπως π.χ. με τον Νόμο «Περί της Καταπολέμησης Ορισμένων Μορφών και Εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου» του 2011, καθώς και με το Άρθρο 51 του Ποινικού Κώδικα, που ενώ παραβιάζονται σταθερά από την ακροδεξιά, παραδόξως παραμένουν σε καθεστώς αδράνειας.

8. Σε μια χώρα όπως η Κύπρος, η οικονομία της οποίας βασίζεται ουσιαστικά στην παροχή υπηρεσιών σε ξένους πολίτες και στην προσέλκυση επενδύσεων από ξένους επενδυτές, η καλλιέργεια κλίματος ρατσισμού και ξενοφοβίας λειτουργεί ανασταλτικά για την οικονομική ανάπτυξη και για την επιχειρηματικότητα, αφού οι ξένοι τουρίστες, οι ξένοι φοιτητές και οι ξένοι επιχειρηματίες αποφεύγουν προορισμούς όπου δεν είναι ευπρόσδεκτοι από την τοπική κοινωνία και όπου αποτελούν πιθανούς στόχους επιθέσεων βίας λόγω της διαφορετικότητάς τους.

9. Ενόψει της προοπτικής επίλυσης του Κυπριακού, η ανάπτυξη του εθνικισμού και του εξτρεμισμού θα επιδράσει ιδιαίτερα αρνητικά στην ομαλή εφαρμογή της λύσης, όπως εξάλλου συνέβηκε και στο παρελθόν μέσα από τη δράση αντίστοιχων κύκλων που με την προώθηση μαξιμαλιστικών θέσεων, με δράσεις βίας, με θερμά επεισόδια και με προβοκατόρικες ενέργειες, εξυπηρέτησαν τον τουρκικό επεκτατισμό, συνδράμοντας στη διχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

10. Το αποτέλεσμα των Βουλευτικών Εκλογών είναι αυτονοήτως σεβαστό, με την έννοια του ότι η ακροδεξιά πλέον συμμετέχει στη Βουλή των Αντιπροσώπων, στη Σύσκεψη Αρχηγών/ Εκπροσώπων Κομμάτων και στο Εθνικό Συμβούλιο, λαμβάνει κρατική χορηγία ως κοινοβουλευτικό κόμμα και δικαιούται στελεχιακής υποστήριξης μέσω του θεσμού των Κοινοβουλευτικών Συνεργατών.

11. Ωστόσο, τα πολιτικά κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκρατικά, τοποθετούμενα στο δημοκρατικό τόξο που ξεκινά από την αριστερά, διαπερνά το κέντρο και φτάνει μέχρι τη δεξιά, μπορούν να λειτουργήσουν εποικοδομητικά και να επιβεβαιώσουν τον αυτοπροσδιορισμό τους, αποστερώντας από την ακροδεξιά τη δυνατότητα άσκησης ρυθμιστικού πολιτικού ρόλου και εξαιρώντας την από πολιτικές συνεργασίες και συνδιαλλαγές οποιουδήποτε είδους, οι οποίες της προσδίδουν επιπρόσθετη επιρροή και νομιμοποίηση.

12. Παράλληλα, τα πολιτικά κόμματα πρέπει να λειτουργήσουν με περισσότερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα, διαχειριζόμενα αποτελεσματικότερα τα κρίσιμα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα και αποφεύγοντας τις άγονες αντιπαραθέσεις, τον διαρκή αλληλομηδενισμό και την ισοπεδωτική κριτική, αλλά επιδιώκοντας την εισαγωγή πολιτικής κουλτούρας ευρύτερων συνεργασιών και λειτουργικών συναινέσεων.

13. Ειδικότερα, οι πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκράτες – ανεξαρτήτως της ιδεολογικής και κομματικής τους τοποθέτησης – οφείλουν να σταθμίσουν τους πραγματικούς κινδύνους που ελλοχεύουν ως αποτέλεσμα της ανόδου της ακροδεξιάς, να λάβουν υπόψη την εθνική και τη διεθνή εμπειρία των προηγούμενων δεκαετιών και να δράσουν έτσι ώστε μέσα από την κοινωνία των πολιτών να προταχθεί το αίτημα για τον πραγματικό εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος, που ούτως ή άλλως δεν μπορεί να προκύψει μέσα από την άνοδο της ακροδεξιάς.

14. Η λεγόμενη «πολιτική του κατευνασμού» απέναντι στην ακροδεξιά δοκιμάστηκε διαχρονικά, επανειλημμένα και αποτυχημένα, οδηγώντας στην περαιτέρω ενδυνάμωσή της, με χαρακτηριστικότερα ιστορικά παραδείγματα την περίπτωση της ναζιστικής Γερμανίας του μεσοπολέμου και την πλειάδα περιπτώσεων ακροδεξιών κομμάτων που παρέμειναν στο απυρόβλητο μέχρι που εδραιώθηκαν με μη αναστρέψιμο τρόπο.

15. Η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της ακροδεξιάς στην Κύπρο δεν αποτελεί συγκυριακό πολιτικό γεγονός το οποίο θα ξεφουσκώσει σύντομα, αλλά αντίθετα, αποτελεί την απαρχή της περαιτέρω ενδυνάμωσης αυτού του ακραίου πολιτικού χώρου, η οποία εάν δεν αναχαιτιστεί θα είναι ραγδαία και εντυπωσιακή, λαμβανομένου υπόψη ότι πέρα από τα τέσσερα παραδοσιακά κοινοβουλευτικά κόμματα, το ΕΛΑΜ είναι το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που ιδρύθηκε μετά το 1974 χωρίς να έχει ως προμετωπίδα το πρόσωπο του αρχηγού του, χωρίς να έχει προκύψει ως άμεση διάσπαση από ένα άλλο κόμμα και χωρίς να διαθέτει ιδιαίτερη δημόσια παρουσία, αλλά παρ’ όλα αυτά κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή με δύο Βουλευτές.

16. Τέλος, σημειώνεται ότι η ακροδεξιά αποτελεί τον μοναδικό κομματικό σχηματισμό που κατά τα τελευταία χρόνια καταγράφει διαρκή αύξηση στην εκλογική του δύναμη, τόσο από πλευράς ψήφων όσο και από πλευράς ποσοστού, αφού στις Βουλευτικές Εκλογές του 2011 έλαβε 4354 ψήφους (1.08%) στις Ευρωεκλογές του 2014 έλαβε 6957 ψήφους (2.69%) και στις Βουλευτικές Εκλογές του 2016 έλαβε 13041 ψήφους (3.71%). Ακόμη και αν αυτοί οι αριθμοί ενδεχομένως να φαίνονται μικροί, είναι ενδιαφέρον να ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, η ΕΟΚΑ Β’ είχε 5000 μάχιμα μέλη (Σπυρου Παπαγεωργιου, Απο την ΕΟΚΑ στην ΕΟΚΑ Β΄, Σελ. 13) και 20000 στρατευμένα μέλη (Σπύρου Παπαγεωργίου, Μακάριος διά Πυρός και Σιδήρου, Σελ. 157).

1.       Η ανάπτυξη της ακροδεξιάς στην Κύπρο δεν είναι καινούριο φαινόμενο που συγχρονίζεται με την εμφάνιση του ΕΛΑΜ, αφού αντίστοιχα σύνολα αποτέλεσαν κατά καιρούς πόλο έλξης, ιδιαίτερα μέσα από τη δράση των τρομοκρατικών οργανώσεων Εθνικό Μέτωπο και ΕΟΚΑ Β’, μέσα από τη λειτουργία συγκεκριμένων φοιτητικών παρατάξεων και μαθητικών οργανώσεων, μέσα από κύκλους οργανωμένων οπαδών συγκεκριμένων αθλητικών σωματείων και μέσα από την πολιτική παρουσία συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων που συνδέθηκαν ιστορικά με τον ακροδεξιό χώρο ή εκφέρουν ανάλογο πολιτικό λόγο.

2.       Τα χαρακτηριστικά που διαθέτει η ακροδεξιά στην Κύπρο δεν είναι πρωτότυπα, αλλά ταυτίζονται με το περιεχόμενο των πολιτικών θέσεων και πρακτικών της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο, που συνοψίζονται στην προώθηση του εθνικισμού, της φυλετικής ανωτερότητας, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του εξτρεμισμού και της πατριδοκαπηλίας, συνοδευόμενων από τη συλλήβδην απαξίωση του πολιτικού συστήματος και τη διεκδίκηση αντισυστημικών περγαμηνών, υποστηριζόμενων από οργανωτική δομή με στρατιωτικού τύπου πειθαρχία και ιεραρχία.

3.       Το μοτίβο που συναντάται διεθνώς σε σχέση με τις επανεμφανίσεις της ακροδεξιάς είναι συγκεκριμένο και επαναλαμβανόμενο, αφού μετά από καταστροφικά ιστορικά γεγονότα κατά τα οποία η ίδια διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο, για μεγάλα χρονικά διαστήματα υπνώττει στο περιθώριο ή εγκολπώνεται πολιτικά κόμματα της ευρύτερης δεξιάς, και ακολούθως επανέρχεται σταδιακά με διαφοροποιημένο προσωπείο. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της κεντρικής Ευρώπης μετά από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, της Ελλάδας μετά από την πτώση της Χούντας και της Κύπρου μετά από την τουρκική εισβολή του 1974.

4.       Οι πολιτικές συνθήκες που ευνοούν την άνοδο της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο είναι επίσης συγκεκριμένες και επαναλαμβανόμενες, έχοντας να κάνουν με μακρές περιόδους οικονομικής ύφεσης, αυξημένης ανεργίας, οικονομικής ανέχειας και πολιτικής αποσταθεροποίησης, για την αντιμετώπιση των οποίων των πολιτικό σύστημα αδυνατεί να προσφέρει ολοκληρωμένες και αποτελεσματικές λύσεις.    

5.       Ο ελκυστικός χαρακτήρας που λαμβάνουν οι πολιτικές θέσεις της ακροδεξιάς υπό ορισμένες πολιτικές συνθήκες, παρασύρει πολιτικά πρόσωπα και πολιτικά κόμματα στην αναπαραγωγή αυτών των θέσεων υπό την ψευδαίσθηση της συγκράτησης ψηφοφόρων που αποκλίνουν προς εκείνη την κατεύθυνση, αλλά αυτή η πρακτική αυξάνει την πολιτική και ηθική νομιμοποίηση της ακροδεξιάς που, ως ο αυθεντικός εκφραστής της συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας, καθίσταται εξελικτικά ο μεγάλος κερδισμένος.

6.       Οι πολίτες που υποστηρίζουν εκλογικά την ακροδεξιά, δεν μετατρέπονται σε φασίστες ή σε ναζιστές με την ψήφο τους, αφού καταλήγουν σε αυτή την επιλογή εξαιτίας της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να τους εκφράσει και εξαιτίας της εκτεταμένης παραπληροφόρησης, αλλά τα ηγετικά στελέχη της ακροδεξιάς διαθέτουν συνειδητά τα ανωτέρω χαρακτηριστικά που επιμελώς συγκαλύπτουν, μέχρι να κρίνουν ότι οι συνθήκες έχουν ωριμάσει κατάλληλα και ότι έχουν εγκλωβίσει ένα ικανό μέρος του εκλογικού σώματος, για την πλήρη αποκάλυψη του προσανατολισμού τους και για την απέκδυση της προβιάς τους. 

7.       Παρόλο που στη δημοκρατία διασφαλίζεται το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, υπάρχουν συγκεκριμένες θέσεις και συμπεριφορές που μέσα από τη νομοθεσία προσδιορίζονται ως παράνομες και τιμωρούνται ανάλογα με αυστηρές ποινές, όπως π.χ. με τον Νόμο «Περί της Καταπολέμησης Ορισμένων Μορφών και Εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου» του 2011, καθώς και με το Άρθρο 51 του Ποινικού Κώδικα, που ενώ παραβιάζονται σταθερά από την ακροδεξιά, παραδόξως παραμένουν σε καθεστώς αδράνειας.

8.       Σε μια χώρα όπως η Κύπρος, η οικονομία της οποίας βασίζεται ουσιαστικά στην παροχή υπηρεσιών σε ξένους πολίτες και στην προσέλκυση επενδύσεων από ξένους επενδυτές, η καλλιέργεια κλίματος ρατσισμού και ξενοφοβίας λειτουργεί ανασταλτικά για την οικονομική ανάπτυξη και για την επιχειρηματικότητα, αφού οι ξένοι τουρίστες, οι ξένοι φοιτητές και οι ξένοι επιχειρηματίες αποφεύγουν προορισμούς όπου δεν είναι ευπρόσδεκτοι από την τοπική κοινωνία και όπου αποτελούν πιθανούς στόχους επιθέσεων βίας λόγω της διαφορετικότητάς τους.

9.       Ενόψει της προοπτικής επίλυσης του Κυπριακού, η ανάπτυξη του εθνικισμού και του εξτρεμισμού θα επιδράσει ιδιαίτερα αρνητικά στην ομαλή εφαρμογή της λύσης, όπως εξάλλου συνέβηκε και στο παρελθόν μέσα από τη δράση αντίστοιχων κύκλων που με την προώθηση μαξιμαλιστικών θέσεων, με δράσεις βίας, με θερμά επεισόδια και με προβοκατόρικες ενέργειες, εξυπηρέτησαν τον τουρκικό επεκτατισμό, συνδράμοντας στη διχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.    

10.   Το αποτέλεσμα των Βουλευτικών Εκλογών είναι αυτονοήτως σεβαστό, με την έννοια του ότι η ακροδεξιά πλέον συμμετέχει στη Βουλή των Αντιπροσώπων, στη Σύσκεψη Αρχηγών/ Εκπροσώπων Κομμάτων και στο Εθνικό Συμβούλιο, λαμβάνει κρατική χορηγία ως κοινοβουλευτικό κόμμα και δικαιούται στελεχιακής υποστήριξης μέσω του θεσμού των Κοινοβουλευτικών Συνεργατών.

11.   Ωστόσο, τα πολιτικά κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκρατικά, τοποθετούμενα στο δημοκρατικό τόξο που ξεκινά από την αριστερά, διαπερνά το κέντρο και φτάνει μέχρι τη δεξιά, μπορούν να λειτουργήσουν εποικοδομητικά και να επιβεβαιώσουν τον αυτοπροσδιορισμό τους, αποστερώντας από την ακροδεξιά τη δυνατότητα άσκησης ρυθμιστικού πολιτικού ρόλου και εξαιρώντας την από πολιτικές συνεργασίες και συνδιαλλαγές οποιουδήποτε είδους, οι οποίες της προσδίδουν επιπρόσθετη επιρροή και νομιμοποίηση.     

12.   Παράλληλα, τα πολιτικά κόμματα πρέπει να λειτουργήσουν με περισσότερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα, διαχειριζόμενα αποτελεσματικότερα τα κρίσιμα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα και αποφεύγοντας τις άγονες αντιπαραθέσεις, τον διαρκή αλληλομηδενισμό και την ισοπεδωτική κριτική, αλλά επιδιώκοντας την εισαγωγή πολιτικής κουλτούρας ευρύτερων συνεργασιών και λειτουργικών συναινέσεων.

13.   Ειδικότερα, οι πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκράτες – ανεξαρτήτως της ιδεολογικής και κομματικής τους τοποθέτησης – οφείλουν να σταθμίσουν τους πραγματικούς κινδύνους που ελλοχεύουν ως αποτέλεσμα της ανόδου της ακροδεξιάς, να λάβουν υπόψη την εθνική και τη διεθνή εμπειρία των προηγούμενων δεκαετιών και να δράσουν έτσι ώστε μέσα από την κοινωνία των πολιτών να προταχθεί το αίτημα για τον πραγματικό εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος, που ούτως ή άλλως δεν μπορεί να προκύψει μέσα από την άνοδο της ακροδεξιάς.     

14.   Η λεγόμενη «πολιτική του κατευνασμού» απέναντι στην ακροδεξιά δοκιμάστηκε διαχρονικά, επανειλημμένα και αποτυχημένα, οδηγώντας στην περαιτέρω ενδυνάμωσή της, με χαρακτηριστικότερα ιστορικά παραδείγματα την περίπτωση της ναζιστικής Γερμανίας του μεσοπολέμου και την πλειάδα περιπτώσεων ακροδεξιών κομμάτων που παρέμειναν στο απυρόβλητο μέχρι που εδραιώθηκαν με μη αναστρέψιμο τρόπο.

15.   Η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της ακροδεξιάς στην Κύπρο δεν αποτελεί συγκυριακό πολιτικό γεγονός το οποίο θα ξεφουσκώσει σύντομα, αλλά αντίθετα, αποτελεί την απαρχή της περαιτέρω ενδυνάμωσης αυτού του ακραίου πολιτικού χώρου, η οποία εάν δεν αναχαιτιστεί θα είναι ραγδαία και εντυπωσιακή, λαμβανομένου υπόψη ότι πέρα από τα τέσσερα παραδοσιακά κοινοβουλευτικά κόμματα, το ΕΛΑΜ είναι το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που ιδρύθηκε μετά το 1974 χωρίς να έχει ως προμετωπίδα το πρόσωπο του αρχηγού του, χωρίς να έχει προκύψει ως άμεση διάσπαση από ένα άλλο κόμμα και χωρίς να διαθέτει ιδιαίτερη δημόσια παρουσία, αλλά παρ’ όλα αυτά κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή με δύο Βουλευτές. 

16.   Τέλος, σημειώνεται ότι η ακροδεξιά αποτελεί τον μοναδικό κομματικό σχηματισμό που κατά τα τελευταία χρόνια καταγράφει διαρκή αύξηση στην εκλογική του δύναμη, τόσο από πλευράς ψήφων όσο και από πλευράς ποσοστού, αφού στις Βουλευτικές Εκλογές του 2011 έλαβε 4354 ψήφους (1.08%) στις Ευρωεκλογές του 2014 έλαβε 6957 ψήφους (2.69%) και στις Βουλευτικές Εκλογές του 2016 έλαβε 13041 ψήφους (3.71%). Ακόμη και αν αυτοί οι αριθμοί ενδεχομένως να φαίνονται μικροί, είναι ενδιαφέρον να ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, η ΕΟΚΑ Β’ είχε 5000 μάχιμα μέλη (Σπυρου Παπαγεωργιου, Απο την ΕΟΚΑ στην ΕΟΚΑ Β΄, Σελ. 13) και 20000 στρατευμένα μέλη (Σπύρου Παπαγεωργίου, Μακάριος διά Πυρός και Σιδήρου, Σελ. 157).