Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας και Τεχνολογίας (ΕΙΤ) ιδρύθηκε το 2008 με στόχο να αυξηθεί η βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη με την ενίσχυση της ικανότητας καινοτομίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ελλείψεις που οδήγησαν στην ίδρυση του ΕΙΤ ήταν: (α) ο κατακερματισμός του συστήματος καινοτομίας, (β) η ελλιπής χρήση των υφιστάμενων πλεονεκτημάτων της έρευνας για την παραγωγή οικονομικής ή κοινωνικής αξίας, (γ) η αποτυχία ως προς τη διατήρηση ή ανανέωση επιχειρήσεων, (δ) η έλλειψη επιχειρηματικής κουλτούρας με συνεπακόλουθο την ύπαρξη χαμηλού επιπέδου καινοτόμου δραστηριότητας, και (ε) οι κακές επιδόσεις ως προς την ανάπτυξη, προσέλκυση και διατήρηση ταλαντούχων ατόμων.
Το ΕΙΤ φιλοδοξεί να αποτελέσει τον καταλύτη του λεγόμενου «τριγώνου της γνώσης» στην Ευρώπη, αξιοποιώντας την καινοτόμο επιχειρηματικότητα ως το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα και τεχνολογία, και τη βιομηχανία και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η μοναδικότητα του ΕΙΤ έγκειται στη διασύνδεση όλων των φορέων του τριγώνου της γνώσης σε μια μακροχρόνια κοινή προσπάθεια και στην υιοθέτηση μιας προσέγγισης προσανατολισμένης σε αποτελέσματα, προωθώντας την «ανοικτή καινοτομία» (open innovation). Η μέχρι τώρα λειτουργία του ΕΙΤ έχει οδηγήσει στην δραστηριοποίηση, με σημαντικά απτά αποτελέσματα, τριών Κοινοτήτων Γνώσης και Καινοτομίας (Knowledge Innovation Communities – KICs), ενώ προγραμματίζεται η δραστηριοποίηση περαιτέρω KICs, στο πλαίσιο της «Ατζέντας για τη Στρατηγική της Καινοτομίας» (Strategic Innovation Agenda) η οποία θα υπογραμμίζει τη δράση του ΕΙΤ για την επταετία 2014-2020, ως σημαντικής συνιστώσας του νέου χρηματοδοτικού προγράμματος της Ευρώπης «Ορίζοντας 2020». Μάλιστα, προτείνεται ο δεκαπλασιασμός του προϋπολογισμού που θα χειρίζεται το ΕΙΤ για την εν λόγω περίοδο, σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, συγκεκριμένα από 300 εκατομμύρια Ευρώ σε 3 δισεκατομμύρια Ευρώ.
Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω σημαντικές εξελίξεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ως προς την προώθηση της καινοτόμου επιχειρηματικότητας μέσω της έρευνας, της τεχνολογίας και της εκπαίδευσης σε ανώτατο εκπαίδευση, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, την ανάπτυξη, και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο προχωρεί στην ίδρυση Ερευνητικού Ινστιτούτου εντός του Πανεπιστημίου. Η σχετική πρόταση που ετοιμάστηκε από την Επιτροπή Στρατηγικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης επικυρώθηκε από τη Σύγκλητο και το Συμβούλιο και τώρα ετοιμάζεται το νομοθετικό πλαίσιο για να προωθηθεί στα θεσμικά όργανα της Πολιτείας. Η ίδρυση του Ερευνητικού Ινστιτούτου θα συμβάλει στην ενίσχυση της αυτονομίας του Πανεπιστημίου ως προς τις διαστάσεις οργανωτική δομή, χρηματοδότηση και προσωπικό, και κυρίως θα προωθήσει τη διασύνδεση των ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων της έρευνας και μεταπτυχιακής εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου με τον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Απώτερος στόχος, μέσω της ίδρυσης Ερευνητικού Ινστιτούτου στο ΤΕΠΑΚ, είναι η δημιουργία πιο ευέλικτων δομών για την ουσιαστική ώθηση και προαγωγή της επιστημονικής έρευνας και της συνεργασίας με τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Πρωτίστως ο νέος αυτός θεσμός θα παρέχει κίνητρα στους ερευνητές για να είναι σε συνεχή βάση ενεργοί στην έρευνα και ικανοί να προσελκύουν εξωτερική χρηματοδότηση για ερευνητικά προγράμματα, εκπαιδεύοντας ταυτόχρονα νέους ερευνητές μέσω εξειδικευμένων μεταπτυχιακών προγραμμάτων επιπέδου Μάστερ ή διδακτορικού επιπέδου. Το Ερευνητικό Ινστιτούτο αναμένεται να λειτουργεί ως αυτοχρηματοδοτούμενη οντότητα, προωθώντας τα ακόλουθα:
- (i)Τη δημιουργία και στέγαση κάτω από την ίδια ομπρέλα, κρίσιμης μάζας ερευνητών, οι οποίοι στην πλειονότητά τους να είναι πλήρους απασχόλησης στην έρευνα, και να ανήκουν σε διάφορες επιστημονικές περιοχές, προάγοντας έτσι και τη διεπιστημονικότητα. Οι επιστημονικές αυτές περιοχές θα αφορούν επιστημονικές προτεραιότητες του Πανεπιστημίου και ταυτόχρονα θα συνιστούν τεχνολογικούς τομείς αιχμής με σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες, έτσι ώστε να είναι εφικτή και η προσέλκυση σημαντικών ιδιωτικών επενδύσεων στην έρευνα.
- (ii)Τη σύνδεση της έρευνας με το βιομηχανικό και επιχειρηματικό κόσμο, όπως και με οργανισμούς κοινής ωφέλειας και ΜΚΟ, με άλλα λόγια τον παραγωγικό ιστό της χώρας, με στόχο τη μεταφορά της παραγόμενης γνώσης και τεχνολογίας για τη δημιουργία καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών, υλοποιώντας έτσι την έννοια του «τριγώνου της γνώσης» που αναφέρθηκε πιο πάνω. Αυτό επιτυγχάνεται με τη ρητή και αμφίδρομη, θεσμοθετημένη διασύνδεση του Ερευνητικού Ινστιτούτου με βιομηχανικές και επιχειρηματικές μονάδες, και άλλες παραγωγικές οντότητες. Οι μηχανισμοί προώθησης της καινοτομίας εν πολλοίς είναι κοινοί για τις διάφορες επιστημονικές περιοχές και επομένως η συστέγαση και συνεργασία πολλών ερευνητικών ομάδων/μονάδων εντός του Ερευνητικού Ινστιτούτου οδηγεί στην πιο συντονισμένη και ορθολογική αξιοποίηση των μηχανισμών αυτών.
- (iii)Την προσφορά καινοτόμων και εξειδικευμένων, διεθνών μεταπτυχιακών προγραμμάτων (επιπέδου Μάστερ και διδακτορικού επιπέδου) σε ερευνητικές περιοχές που καλύπτονται από το Ινστιτούτο, συνδέοντας έτσι άμεσα την επιστημονική έρευνα με την υψηλού επιπέδου μεταπτυχιακή εκπαίδευση, αφού η νέα γνώση που θα παράγεται μέσω της έρευνας, θα μεταδίδεται άμεσα στους μεταπτυχιακούς φοιτητές. Τα μεταπτυχιακά αυτά προγράμματα, πέραν αυτής καθ’ αυτής της επιστημονικής γνώσης που θα πραγματεύονται, θα έχουν ενισχυμένα στοιχεία “experience-led teaching” μέσω της ρητής και αμφίδρομης διασύνδεσης με βιομηχανικές και επιχειρηματικές μονάδες που αναφέρθηκε πιο πάνω, και μάλιστα ορισμένα από αυτά θα αποτελούν κοινά προγράμματα Πανεπιστημίου-Βιομηχανίας, για παράδειγμα κοινά διδακτορικά προγράμματα, όπου οι φοιτητές θα χρηματοδοτούνται από τη βιομηχανία.
- (iv)Την εκπαίδευση των μεταπτυχιακών/διδακτορικών φοιτητών και των ερευνητών του Ινστιτούτου σε σχέση με την ανάπτυξη των αναγκαίων μεταβιβάσιμων δεξιοτήτων, με επίκεντρο την επιχειρηματικότητα.
- (v)Την ανάπτυξη κοινόχρηστων υποδομών για την έρευνα, σε συνεργασία με τη βιομηχανία, και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για ερευνητές και νέους επιστήμονες.
Τα όργανα διοίκησης του Ερευνητικού Ινστιτούτου περιλαμβάνουν Διευθυντή και Αναπληρωτή Διευθυντή, Ακαδημαϊκό Συμβούλιο, Βιομηχανική Επιτροπή Καθοδήγησης, και Επιστημονική Συμβουλευτική Επιτροπή. Το Ινστιτούτο θα στελεχώνεται από ακαδημαϊκό και ερευνητικό προσωπικό. Τα μέλη του προσωπικού του Ινστιτούτου θα δύνανται να έχουν joint appointments στη βιομηχανία, είτε σε ερευνητικά προγράμματα της βιομηχανίας, είτε σε σχέση με την μεταφορά τεχνογνωσίας ή την εκμετάλλευση ιδεών/προϊόντων, ή και ευρύτερα. Ειδικότερα, το ακαδημαϊκό προσωπικό θα αμείβεται από την κρατική χορηγία μόνο για το διδακτικό έργο που θα προσφέρει, ενώ για το ερευνητικό του έργο θα αμείβεται από τις εξωτερικές χρηματοδοτήσεις που θα είναι σε θέση να προσελκύει σε καθαρά ανταγωνιστική βάση, και ως εκ τούτου δεν θα υπάρχουν οι συνήθεις περιορισμοί.
Το Ερευνητικό Ινστιτούτο θα μπορεί να φιλοξενεί Μεταδιδακτορικούς Ερευνητές, οι οποίοι θα χρηματοδοτούνται από εξωτερικές πηγές, παρέχοντας τους πρόσβαση στις δικές του ερευνητικές υποδομές. Μεταδιδακτορικοί Ερευνητές θα μπορεί επίσης να ασχολούνται ως συμβασιούχο προσωπικό ή να χρηματοδοτούνται από προγράμματα του Ινστιτούτου, τα οποία θα υλοποιούνται μέσω ιδίων εσόδων του Ινστιτούτου. Το Ινστιτούτο θα μπορεί επίσης να φιλοξενεί ακαδημαϊκό ή/και ερευνητικό προσωπικό άλλων πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων ή βιομηχανικών μονάδων με τα οποία ή τις οποίες έχει συμφωνίες συνεργασίας, είτε στο πλαίσιο κοινών μεταπτυχιακών προγραμμάτων (joint graduate programs), είτε στο πλαίσιο κοινών ερευνητικών προγραμμάτων (joint research programs) ή άλλων κοινών δραστηριοτήτων.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η οικονομική στήριξη του Ερευνητικού Ινστιτούτου κατά κύριο λόγο θα προέρχεται από εξωτερικές πηγές, έτσι ώστε το Ινστιτούτο να θεωρείται αυτοχρηματοδοτούμενη οντότητα του Πανεπιστημίου. Ανάμεσα στις πηγές εξωτερικής χρηματοδότησης του Ινστιτούτου αναμένεται να περιλαμβάνονται και οι ακόλουθες:
- Ερευνητικές χορηγίες από εξωτερικές πηγές
- Μεταπτυχιακά δίδακτρα
- Συμβουλευτικές υπηρεσίες
- Επώνυμες έδρες
- Έσοδα από την εκμετάλλευση ιδεών/προϊόντων
- Τέλη χρήσης των ερευνητικών υποδομών του Ινστιτούτου από εξωτερικούς χρήστες
Τα ίδια έσοδα του Ινστιτούτου θα αξιοποιούνται για την περαιτέρω ανάπτυξή του και την προώθηση της έρευνας, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης σημαντικών κοινόχρηστων ερευνητικών υποδομών (κυρίως σε συνεργασία με τη Βιομηχανία) στις οποίες θα έχει πρόσβαση όλη η πανεπιστημιακή κοινότητα.
Οι εκάστοτε τομείς προτεραιότητας του Ινστιτούτου θα αποφασίζονται από το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο, με γνώμονα τις εισηγήσεις της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής, και θα επικυρώνονται από τη Βιομηχανική Επιτροπή Καθοδήγησης. Βάσει των στρατηγικών προτεραιοτήτων του Ινστιτούτου, θα καταρτίζεται το αναπτυξιακό του σχέδιο, στο οποίο θα περιλαμβάνεται η ανάπτυξη νέων, ή η περαιτέρω ενίσχυση υφιστάμενων, μεταπτυχιακών προγραμμάτων ή ερευνητικών ομάδων. Τομείς όπως η περιβαλλοντική και δημόσια υγεία, οι περιβαλλοντικές βιοεπιστήμες και η βιοτεχνολογία, η ενέργεια (βιο-πετροχημικά/βιοενέργεια), οι πράσινες τεχνολογίες, οι τεχνολογίες Πληροφορικής, κτλ., αναμένεται να ενταχθούν στις στρατηγικές προτεραιότητες του Ινστιτούτου.
Με βάση τα πιο πάνω, η ίδρυση και λειτουργία του προδιαγραφόμενου Ερευνητικού Ινστιτούτου εντός του ΤΕΠΑΚ αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στην επίτευξη των ευρύτερων στρατηγικών στόχων του Πανεπιστημίου για την έρευνα και τη διασύνδεση με τον παραγωγικό ιστό της χώρας, όπως αυτοί περιγράφονται στο κείμενο του «Στρατηγικού Προγραμματισμού Ανάπτυξης του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου 2010-2020». Επιπρόσθετα, το Ερευνητικό Ινστιτούτο μπορεί να αποτελέσει τον πυρήνα ή τον καταλύτη για ένα μελλοντικό Επιστημονικό και Τεχνολογικό Πάρκο του Πανεπιστημίου ή και ευρύτερα.
Γράφει:Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού