Έχουμε πλάκα εμείς οι Έλληνες.
Νομίζω περισσότερο από όλους τους υπόλοιπους λαούς νιώθουμε την ανάγκη να βάζουμε μπροστά τα ανακλαστικά μας και να έχουμε άποψη επί παντός και κυρίως πάνω σε πράγματα για τα οποία μόνο «κάτι έχουμε ακούσει» «κάτι πήρε το αυτί μας».
Σίγουρο είναι πως και εγώ έχω πέσει στην σχεδόν αυτόματη παγίδα ουκ ολίγες φορές, αφού ολόκληρη η παιδεία μας στηρίζεται σε ένα γενικόλογο άρπα κόλλα στο οποίο κυριαρχούν οι παραμυθίες και το θυμικό.
Πήρα παράδειγμα τώρα, από τις διαβόητες δηλώσεις του Γκοντάρ, σύμφωνα με τις οποίες ο εκ των μεγάλων δασκάλων του ευρωπαϊκού σινεμά, ζήτησε από τον Γάλλο Πρόεδρο να διορίσει ως Πρωθυπουργό την κυρία Λεπέν.
Ω θεοί….! (όλοι κοπιάστε, δεν φτάνουν οι μισοί!)
Τόσο η παρουσίαση της είδησης όσο και τα σχόλια των αναγνωστών ήταν κυριολεκτικά από άλλο πλανήτη, ή μάλλον από έναν πλανήτη αρκετά οικείο μας.
Εκείνον της ανάγκης «να πούμε για να πούμε» που συνήθως αγνοεί απόλυτα την ίδια την είδηση και τις ποιοτικές της λεπτομέρειες.
Εδώ, θέλω να ξεκαθαρίσω πως δεν είμαι φαν του Γκοντάρ.
Ως κινηματογραφιστή, τον βαριέμαι, όπως και τους περισσότερους γάλλους.
Όμως, πριν από χρόνια ο Κώστας Φέρρης μου άνοιξε τα μάτια στην δοκιμιογραφία του και τα κείμενα του και τον λάτρεψα ως στοχαστή επί του κινηματογράφου και όχι μόνο.
Λίγο να έχεις δει τις ταινίες του και λίγο να έχεις διαβάσει είτε γραπτά του είτε και συνεντεύξεις του μπορείς να καταλάβεις πως ο Γκοντάρ είναι ένας εκ πεποιθήσεως σαρκαστής και ριζοσπαστικός προβοκάτορας της πραγματικότητας με βαθιά απέχθεια στον αυταρχισμό οποιασδήποτε εξουσίας. Ένας Jokerman. (Συνιστώ το έξοχο ομώνυμο τραγούδι του Dylan για βοήθημα στον τρόπο σκέψης).
Τι είπε λοιπόν ο Γκοντάρ που ξεσήκωσε την μήνιν;
Κατά λέξη: «Ήλπιζα ότι το Εθνικό Μέτωπο θα κερδίσει. Θεωρώ ότι ο Φρανσουά Ολάντ πρέπει να διορίσει, το είπα ήδη στο ραδιοφωνικό σταθμό France Inter, όμως εκείνοι το παρέλειψαν, πρωθυπουργό τη Μαρίν Λεπέν»
Κάποιοι αναγνώστες (καλύτερα να διαβαστεί ως «αν-άγνωστες») σταμάτησαν εκεί.
Αρκούσε προφανώς για να βγουν τα ετοιμοπόλεμα αντιφασιστικά μαχαίρια , οι απέραντες θλίψεις για το κατάντημα του πάλαι πότε προοδευτικού και τα στερεότυπα σχόλια για το μυαλό που έχει φυράνει ένεκα ηλικίας.
Αμέσως μετά, ο Γκοντάρ τόνιζε: «Για να κινηθούν λίγο τα πράγματα. Για να προσποιούμαστε ότι κινούνται, ακόμα και αν δεν κινούνται στην πραγματικότητα. Αυτό είναι καλύτερο από το να προσποιούμαστε ότι δεν κάνουμε τίποτα»
Στο τέλος της συνέντευξης του, θύμισε και κάτι που προφανώς οι όψιμοι επικριτές του λησμόνησαν τελείως: «Πριν από καιρό, ο Ζαν Μαρί Λεπέν είχε ζητήσει να εκδιωχθώ από τη Γαλλία. Εγώ το μόνο που επιθυμώ είναι κάτι να κινηθεί λίγο…»
Το μόνο που βλέπω εγώ στις δηλώσεις του σκηνοθέτη είναι απελπισία.
Απελπισία, ενός πραγματικού πνευματικού ανθρώπου, ενός δημιουργού που ποτέ του δεν βολεύτηκε κάτω από κανέναν ουρανό, που ουδέποτε χαριεντίστηκε με τους δυνάστες και τους εξουσιαστές. Απελπισία καθώς τίποτα μα τίποτα δεν πάει καλά ενώ παράλληλα δεν υπάρχει κανένα υπολογίσιμο αντίπαλο δέος προς το κτήνος.
Και ασφαλώς, αν κάτι τον «τρελαίνει» ακόμα περισσότερο είναι οι κατακερματισμένες σε πολλές μικρές ομάδες συμφερόντων κοινωνίες που είναι λοβοτομημένες και ανίκανες να δράσουν συλλογικά με ποιοτικά κριτήρια.
Το κτήνος λοιπόν δουλεύει ανενόχλητο συμπαρασέρνοντας τα πάντα.
Αφού λοιπόν πια συνηθίσαμε στο κτήνος, ας έρθει η άβυσσος.
Αυτό είπε ο Γκοντάρ και τίποτα περισσότερο ή λιγότερο.
Ας έρθει η άβυσσος, μήπως και με αυτήν αναγκαστούμε να ενωθούμε σε μία πραγματική συλλογικότητα εναντίον της.
Ας μην ξεχνάμε επίσης, πως είναι σκηνοθέτης.
Μπορώ να φανταστώ λοιπόν τον σουρεαλισμό της σκηνής:
Η Λεπέν πρωθυπουργός του Σοσιαλιστή (βήχας) Ολάντ.
Τι θα μπορούσε να συμβεί μετά από αυτό;
Η διάλυση του Σοσιαλιστικού κόμματος, το φευγιό των αριστερών του προς την Αριστερά, η αποθράσυνση των ακροδεξιών στοιχείων, ταραχές στους δρόμους, συγκρούσεις και ανάφλεξη. Μία δυνάμει αποσύνθεση του συστήματος με αποδυνάμωση των μηχανισμών που το συντηρούν.
Με άλλα λόγια, κάποια κίνηση έναντι της σημερινής αφασίας.
Κάτι, για να ανοίξουν τα αποστήματα και να χυθεί έξω το συσσωρευμένο πύον, το δηλητήριο που συντίθεται από τον νεοφιλελευθερισμό, την εξουσιολαγνεία, την χωρίς έμπνευση πυξίδα και ηγεσία Αριστερά, και τον κόσμο που παραμένει ζαλισμένος από την απώλεια του υπερκαταναλωτικού ονείρου στο οποίο θέλει ακόμα να επιστρέψει.
«Κάτι, να κινηθεί λίγο…»
Γράφει: Γιώργος Πήττας