«Όσο λοιπόν εμείς οι βουλευτές βγαίνουμε δημοσίως και αντιδικούμε, λέγοντας πως δεν ξέραμε τι ψηφίζαμε ή δεν εννοούσαμε αυτό που ψηφίσαμε αλλά κάτι άλλο, ή κατά λάθος μειώσαμε τις απολαβές μας και ψάχνουμε τρόπο να τις επαναφέρουμε πληγώνουμε ανεπανόρθωτα το κύρος του θεσμού που υπηρετούμε».
Πέραν από τα συνθήματα, χρειάζονται και οι εισηγήσεις για το πώς λύνονται τα ζητήματα. Για την απαξίωση της πολιτικής από την κοινωνία και όλους όσοι αποτελούν το σύνολο της πολιτικής, κόμματα, πολιτικοί, βουλευτές, υπουργοί, θεσμοί, έχει «χυθεί» τα τελευταία χρόνια άπειρο μελάνι. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να επιχειρηματολογήσει ή να αποδείξει πως η απόσταση μεταξύ πολιτικής και κοινωνίας μειώθηκε. Κάθε άλλο.
Η Βουλή είναι θεσμός. Και εδώ και σε όλο τον κόσμο. Και ως τέτοιος χρειάζεται να αντιμετωπίζεται. Οι πρώτοι που πρέπει να προστατεύουν τον θεσμό αυτό είναι τα ίδια τα μέλη του. Οι βουλευτές. Το ίδιο και κατ’ αναλογία ισχύει ή πρέπει να ισχύει για όλους τους θεσμούς, για όλα τα σώματα. Ακόμα και για όλες τις εταιρίες. Όταν για παράδειγμα ένας υπάλληλος ή ένα στέλεχος, αντί να προστατεύει και να διαφημίζει την εταιρία του κάνει ακριβώς το αντίθετο τότε υπάρχει ζήτημα. Η ειδοποιός διαφορά βέβαια της Βουλής με όλους τους υπόλοιπους είναι πως οι βουλευτές εκλέγονται. Και στην κοινωνία που τους εξέλεξε λογοδοτούν και από εκεί κρίνονται πρωτίστως και κυρίως.
Όσο, λοιπόν, εμείς οι βουλευτές βγαίνουμε δημοσίως και αντιδικούμε λέγοντας πως δεν ξέραμε τι ψηφίζαμε, ή δεν εννοούσαμε αυτό που ψηφίσαμε αλλά κάτι άλλο, ή κατά λάθος μειώσαμε τις απολαβές μας και ψάχνουμε τρόπο να τις επαναφέρουμε πληγώνουμε ανεπανόρθωτα το κύρος του θεσμού που υπηρετούμε. Και δυστυχώς τα παραδείγματα είναι συσσωρευτικά τους τελευταίους μόνο μήνες. Η προστασία του θεσμού, επίσης, χρειάζεται να αντιστεκόμαστε στον λαϊκισμό και στον πρόσκαιρο χειροκρότημα. Όταν, πριν από μερικά χρόνια, ο ένας μετά τον άλλον πλειοδοτούσαμε για το πόσο θα έπρεπε να μειωθεί η αντιμισθία των βουλευτών δεν καταφέραμε τίποτα περισσότερο από το αυξήσουμε την απαξίωση. Οι απολαβές των βουλευτών χρειάζεται να είναι αξιοσέβαστες για πολλούς λόγους πέραν της παραγωγικότητας. Και είναι άμεσα συνδεδεμένο με το βάρος της ευθύνης και την υποχρέωσή μας για πλήρη διαφάνεια τόσο στις απολαβές μας όσο και στις δραστηριότητες. Έτσι αυξάνεται η αξιοπιστία μας. Με πράξεις και όχι με εξαγγελίες.
Ένας θεσμός που σέβεται τον εαυτό του έχει και το κατάλληλο σπίτι. Σε όλο τον κόσμο, τα κοινοβούλια είναι κτίρια που στην όψη και μόνο αποπνέουν σεβασμό στον καθένα ακόμα και στον επισκέπτη. Ο πρόεδρος της Βουλής σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου ανέλυσε πως είτε θα πάρουμε το Δημοτικό Θέατρο είτε θα βγάλουμε τη Βουλή εκτός πόλης. Διαφωνώ και με τις δύο εισηγήσεις. Κανένα κοινοβούλιο δεν βρίσκεται εκτός του κέντρου της Πρωτεύουσας. Τόσο για λόγους ουσίας όσο και σημειολογίας. Για το Δημοτικό Θέατρο τώρα, η εισήγηση δεν βοηθά ούτε τη λειτουργικότητα αλλά ούτε και την αύξηση του κύρους του Θεσμού. Λογικές «πατσιαρίσματος» χρειάζεται να τις αποβάλλουμε. Ήδη κάναμε αρκετές προσθήκες και διορθώσεις στο υφιστάμενο κτίριο χωρίς να έχουμε το ανάλογο αποτέλεσμα. Χρειαζόμαστε ένα καινούργιο σπίτι για το κοινοβούλιό μας, που να είναι πραγματικό στολίδι, στο κέντρο της Πρωτεύουσας. Ό,τι άλλο κάνουμε δεν πείθουμε για τη σημαντικότητα της δουλειάς μας.
Η απαξίωση της Βουλής αυξάνεται και από τον τρόπο αντιμετώπισης των βουλευτών μέσα στη Βουλή. Λογικές τύπου παρουσιολογίου ή συνεργατών που θα ελέγχουν τη συμπεριφορά των βουλευτών δεν βοηθούν. Χρειάζεται να αντιληφθούμε όλοι μας, πως η Βουλή δεν είναι σχολείο, αλλά πως είναι ο Ναός της Δημοκρατίας. Ο ορθολογισμός χρειάζεται πάντοτε να υπερισχύει, ακόμα και εδώ. Και χρειάζεται να το λέμε όσες φορές και αν χρειαστεί.
Γράφει: Δημήτρης Μ. Δημητρίου
Follow me: @dmdemetriou