Στην Ελλάδα κυκλοφορεί εδώ και καιρό ότι δήθεν “μαζί τα φάγαμε”.
Στην Κύπρο, διαδίδεται αντιστοίχως ότι “τελείωσε το πάρτι”, υπονοώντας ότι όλοι συμμετείχαμε στο φαγοπότι. Και τα δύο συνθήματα έχουν τον ίδιο στόχο: Να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση της συνενοχής των λίγων με τους πολλούς. Σε λίγο θα μας πουν ότι φάγαμε μαζί “ψωμί κι αλάτι”. Όμως εμείς τρώγαμε το αλάτι, ενώ κάποιοι άλλοι έτρωγαν παντεσπάνι.
Στο πάρτι, το μενού περιελάμβανε προνομιακή μεταχείριση, εσωτερική πληροφόρηση και προκλητική χλιδή. Οι θαμώνες του πάρτι απολάμβαναν χαμηλότοκα και άτοκα δάνεια, δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις και χαριστικές διαγραφές δανείων. Οι θαμώνες του πάρτι δανείζονταν τεράστια ποσά εύκολα και γρήγορα, δεν πλήρωναν τις δόσεις τους, δανείζονταν διαρκώς περισσότερα και χρησιμοποιούσαν τα δανεικά χωρίς έλεγχο από κανέναν. Οι θαμώνες του πάρτι είχαν εσωτερική πληροφόρηση για τις μεγάλες δημόσιες προσφορές, για το κούρεμα των καταθέσεων, για τις πολεοδομικές και τις φορολογικές αλλαγές, έτσι μπορούσαν να αποφασίζουν και να δρουν αποκλειστικά προς το συμφέρον τους, σε βάρος των συμφερόντων της κοινωνίας. Οι θαμώνες του πάρτι ζούσαν στη χλιδή, αποθησαύριζαν καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού και μάζεψαν αρκετά χρήματα ώστε να μπορούν να ζήσουν με άνεση και τα δισέγγονα τους. Οι θαμώνες του πάρτι ήταν το αφάν γκατέ του κυπριακού κατεστημένου και προέρχονταν από όλους τους πολιτικούς χώρους, ήταν πολύ λίγοι και έβλαψαν πάρα πολλούς, συνήθισαν στην ευκολία και καλόμαθαν στην ατιμωρησία.
Εμείς που δεν ήμασταν στο πάρτι, είμαστε οι νέοι άνθρωποι που πιστεύουν στις ικανότητές τους, που διατηρούν την αξιοπρέπεια τους, που έχουν όνειρα για το μέλλον, αλλά ασφυκτιούν σε μια χώρα που τους διώχνει. Είμαστε οι εργαζόμενοι που δουλεύουν σκληρά αλλά δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, που προσπαθούν να γίνονται καλύτεροι αλλά βλέπουν το μισθό τους να μειώνεται, που αγαπούν τη δουλειά τους αλλά αγωνιούν για την επόμενη μέρα. Είμαστε οι τίμιοι επιχειρηματίες που προσπαθούν να ανταπεξέλθουν αλλά συναντούν αδιέξοδα, που σέβονται τους υπαλλήλους τους αλλά δεν μπορούν να τους πληρώσουν, που έχουν πρωτότυπα επιχειρηματικά σχέδια αλλά δεν βρίσκουν χρηματοδότηση. Εμείς που δεν ήμασταν στο πάρτι, είμαστε οι άνεργοι που θέλουν να δουλέψουν και να δημιουργήσουν αλλά χάνουν την ελπίδα τους επειδή κουράστηκαν και βαρέθηκαν να ακούν υποσχέσεις και μεγάλα λόγια. Είμαστε οι νέοι γονείς που δυσκολεύονται να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, που δεν μπορούν να τους προσφέρουν όσα χρειάζονται, που δεν ξέρουν σε ποιό κόσμο θα αναγκαστούν να ζήσουν. Είμαστε οι μεγαλύτεροι γονείς που σπούδασαν τα παιδιά τους με θυσίες, αλλά τα βλέπουν σήμερα να μαραζώνουν στην ανεργία, τα βλέπουν να ξοδεύονται στην υποαπασχόληση, και τα βλέπουν σύντομα να παίρνουν το δρόμο της ξενιτιάς.
Εμείς που δεν ήμασταν στο πάρτι, είμαστε οι πολίτες που θέλουν μια καλύτερη χώρα, καλύτερους θεσμούς και καλύτερους πολιτικούς, αλλά εξακολουθούμε να θέλουμε αυτή η καλύτερη χώρα, να είναι η δική μας χώρα. Εμείς που δεν ήμασταν στο πάρτι είμαστε αθώοι και δεν είμαστε πρόθυμοι να αναλάβουμε ευθύνες που δεν μας αναλογούν. Εμείς που δεν ήμασταν στο πάρτι θέλουμε να τιμωρηθούν αυτοί που οργάνωσαν το πάρτι, αυτοί που ήταν θαμώνες στο πάρτι, αυτοί που έτρωγαν και έπιναν στην υγειά των κορόιδων. Και εφόσον η θεσμική τιμωρία εκκρεμεί, θα φροντίσουμε να τους τιμωρήσουμε εμείς με την ψήφο μας, επιλέγοντας νέους ανθρώπους με νέες ιδέες, με καθαρά χέρια και με καθαρό πολιτικό μητρώο, που θέλουν και μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα, που θέλουν και μπορούν να παραμείνουν καθαροί. Μόνο τότε θα τελειώσει πραγματικά το περίφημο πάρτι και μόνο τότε θα καθίσει ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
Γράφει: Γιάννης Παναγιώτου