151 χρόνια (23 Μαΐου του 1863) συμπληρώνονται φέτος από την ίδρυση της «Γενικής Εργατικής Ένωσης» στη Λειψία, ο πρόδρομος του SPD (Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα), του πρώτου μαζικού εργατικού κόμματος εξουσίας στην Ευρώπη.
Έως ότου.., η σοσιαλδημοκρατία έμελλε να φτάσει στο απόγειό της την περίοδο από το 1945 ως τα τέλη της δεκαετίας του 1960, όπου αντιπροσώπευε μια ιδεολογία και ένα κίνημα που ήθελε να διασφαλίσει το ρόλο του κράτους στην ανακατανομή του πλούτου προς όφελος της πλειοψηφίας του πληθυσμού.
Η «παλαιά» σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε ιδεολογικά πάντα ένα βήμα μπροστά από τους δεξιούς αντιπάλους της, καθώς κάθε φορά που ο καπιταλισμός ξεπεταγόταν προκειμένου να αλλοιώσει την κοινωνία, οι σοσιαλδημοκράτες (τις πλείστες φορές υποβοηθούμενοι από τους αριστερούς και τα συνδικάτα) προσέφεραν πρωτότυπες και προοδευτικές αποκρίσεις: καθολική ψήφος, δωρεάν δημόσια παιδεία για όλους, δικαίωμα στην εργασία, δικαίωμα στην απεργία, κοινωνική ασφάλιση, εθνικά συστήματα υγείας κ.α.
Η νέα εποχή που άρχισε τη δεκαετία του 1970 και αργότερα, έφερε το τέλος του μεγάλου συμβιβασμού μεταξύ «κεφαλαίου» και «εργατικού κινήματος», σχετικά με τις αρετές του κράτους πρόνοιας και της κρατικά σχεδιασμένης ανάπτυξης. Ο ηγετικός της ρόλος αντικαταστάθηκε από μια νέα, δεξιά ιδεολογία, εν ονόματι: νεοφιλελευθερισμός ή «συναίνεση της Ουάσιγκτον», που πέρασε σε πρωταγωνιστικό ρόλο τις ελεύθερες αγορές αντί τα κράτη και τις κυβερνήσεις, βασιζόμενη δήθεν στη νέα πραγματικότητα της «παγκοσμιοποίησης», μέσα από τον αποδιοργανωμένο και απορυθμισμένο καπιταλισμό.
Η εφαρμογή νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων φάνηκε να διατηρεί τα αυξανόμενα επίπεδα της «ανάπτυξης» στις χρηματιστηριακές αγορές, αλλά ταυτόχρονα οδήγησε σε άνοδο τα παγκόσμια επίπεδα χρέους και ανεργίας μειώνοντας τα πραγματικά εισοδημάτα για τη μεγάλη πλειοψηφία των λαών ανά το κόσμο. 151 χρόνια μετά, με τη Σοσιαλιστική Διεθνή παραπαίουσα και τη μεγάλη υποχώρηση της απήχησης των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός συρρικνώνεται και αμύνεται αμήχανα έναντι των συντηρητικών και της νεκρανάστασης της ακροδεξιάς.
Η προγραμματική σύνθεση των σοσιαλιστών της δεκαετίας του ’80 και μετέπειτα, χαρακτηρίζεται από την προσαρμογή στο πνεύμα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και διαφέρει ριζικά από τις προηγούμενες στο ότι υπερβαίνει τα δύο βασικά στοιχεία του αρχικού ιδεολογικού DNA της: τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους και την προτεραιότητα των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων.
Το ιστορικά φαινομενικά παράδοξο είναι ότι η ευρωπαϊκή Kεντροαριστερά υποχωρεί χωρίς έμπνευση και χωρίς πρόγραμμα, τη στιγμή που οι οικονομίες των περισσοτέρων χωρών αντιμετωπίζουν τη χειρότερη κρίση από το 1929.
Τη Δεκαετία του ‘90, το Δημοκρατικό Κόμμα του Μπιλ Κλίντον, αντέδρασε μετατοπιζόμενο προς τα δεξιά, σχεδιάζοντας τον λεγόμενο «τρίτο δρόμο» που υιοθετούσε φιλικές προς τις αγορές νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ακολουθημένου μάλιστα από το Εργατικό κόμμα του Τόνι Μπλερ και το Γερμανικό SPD του Σρέντερ, αντιπροσωπεύοντας μια καιροσκοπική προδοσία των εκλογικών τους προγραμμάτων, αφήνοντας τους ουσιαστικά να μην ξεχωρίζουν από τους δεξιούς τους αντιπάλους. Ακόμα και σήμερα, η εκλογή μιας σοσιαλιστικής κυβέρνησης στη Γαλλία,στη Δανία και στη Σλοβακία δεν άλλαξε τίποτα στις ευρωπαϊκές ισορροπίες, οδηγώντας τους ψηφοφόρους ουσιαστικά να τους βλέπουν ως συνεργάτες ενός αποτυχημένου συστήματος.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία εγκατέλειψε «τον οπλισμό της έναντι στη Δεξιά», αποφασίζοντας να ενθαρρύνει τις αντιλαϊκές ιδιωτικοποιήσεις, να περικόψει τους κρατικούς προϋπολογισμούς για χάριν της δημοσιονομικής λιτότητας, να ανεχθεί τις ανισότητες, να προωθήσει την επιμήκυνση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και να εξαρθρώσει τον δημόσιο τομέα, δίνοντας την ευκαιρία για συγχωνεύσεις και μονοπωλιακές συγκεντρώσεις των μεγα-επιχειρήσεων, κανακεύοντας και τις τράπεζες.
Οι απελπισμένες κοινωνίες στρέφονται προς τα δεξιά και τα αριστερά λαϊκιστικά κόμματα καθώς τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα δεν μπορούν να καρπωθούν την διάχυτη κοινωνική οργή από την πολλαπλασιαζόμενη εξαθλίωσης των λαών. Ο θάνατος της «παραδοσιακής» Σοσιαλδημοκρατίας ήλθε επειδή είχε επιτυχία (σε αντίθεση με τον κομμουνισμό που πέθανε, επειδή απέτυχε), χάθηκε επειδή έγινε ανώφελη για κάποια μεγάλα ιδιοτελή συμφέροντα.
H απάντηση προς την νεοφιλελεύθερη και χρηματιστηριακή επίθεση μεταρρυθμίσεων είναι μία συνολική εναλλακτική πολιτική που θα ξανακάνει τη σοσιαλδημοκρατία μια μοντέρνα κοινωνική Αριστερά με ευρείες συμμαχίες, με τη στήριξη της παραδοσιακής εργατικής τάξης, των μισθωτών, των αγροτών και των μεσαίων τάξεων.
Η πρόκληση για τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία είναι να αντιμετωπίσει τις αποτυχίες τόσο της αγοράς, όσο και του κρατικισμού, με ρυθμιστικές και κοινωνικές πολιτικές προς μια βιώσιμη ανάπτυξη, κοινωνικής δικαιοσύνης και με ίσες ευκαιρίες προς όλους τους πολίτες. Με ουσιαστική και στοχευόμενη στήριξη του κοινωνικού κράτους, με ένα παραγωγικό μοντέλο μετατοπιζόμενο προς αναπτυσσόμενες οικονομίες, με εμπλουτισμό του δημόσιου κεφαλαίου (προγράμματα αντίστοιχα της «Μεγάλης Κοινωνίας» στη Μ. Βρετανία), με χρήση νέων τεχνολογιών και μείωση της γραφειοκρατίας (βλ. Σκανδιναβικά κράτη), την ενεργό κρατική στήριξη της παιδείας, την καινοτομία (βλ. ενέργεια μέσωκαύσης των σκουπιδιών στη Νορβηγία) και τη επιχειρηματικότητα (βλ. Ισραήλ).
Όλα αυτά βέβαια προϋποθέτουν δημοσιονομική υγεία, σταθερό και ορθολογικό φορολογικό σύστημα που θα στηρίζει τον κόσμο της εργασίας, θεσμούς που να εφαρμόζονται και γενικότερα μιας κατάστασης Σουηδικού μοντέλου “win-win” που συνδυάζει την κερδοφορία και την ισχύ των επιχειρήσεων με εκείνη των εργαζομένων. Ο Σουηδός και ο Νορβηγός πληρώνουν τους φόρους τους πολύ πιο πρόθυμα από τον Καλιφορνέζο, καθώς βλέπουν ότι αυτοί μετατρέπονται σε σχολεία πρότυπα και δωρεάν συστήματα υγείας.
Πλέον στις μέρες μας, το ζητούμενο για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι να στραφεί ξανά προς τα φτωχά εργατικά στρώματα, προς τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της, εγκαθιδρύοντας κυβερνήσεις από το λαό και όχι μόνο για το λαό, μια σημαντική αποστολή, ισάξια με εκείνη της ίδρυση της στη Γερμανία.
Η σοσιαλδημοκρατική απάντηση βρίσκεται σε ένα ενεργητικό κράτος, λιγότερο βιομήχανο και διανομέα επιδομάτων και μεγαλύτερο στον τομέα παροχής δημόσιων υπηρεσιών (κυρίως στους τομείς υγείας, παιδείας, περιβάλλοντος, δημόσιων συγκοινωνιών και ατομικής ασφάλειας), στοχεύοντας στην ανέλιξη των μεσαίων στρωμάτων που θα φέρει την μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Ρόλος της σύγχρονης αριστεράς είναι να αναπτύσσει πολιτικές που θα ενισχύουν ταυτόχρονα την ανάπτυξη και την κοινωνική αλληλεγγύη, αντί να καλεί τους εργαζόμενους να επιλέξουν ή τη μια ή την άλλη. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία θεώρησε πως λαϊκό είναι ό,τι εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον μιας χώρας και πρόσφερε έτσι στην Ιστορία το πιο επιτυχημένο παράδειγμα δίκαιης και ευνομούμενης κοινωνίας.
Ο ευρωσκεπτικισμός και ο εθνικισμός είναι πλέον διάχυτοι και πολλοί βλέπουν την σωτηρία στο έθνος-κράτος. “Εάν δεν λύσουμε αυτά τα προβλήματα με δημοκρατικά μέσα, θα τα λύσουν άλλοι..”, έλεγε το επίκαιρο μεταπολεμικό (Β’ Παγκ. Πολέμου) μήνυμα του Νορβηγικού Εργατικού Κόμματος. Οι σοσιαλδημοκράτες του 21ου αιώνα θα ήταν καλό να αντλήσουν διδάγματα από τον επιτυχή αγώνα κατά του ακροδεξιού εξτρεμισμού που δόθηκε στη Σκανδιναβία την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Αφήσαμε την Ευρώπη στα χέρια γραφειοκρατών που δεν καταλαβαίνουν ότι πίσω από τα νούμερα υπάρχουν άνθρωποι. Οι λύσεις που θα δοθούν πρέπει να διαψεύδουν την ρήση των νεοφιλελεύθερων «There Is No Alternative» και να έρχονται σε ρήξη με τις αποτυχημένες πολιτικές τεχνικές του «Τρίτου δρόμου». Οι επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές και εθνικές στην Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο είναι η ευκαιρία και στιγμή να προβληθεί και να κερδίσει η ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών για μια άλλη Ευρώπη, ξαναδένοντας τη σπασμένη κλωστή της μεγάλης ελπίδας που γεννήθηκε τον περασμένο αιώνα. Ο σοσιαλιστικός χώρος έχει ιστορία, εμπειρία και αυτόνομο μέλλον.
Άμεσα, η Δημοκρατία, η ελευθερία, η κοινωνική ισότητα και η αλληλεγγύη πρέπει να επικρατήσουν στο κοινωνικοπολιτικό προσκήνιο, με ευθύνη των σοσιαλδημοκρατών της Ευρώπης, επαπροσδιορίζοντας την πολιτική τους ταυτότητά, επιστρέφοντας στις ρίζες τους και να ξαναχτίζοντας την αξιοπιστία τους. Αυτά είναι το βασικά καθήκοντα των Σοσιαλιστών με τα οποία βρίσκονται εκ νέου αντιμέτωποι ,είτε το θέλουν είτε όχι..
Γιατί όπως είπε και ο Γερμανός διανοούμενος Νίτσε, «..Και μόνο όπου υπάρχουνε τάφοι υπάρχει και ανάσταση..»
Γράφει: Δήμος Ιωακείμ