Home Γιάννης Μαρθάρης Μια οικογένεια Ελληνοκυπρίων στην Κερύνεια. Του Γιάννη Μαρθάρη

Μια οικογένεια Ελληνοκυπρίων στην Κερύνεια. Του Γιάννη Μαρθάρη

keriniamartha


Καιρό προσπαθούσα να πείσω την σύζυγο μου πως ήρθε η ώρα να περάσει και αυτή στα κατεχόμενα.

Ο φόβος οι ενοχές και οι προκαταλήψεις δεν την άφηναν. Πριν λίγες μέρες μου λέει κάτι μου έταξες αλλά το ξέχασες, θέλω να δω την κατεχόμενη Λευκωσία. Δεν θέλω όμως να πάμε μακριά, δεν νιώθω ασφάλεια. Εγώ με χαρά απάντησα θα πάμε εκδρομή.

Έφτασε η Κυριακή, μπήκαμε στο αυτοκίνητο και βρεθήκαμε στο οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου. Ένιωθα την ανάσα της βαριά, το βλέμμα της γεμάτο αγωνία. Τα μικρά μες την καλή χαρά, πήγαιναν εκδρομή, και αυτό τους ήταν αρκετό για να ναι ευτυχισμένα, δεν ξέρουν ούτε από στρατούς ούτε από οδοφράγματα. Λίγο παρακάτω, μια διασταύρωση, από την μια η Κερύνεια από την άλλη η Λευκωσία. Πήγα ευθεία παραβαίνοντας την υπόσχεση μου. Νέος προορισμός η Κερύνεια. Τις χλιαρές της αντιδράσεις γρήγορα τις αντικατέστησαν επιφωνήματα θαυμασμού, ο Πενταδάκτυλος υψωνόταν μπροστά μας επιβλητικά. Τον αισθανόσουν τόσο κοντά σου, που ένιωθες πως αν άπλωνες το χέρι του θα τον άγγιζες. Μας ακούει η 6χρονη κόρη μου, και αναφωνεί, μα αυτό το βουνό είναι στα κατεχόμενα! Δίπλα στην Κερύνεια, μας το είπαν στο σχολείο!! Το κρατάνε οι Τούρκοι, μας το είπε η δασκάλα μας!

Φτάσαμε στην πόλη, το λιμανάκι δεν ήταν δύσκολο να το βρούμε, Κάτσαμε στο εστιατόριο, η θέα ειδυλλιακή, η οικογένεια μου μαγεμένη. Την κατανυκτική στιγμή την έσπασε ο μικρός, παπά θέλω να κάνω μπλουμ! Σκάσαμε στα γέλια.

Φεύγοντας τα μικρά ζήτησαν χυμό, οπότε σταματήσαμε κάπου να αγοράσουμε. Η συνεννόηση δύσκολη, δεν ήξερε Αγγλικά. Πάμε αλλού μου λέει η γυναίκα μου. Πετιέται ο άνθρωπος και μας λέει, όι εν θα πάτε πουποτε. Οι χυμοί των μωρών που λλόου μου. Η γυναίκα μου γύρισε και τον κοίταξε αποσβολωμένη. Ξέρεις Ελληνικά του λέει; Καλώ εν ηξέρω; Εδούλεψα 2 γρόνια ράφτης στην Πεντάγιαν με δικούς σας τζιαι έμαθα τα καλά, αλλά έτο εκάμαμεν μαλακίες τζιαι φορτωθήκαμεν τους Τούρκους πάστην κκελλέν μας τζιαι αναγκάστηκα να φύω. Η έκπληξη της ακόμα μεγαλύτερη. Μιλήσαμε κάμποση ώρα μαζί του, 1η φορά είδα την σύζυγο τόσο ομιλητική, εγώ έκανα πίσω χαμογελώντας. Ήταν η σειρά της να δει αυτά που είδα εγώ πριν 2 χρόνια. Άτε να το λύσουμεν γιε μου, εκουραστήκαμεν. Ήμαστην νιοι τζιαι εγεράσαμεν. Είμαστεν κοντά του απαντώ. Ινσιαλάχ, και με αυτό τον αποχαιρετήσαμε.

Ο επόμενος προορισμός ο άγιος Ιλαρίωνας. Ανεβήκαμε το βουνό, και κάποια στιγμή συναντήσαμε ένα στρατόπεδο. Ένας στρατιώτης μας σταμάτησε, ευγενικότατος το ομολογώ. Το κάστρο λέει είναι ανοικτό μέχρι τις 5. Ήταν ήδη 5:15. Δεν μπορείτε να πάτε λέει. Του απαντώ να πάμε πιο ψηλά τουλάχιστον να δούμε την θέα. Η απάντηση του αρνητική. Εκείνη την στιγμή ακούω την Ελένη μου από πίσω να μου λέει, παπά κρατά όπλο θα μας πυροβολήσει; Το μυαλό μου σκοτείνιασε. Τι να της απαντήσω; Πάντα έχω κάτι να πω, μα εδώ κατάπια την λαλιά μου και έκανα πως δεν άκουσα. Πόσο παράλογος μου φαινόταν πια ο ισχυρισμός πως είμαστε πιο ασφαλείς με 40.000 Τούρκους στρατιώτες στον τόπο μας ενώ έχουμε μια ευκαιρία να τους διώξουμε;

Ήμασταν σπίτι πια. Τους βάλαμε για ύπνο και ανοίξαμε ένα μπουκάλι κρασί, συζητώντας την μέρα μας, απολάμβανα τον ενθουσιασμό της . Παπά είμαι βασιλιάς, αλλά δεν με πήρες στο κάστρο μου, ακούω μια φωνή από τον πάνω όροφο, και εγώ είμαι πριγκίπισσα συμπληρώνει η μικρή Θέλω και εγώ να πάω στο κάστρο. Θα σας πάω το υπόσχομαι, απάντησα. Χαμήλωσα το βλέμμα μου, μελαγχόλησα. Η ερώτηση της κόρης μου με βασάνιζε, ‘’θα μας πυροβολήσουν’’; Ήρθε κοντά μου η γυναίκα μου και με αγκάλιασε. Τώρα ξέρω ποια όμορφη σου πήρε τα μυαλά, μου την σύστησες σήμερα. Τώρα μπορώ να καταλάβω τον αγώνα σου. Μην μασάς μου λέει φιλώντας με στο μέτωπο, είμαι μαζί σου, σε αγαπώ.

Η φωτογραφία από την πλατεία της Κερύνειας, φαγητό και νερό για τα αδέσποτα

Γράφει: Γιάννης Μαρθάρης