Δεν μιλώ μόνο σε σένα, απλά έτυχε να μάθω την ιστορία σου καθώς ξαφνικά την δημοσιεύουν τα Μέσα Ενημέρωσης (;) συχνά με φριχτή και χυδαία πονηριά, άλλες φορές αδιάφορα και ίσως που και που απέριττα, χωρίς δηλαδή τα προπαγανδιστικά περιττώματα…
Όμολογώ, δεν ήξερα. Δεν ήξερα. Νόμιζα, πως εκείνος ο ένστολος δολοφόνος, είχε σκοτώσει «μόνο» τον φίλο σου τον Αλέξανδρο.
Δεν είχα ιδέα πως ο φόνος ήταν διπλός.
Δεν είχα ιδέα πως ενώ ο Αλέξανδρος βρέθηκε κάτω από το χώμα, εσύ αφέθηκες πίσω στα δεκαπέντε σου να συνεχίζεις επί γης με τα πάντα για σένα να έχουν τελειώσει οριστικά, κι’ από τότε ίσως χωρίς να το καταλαβαίνεις, να ψάχνεις να βρεις το μονοπάτι για να συναντήσεις τον καλό σου φίλο.
Δεν είμαι ο πατέρας σου, αλλά είσαι γιός μου.
Είσαι ο γιος κι’ ο αδερφός, και ο αγαπημένος κάθε ανθρώπου που το μυαλό του κρατά ακόμα ένα ελάχιστο νήμα που να τον συνδέει με την καρδιά του και με τα όνειρα του, κάθε ανθρώπου που έχει μέσα του λίγη τσίπα κι’ αξιοπρέπεια.
Είσαι γιος όλων μας, όλων εκείνων που μεγαλύτεροι από σένα ζήσαμε, γεράσαμε, πεθάναμε εδώ και χρόνια ή και αιώνες, κι’ αφήσαμε τον κόσμο ακίνητο, να δουλεύει σαν μια τεράστια κρεατομηχανή στη βάση της οποίας το αίμα και ο ιδρώτας σκεπάζουν και πνίγουν όσα ωραία κατόρθωσαν οι άνθρωποι.
Γιατί, στο τόσο αίμα, στην τόση αδικία, νιώθω μερικές φορές πως όλα τα τραγούδια και οι μουσικές οι εξαίσιες και τα ποιήματα τα στοχαστικά, όλα, χάνουν το νόημα τους αφού ακόμα επιτρέπουμε την ακύρωσή τους μέσα από όσα αφήνουμε ακόμα να γίνονται.
Είσαι 20, είμαι 56.
Είμαι 40, 30, είμαι 80, 100. Είμαι αιώνων. Και είμαι ο ίδιος.
Στα 20, να βλέπω καθαρά στα 30 να ψάχνω να βρω τις καμπύλες που θα φέρουν σε λογαριασμό το όνειρο με την πραγματικότητα- που φτιάχτηκε πριν από μένα- και μετά, να γίνομαι ένα με αυτήν την πραγματικότητα, άντε, προσθέτοντας κάποιο μικρό φτιασίδι .
Έτσι τσουλά ο κόσμος. Λίγο, και πάλι. Λίγο, και πάλι.
Έτσι νομίζω δηλαδή.
Αχ βρε Νίκο…
Η αλήθεια είναι πως αν είχα βρεθεί στη θέση σου κάποτε στα δεκαπέντε μου, ίσως να είχα πάρει το ίδιο μονοπάτι ή και «χειρότερο» ακόμα. Δεν ξέρω.
Δεν έχω ιδέα αν θα έβρισκα το θάρρος, την αποκοτιά να κηρύξω πόλεμο.
Βλέπεις, ο πόλεμος έχει ήδη κηρυχτεί προ πολλού, από άλλους. Από τις εξουσίες- καλά το πιστεύεις αυτό θαρρώ.
Και εμείς, νομίζουμε πως «πολεμάμε» αλλά στην πραγματικότητα αμυνόμαστε διαρκώς βαφτίζοντας την άμυνα με διάφορα ονόματα, τα βρίσκεις εύκολα τα ονόματα αυτά στις ετικέτες των ιδεολογιών.
Νίκο, σου ζητώ συγνώμη.
Σου ζητώ συγνώμη που εσύ είσαι στη φυλακή, ενώ οι κουστουμάτοι κλέφτες, καταχραστές, άρπαγες, κυνικοί και δολοφόνοι, κυκλοφορούν χαχανίζοντας και μας βγάζουν τη γλώσσα με τα σάλια τους να στάζουν, καθώς αυτοί, δεν παύουν ποτέ να πεινάνε.
Για χρήμα και δύναμη. Ψοφάνε να γίνονται «θεοί» και ορίζουν έτσι τις τύχες των άλλων.
Και το που μας καταντήσανε, το ξέρεις, το ξέρω, το ξέρουμε.
Τα ξέρουμε;
Αυτοί δεν είναι που κατασκευάζουν τον κάθε Κορκονέα;
Δεν ξέρω αν το άκουσες, τις ώρες που εσύ ήσουν ήδη στα τρυφερά και στοργικά χέρια της Ελληνικής Πολιτείας, ένας συνάνθρωπος μας από τη Σενεγάλη κατέληξε στις γραμμές του τρένου κυνηγημένος όχι από τις δυνάμεις Καταστολής, αλλά, από την Δημοτική Αστυνομία.
Ο εκφασισμός μας, προχωρά σαν τον επιθετικό καρκίνο στο σώμα της κοινωνίας Νίκο.
Και πρέπει τώρα, να ζητήσω συγνώμη (πόσο μα πόσο ηλίθια λέξη κάποιες φορές) και από τα παιδιά αυτού του ανθρώπου.
Θέλω να τους πω «δεν είμαστε όλοι έτσι» αλλά γιατί να με πιστέψουν αφού αφεθήκαμε να γίνουμε έτσι;
Εγώ επέτρεψα να γίνουμε έτσι. Εγώ και κανένας άλλος.
Αχ, Νίκο, Νίκο…
Η αλήθεια είναι πως δεν συμφωνώ καθόλου με τις ληστείες-απαλλοτριώσεις- τις βόμβες κλπ.
Η αλήθεια η πικρή, είναι πως όλα αυτά, το μόνο που καταφέρνουν στο τέλος, είναι μια τρύπα στο νερό και κάποιοι, καλή ώρα όπως εσύ και οι σύντροφοί σου, γίνονται ανώφελη θυσία στον βωμό ενός συστήματος που έχει μάθει να αυτοπροστατεύεται και να αυτοσυντηρείται.
Έχει πείρα δεκάδων αιώνων σε αυτό.
Μην με ρωτάς ποια είναι η λύση. Δεν ξέρω, δεν ξέρω τίποτα.
Λες, είσαι Αναρχικός.
Καλά κάνεις!
Αιώνες πριν η Αντιγόνη , το 467 «π.Χ» φώναξε:
«ούδ’ αισχύνομαι έχουσ’ άπιστον τηνδ’ αναρχίαν πόλει»
«καμιά ντροπή δεν έχω να πάω κόντρα στη θέληση των κρατούντων»
Ίσως να ξέρεις, πως σε αυτά τα λόγια που βάζει ο Αισχύλος στα χείλη της Αντιγόνης, πάρα πολλοί διαβάζουν την πρώτη εκ βαθέων αντιεξουσιαστική κραυγή.
Και τι ήθελε η Αντιγόνη;
Να τιμήσει τον αδερφό της τον Πολυνείκη.
Και τι ήθελες εσύ;
Να τιμήσεις τον αδερφό σου, τον Αλέξανδρο.
Σου είπα πιο πάνω «Καλά κάνεις!».
Πάντα πίστευα Νίκο, πως η αντιπάθεια προς την Εξουσία, είναι τόσο φυσική, όσο και η αναπνοή.
Αλλά, νομίζω, πως η καλύτερη εκδίκηση προς όλους αυτούς τους εμετικούς και χαμερπείς, είναι να μην τους αφήσεις να σε τυφλώσουν από το μίσος που σου δημιουργούν.
Αυτή την τυφλότητα επιδιώκουν.
Αυτό το θόλωμα που στο τέλος φτάνει να ευνουχίζει την δική σου πολυτιμότητα, για να την ακυρώσει.
Θυμάμαι πριν από λίγα χρόνια, διάβαζα μία προκήρυξη της Συνομωσίας τω Πυρήνων της Φωτιάς.
Την διάβασα προσεκτικά και την είχα σχολιάσει.
Μου φάνηκε, καθώς τη διάβαζα, πως μέσα της «άκουσα» αντίλαλους από τον Jim Morrison.
«This is the end, this is the end my friend».
Βέβαια, και ο Morrison, ολοκαύτωμα του εαυτού του έγινε.
Αλλά, πρόλαβε και πήγε κόντρα, χωρίς να τον ευνουχίσουν και να τον τυφλώσουν.
Άφησε ξωπίσω του, πέντε, δέκα, είκοσι τραγούδια, πραγματικά φλογοβόλα, που τύλιξαν τον πλανήτη, έφτασαν με τη δύναμή τους παντού και έκαναν τη απογοήτευση πολλών, λιγότερη.
Την συντρόφεψαν. Έγιναν βιταμίνη για το πάθος του κάθε ένα, να πολεμήσει το κτήνος όχι κουτουλώντας το κατακέφαλα, αλλά ακολουθώντας το προσωπικό του όνειρο.
Και ξέρεις Νίκο, καλέ μου Νίκο, μόνο έτσι ίσως μπορεί να γίνει κάπως, κάτι.
Γιατί τα όνειρα των ανθρώπων αδιόρατα ενώνονται και κάθε τόσο, κάνουν τη διαφορά.
Μια τόση δα μικρή διαφορά, ανεπαίσθητη ίσως, αλλά που αθροίζεται με την προηγούμενη και την επόμενη.
Κι αυτή η διαφορά, μας αφορά όλους.
Νίκο, δεν ξέρω τι άλλο να σου πω. Να επαναλάβω πως ντρέπομαι για λογαριασμό μου και όλης της γενιάς μου; Κι’ ας μην είμαστε όλοι κατάπτυστοι. Το αποτέλεσμα μετράει.
Και το αποτέλεσμα είσαι εσύ. Η θέση στην οποία έχεις βρεθεί.
Εσύ και οι σύντροφοί σου. Είμαι μαζί σας κι’ ας διαφωνώ με την πρακτική σας.
Είμαι μαζί σας, γιατί είναι αδύνατον να είμαι «απέναντι» και γιατί η αδιαφορία είναι χειρότερη κι’ από την αντιπαλότητα.
Κλείνω με τα λόγια ενός ανθρώπου που σε αγαπά πολύ και με μεγαλύτερη συνέπεια από μένα.
Ενός ανθρώπου που με τον τρόπο του, υπήρξε βαθύτατα αναρχικός και μισήθηκε από τους χυδαίους της εποχής μας.
Του Μάνου Χατζιδάκι:
«Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν… ανακαλύπτονται. Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ’ αφέλεια, σ’ όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δε συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος»
Νίκο συγνώμη. Συγνώμη.
Γράφει: Γιώργος Πήττας