Home Δήμος Ιωακείμ Η αυτοθυσία των οπαδών ενάντια στην κάρτα καρμανιόλα. Του Δήμου Ιωακείμ

Η αυτοθυσία των οπαδών ενάντια στην κάρτα καρμανιόλα. Του Δήμου Ιωακείμ

Η εφαρμογή της κάρτας φιλάθλου έχει επιφέρει 37% μείωση στην προσέλευση φιλάθλων στα ποδοσφαιρικά γήπεδα (από 2017-18 σε 2018-19), ερημοποίηση των υπόλοιπων αθλημάτων και κατακρεούργηση του οπαδισμού από τις κερκίδες.

 


Οι εμπνευστές της έχουν εντέχνως πετύχει να παραμερίσουν τα πιο σοβαρά προβλήματα: κάκιστες γηπεδικές εγκαταστάσεις, στημένοι αγώνες, ανελέητη διαπλοκή, μεροληψία και ανομοιομορφία αποφάσεων εντός και εκτός γηπέδων. Θέματα τα οποία μαζί με λανθασμένους χειρισμούς της αστυνομίας μεταφέρουν και πυροδοτούν την βία εντός και πέριξ των γηπέδων. Ο τοξικός συνδυασμός των προαναφερθέντων έχει απαξιώσει τα μάλα το Κυπριακό ποδόσφαιρο και έχει στρέψει το ενδιαφέρον του φίλαθλου κοινού σε ξένα πρωταθλήματα, στο στοίχημα και στην τηλεόραση, αυξάνοντας την κερδοφορία για τις τηλεοπτικές πλατφόρμες, τις εταιρείες τζόγου και τις διάφορες επιχειρήσεις. Το πιο δημοφιλές άθλημα δεν θα μπορούσε να γλιτώσει από εκείνους που αισχροκερδούν, μετατρέποντας τους φιλάθλους σε πελάτες.

Το πόρισμα (Ιαν. 1990) για την ποδοσφαιρική τραγωδία του Hillsborough καταδικάζει την κάρτα φιλάθλου ως μη πρακτική («unworkable»), καθώς δημιουργεί επικίνδυνη συμφόρηση φιλάθλων κατά την είσοδο, ταλαιπωρεί την ευρύτερη μάζα και απλά μεταφέρει την βία εκτός γηπέδων. Επιπρόσθετα γίνεται σύγκριση με το Ολλανδικό σύστημα (άρθρο 393) που επίσης είχε αποτύχει και είχε χαρακτηριστεί ως μη αποτελεσματικό. Ακόμη και η ίδια η ΟΥΕΦΑ τότε, τόνισε ότι αυτό το μέτρο δεν μπορεί να αποδώσει. Επιπρόσθετα, αρκετές μελέτες στην Αγγλία αμφιβάλουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ταυτοποίησης για σύλληψη των δραστών βίας.

Το νομοσχέδιο «περί της πρόληψης και της καταστολής της Βίας στους Αθλητικούς Χώρους» παραπέμπει σε απολυταρχικά και αστυνομοκρατούμενα καθεστώτα, καθώς είναι περιοριστικός για βασικές ελευθερίες και καθιστά οποιοδήποτε φίλαθλο ως «ύποπτο για βία» και υπό τον έλεγχο του κάθε «Υπευθύνου Ασφαλείας». Το μενού των ποινών περιλαμβάνει πρόστιμο, αποκλεισμό από τα γήπεδα ή και φυλάκιση εάν μετακινηθείς (χωρίς άδεια) σε άλλο τμήμα κερκίδας, εάν εισέλθεις στο γήπεδο για οποιοδήποτε λόγο ή στα αποδυτήρια χωρίς άδεια, εάν αποκρύψεις το πρόσωπο σου, εάν προβείς σε συνθήματα άσεμνου ή πολιτικού περιεχομένου, εάν συμμετέχεις σε επικίνδυνο.. πηγαδάκι, εάν κάνεις δηλώσεις εκτός πλαισίου, ακόμη και εάν ενδέχεται.. να προκαλέσεις επεισόδιο βίας. Πρόνοιες αόριστες, επικίνδυνες και εκτός τόπου και χρόνου για τα Κυπριακά δεδομένα. Η μη εφαρμογή του νόμου διαπιστώνεται από το γεγονός ότι οι φίλαθλοι, οι παράγοντες και οι επιτηρητές του νόμου (υπεύθυνοι ασφαλείας/γηπέδου) δεν τιμωρούνται για τους πιο πάνω λόγους, που προφανώς διαπράττονται σε εβδομαδιαία βάση. Αμφιβάλω αν η πλειοψηφία έχει διαβάσει τον νόμο και τις φασιστικές του διατάξεις. Εντέλει, το ποζάρισμα, η εκχώρηση προσωπικών στοιχείων, η έκδοση κάρτας και η ταυτοποίηση κατά την είσοδο αποτελούν την μοναδική εφαρμογή του νόμου που έχει πραγματοποιηθεί, μέχρι στιγμής.

Η κάρτα και ο «τρομο-νόμος» καταπατούν το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, ελαχιστοποιούν τη συνταγματική ελευθερία και απονομιμοποιούν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Η απλοϊκή σύγκριση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις υπεραγορές καταρρέει στη θεμελιώδη διαφορά της δυνατότητας επιλογής και αποφυγής παραχώρησης πληροφοριών και στην μη τοπογράφηση των ανθρώπων. Αυτό το δίκτυο παρακολούθησης “Big Brother” ροκανίζει τα κεκτημένα της ελευθερίας και ανατρέπει τους προστατευτικούς θεσμούς της ιδιωτικής ζωής, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο προηγούμενο. Η πληροφορία καθίσταται παντοδύναμη, διαρκώς απειλητική και πιθανή πηγή εκβιασμού στα χέρια τυχάρπαστων ανθρώπων. Η μαζική εξουσιαστική επιτήρηση των ζωών μας διαιωνίζει τα κατακτητικά σύνδρομα που κουβαλάμε, μεγεθύνει τις φοβίες μας, συντηρητικοποιεί την κοινωνία (βλ. πολιτικά συμφέροντα) και οδηγεί στην νέα τάξη πραγμάτων που ορίζει η διαρκής αστυνόμευση της προσωπικής μας ζωής.

Οι πλαστικές κάρτες και το μαζικό φακέλωμα επ’ ουδενί δεν λύνουν το πρόβλημα της βίας καθώς αποτελεί κοινωνικό ζήτημα (που βασιλεύει) και τέτοιου είδους κατασταλτικά μέτρα, απλά το μεταφέρουν χωρίς να το λύνουν. Η βία στα γήπεδα θα αφοπλιστεί μέσα από την εξυγίανση της ρίζα της. Επένδυση στην παιδεία, κοινωνική δικαιοσύνη, ανάπτυξη πολιτισμικής συμπεριφοράς, καλύτερη εκπαίδευση της αστυνομίας και εξάλειψη της διαφθοράς. Η νομοθεσία πάταξης της βίας θα πρέπει να επέλθει μέσα από διάλογο και σύνθεση απόψεων όλων των εμπλεκόμενων στο Κυπριακό ποδόσφαιρο και όχι μέσα από μονομερείς και συστημικές αποφάσεις.

Ο αθλητισμός είναι μέρος του πολιτισμού και όχι εμπόρευμα. Η Δημοκρατία του ποδοσφαίρου είναι το κύριο συστατικό της δημοφιλίας του. Όλοι μπορούν να παίξουν, όλοι μπορούν να παρακολουθήσουν και όλοι επιτρέπεται να μιλήσουν γι’ αυτό. Το γήπεδο είναι χώρος κοινωνικοποίησης και ελεύθερης έκφρασης. Η εξέδρα είναι ο τελικός κριτής όλων όσων διαδραματίζονται εντός και εκτός χλοοτάπητα, μέσα από την επαναστατικότητα της ανωνυμίας του πλήθους, την κριτική και την αλληλεγγύη μέσα από διάφορα μηνύματα. Δημοκρατικά χαρακτηριστικά που ξεκάθαρα απειλούνται.

Με την πάροδο του χρόνου, όλο και περισσότερος κόσμος υποκύπτει (δυστυχώς) στον αντισυνταγματικό, αντιδημοκρατικό και ανεφάρμοστο νόμο. Τα οργανωμένα σύνολα φιλάθλων και μεμονωμένοι οπαδοί οφείλουν να ενωθούν μέσω ενός φορέα, που αφενός θα εντείνει τον κοινό αγώνα κατά του νόμου και της κάρτας (πλειοψηφική εκπροσώπηση στα σωματεία, μαζικές κινητοποιήσεις και αποχή, ευρύτερη ενημέρωση κοινού, συναντήσεις με αρμόδιους φορείς) και αφετέρου να πετύχει κάθαρση του Κυπριακού αθλητισμού. Η μάχη κατά του μοντέρνου ποδοσφαίρου διαδραματίζεται σε διεθνές επίπεδο, ανακαλώντας την εφτάχρονη μάχη και κατάργηση της κάρτας φιλάθλου στην Ιταλία, την νίκη των Γερμανών οπαδών για φτηνά εισιτήρια και τους διάφορους αγώνες κατά της απαγόρευσης μετακίνησης οπαδών, τα παιχνίδια της Δευτέρας, την αλλαγή χρωμάτων και σήματος ομάδων κ.α. Τα γήπεδα επιβάλλεται να επιστραφούν ελευθέρα και ζωντανά. Γιατί όπως είπε και ο Εδουάρδο Γκαλεάνο: «Ένας αγώνας χωρίς οπαδούς είναι σαν να χορεύεις χωρίς μουσική».