«Μια φορά πεθαίνουμε, μα εσύ πέθανες πολλές. Πολλές φορές σκοτώθηκες, πολλές φορές σκότωσες, Κύπρος»
Η εκλογή στην ηγεσία της Τουρκοκυπριακής κοινότητας του Μουσταφά Ακκιντζί μέσα σε λίγες ώρες σήκωσε αέρα δροσερό, αέρα που είχε να πνεύσει από την εποχή που άνοιξαν τα οδοφράγματα το 2003. Τότε, χιλιάδες Τουρκοκύπριοι βρέθηκαν στην Πλατεία Ινονού της κατεχόμενης Λευκωσίας να απαιτούν την αποκαθήλωση του Ντεκτάς και την επιτάχυνση της διαδρομής προς τη λύση του Κυπριακού. Κράδαιναν σημαίες της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ε.Ε.
Η Ελληνοκυπριακή πλευρά, πλην εκείνων που πάντα στέκονταν στις γραμμές της ειρήνης, έμεινε αδιάφορη, βυθισμένη στα μαλακά μαξιλάρια της οικονομικής ευμάρειας του κατασκευάσματος που βαφτίστηκε «Κυπριακό οικονομικό θαύμα». Το κατασκεύασμα που λίγα χρόνια μετά από το «περήφανο» Όχι του 2004 έμελλε να καταρρεύσει αφενός υπό το βάρος της παγκόσμιας κρίσης και αφετέρου από την περίπου αδιανόητη σαθρότητα των υλικών που το συνέθεσαν. Σαθρότητα που τώρα, με τη μορφή αλλεπάλληλων σκανδάλων, ξερνά το δύσοσμο πύον που για χρόνια συσσωρεύθηκε κάτω από την ροδαλή μας επιδερμίδα.
«Οι μανάδες φύλαγαν τους ανθούς της πορτοκαλιάς, οι πατεράδες πάγωναν τα ποτά στα κρύα νερά των πηγαδιών και τα παιδιά σου, έδιναν ονόματα στα περιστέρια. Όλοι αυτοί έφυγαν. Παίζοντας με την τουρκικότητα και την ελληνικότητα μας, έφτιαξαν το σκύλο και το γάτο. Μαγείρευαν καυγάδες, μαζικές σφαγές, κι εμείς ψήναμε την προσφυγιά.»
Η εκλογή στην ηγεσία της Τουρκοκυπριακής κοινότητας του Μουσταφά Ακκιντζί μέσα σε λίγες ώρες μαζί με τον φρέσκο αέρα της ελπίδας, σήκωσε και σκόνη γκρίζα και βαριά, κάτι σαν τέφρα ηφαιστείου που φράζει τα πνευμόνια και σε δολοφονεί με ασφυξία.
Πριν τελειώσει η νύχτα των εκλογών, άρχισαν τα μηνύματα από τους κύκλους εκείνους που για χρόνια ολόκληρα ζουν ποδοβολώντας πάνω στην πλάτη της ιστορίας, ενταφιάζοντας συστηματικά το μέλλον του τόπου και των παιδιών του. Στα κοινωνικά δίκτυα, οι εκπρόσωποι τους αντικατέστησαν τις φωτογραφίες των προφίλ τους με το «ΟΧΙ» του 2004.
Όποιος ελάχιστα διατηρεί τη λογική του, αναρωτιέται: Όχι; Σε τι πράγμα λέμε Όχι;
Διότι από τη στιγμή που ακόμα δεν έχουν καν εκκινήσει οι διαπραγματεύσεις, η εκ προοιμίου άρνηση το μόνο που φανερώνει είναι η σπουδή τους να ακρωτηριάσουν για άλλη μια φορά τις προοπτικές.
«Δεν είδες προκοπή Κύπρος, ούτε από τα τζαμιά ούτε από τις εκκλησιές σου. Να θαφτεί στη γη ο ήχος των καμπάνων σου και η προσευχή του Ιμάμη σου»
Ποιος όμως είναι ο Μουσταφά Ακκιντζί; Γιατί προκάλεσε τόση ταραχή;
Ευθέως: Το πρόσωπό του και η κοινωνία που σηκώθηκε από τον καναπέ της για να τον στηρίξει και να τον φέρει στην ηγεσία της με 60% συνιστούν στο 100% την εξάντληση των ορίων για την επίλυση του Κυπριακού. Για την επανένωση του νησιού. Για την μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε μια Ομοσπονδία μέσα στην οποία οι δυο μεγάλες της κοινότητες θα μπορέσουν να υπάρξουν ειρηνικά, να προκόψουν, να εκμεταλλευτούν προς όφελος τους τα αγαθά της πατρίδας τους. Να υπάρξουν επιτέλους και ως πολίτες. Δηλαδή, πολιτικά.
Ναι, είναι άβολο για αρκετούς. Για όλους αυτούς που έμαθαν να ζουν μέσα από μνημόσυνα λογύδρια και καθ’ εκάστην Κυριακή καταθέσεις στεφάνων σε ηρωικούς πεσόντες.
Από τη γέννηση της, αυτή η δημοκρατία, θρηνεί και πενθεί.
Δοξολογεί το χθες και κλαίει με δάκρυα αίματος.
«Ένα λάθος στην ανατολή της Μεσογείου, ενα αδιόρθωτο λάθος είμαστε, μια επαρχία που νομίζαμε πως ήμασταν νησί και στην κίτρινη αγκαλιά μας μισοκοιμόντουσαν τα φίδια»
Ναι, είναι άβολο για αρκετούς. Για όλους αυτούς που για χρόνια πουλάνε τον εαυτό τους ως προϊόν στην κοινωνία και δηλώνουν πολιτικοί αλλά άλλο δεν ξέρουν από το να παίζουν την ίδια κασέτα για δεκαετίες, υποχρεώνοντας τον τόπο στην καθυστέρηση. Εκπαιδεύοντας τον κόσμο στην ευτυχία μιας πανάκριβης λιμουζίνας, ενός τεράστιου σπιτιού, μιας μεγάλης πισίνας. Τουλάχιστον τώρα, όλα αυτά μπήκαν σε τριγμό. Κινδυνεύουν. Και βέβαια, όχι από τον εισβολέα, όχι από τον Τούρκο.
Όπως ήδη εδώ και χρόνια πολλά, έχει κατασπαραχτεί το σώμα του πολιτισμού. Δοξάζουμε πολέμαρχους, ποτέ τους δασκάλους, τους ποιητές, τους δημιουργούς.
Ο Μουσταφά Ακκιντζί είναι πρόβλημα. Είναι 100% Κύπριος. Λεμεσιανός. Έκανε μια εκστρατεία από την οποία απουσίαζε κάθε εθνικιστική νύξη. Ούτε λάβαρα, ούτε τίποτα. Με σύμβολο την ελιά, της οποίας δύο κλαδιά κοσμούν τη σημαία της Κύπρου. Με μουσική υπόκρουση ένα παραδοσιακό Κυπριακό τραγούδι που χάνεται στους αιώνες και βρίσκεται στα χείλη όλων των Κυπρίων.
Η εκλογή Ακκιντζί, έριξε βαριά την ταφόπλακα στην διχαστική κουλτούρα του Ντεκτάς. Μια κουλτούρα, που σε μεγάλο βαθμό παραλίγο να την επαναφέρουμε για τα καλά το 2004.
Η ευθύνη που τώρα βαραίνει τα κόμματα και τους πολίτες που στηρίζουν τη λύση, είναι ιστορικής σημασίας. Η κοινωνία, σίγουρα δεν είναι αυτή που ήταν πριν από δέκα χρόνια.
Με την πλήρη απομυθοποίηση των πολιτικών, με την έκθεση σε δημόσια θέα της διαφθοράς, τίποτα δεν είναι ίδιο. Η Κύπρος, χρειάζεται μία συθέμελη ανασυγκρότηση, χρειάζεται να κατεδαφίσει και να πετάξει στα σκουπίδια τα υλικά από τα οποία πολλά φτιαχτήκαν και, να δώσει χώρο και χρόνο στη διαμόρφωση μιας νέας ηγεσίας σε όλα τα επίπεδα.
Αυτό, μόνο με την ευτυχή κατάληξη του νέου κύκλου των διαπραγματεύσεων μπορεί να επιτευχθεί.
Υπάρχουν εκατοντάδες νέοι άνθρωποι από όλες τις κοινότητες, μορφωμένοι και ικανότατοι, απαλλαγμένοι από ενοχές και ιστορικά κολλήματα, έτοιμοι να πάρουν τα ηνία προκειμένου να κάνουν την Κύπρο μια κανονική χώρα.
«Χωρίς τις βρετανικές βάσεις τι θα κάναμε εμείς Κύπρος; Πως θα πυκνώναμε τα καρκινώματα μας; Χωρίς την ελληνική μεραρχία πως θα κοντοφέρναμε στον Όμηρο; Χωρίς τον τουρκικό στρατό πως θα γνωρίζαμε τις μυστικές υπηρεσίες και το βαθύ κράτος; Μίλησε Κύπρος, μη σιωπάς!»
Όλες οι φράσεις σε εισαγωγικά, είναι από το ποίημα της Faize Ozdemirciler «Κύπρος, πικράθηκα στα Ελληνικά, πληγώθηκα στα Τούρκικα». Τη νύχτα της 29ης Απριλίου, το ποίημα αποδόθηκε θεατρικά, σε μία ηλεκτρισμένη παράσταση από τον Τουρκοκύπριο Γιασαρ Ερσόυ, μέσα στο ξέχειλο από κόσμο Σατιρικό Θέατρο της Λευκωσίας.
Γράφει: Γιώργος Πήττας