Το τελευταίο διάστημα ακούμε με προσοχή πολιτικούς παράγοντες, με κυριότερο τον Νικόλα Παπαδόπουλο, να τονίζουν την αναγκαιότητα διατήρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην μετά την λύση του Κυπριακού εποχή.
Αυτή η θέση συνοδεύεται από μια ακατάσχετη κινδυνολογία ότι σε περίπτωση που προκύψουν διαφωνίες ανάμεσα στις δύο κοινότητες και ενδεχόμενο απόσχισης των ΤΚ, τότε η ΚΔ θα παύσει να υφίσταται και οι ΕΚ θα απωλέσουν την βασική ασπίδα διαφύλαξης τους. Την διεθνώς αναγνωρισμένη κρατική τους οντότητα.
Το ανωτέρω επιχείρημα θα πρέπει να ιδωθεί και να σχολιαστεί μέσα από την νομική και πολιτική του διάσταση.
Το νομικό πλαίσιο
Καταρχάς, η αναγνώριση, η μετεξέλιξη αλλά και η διαδοχή ενός κράτους ρυθμίζονται μέσα από ένα βασικό νομικό πλαίσιο το οποίο συνοδεύεται από διάφορες θεωρίες και διεθνείς πρακτικές, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα ανωτέρω διαμορφώνονται αναλόγως των γεωπολιτικών συνθηκών που διέπουν την κάθε περίπτωση ξεχωριστά.
Στο ενδεχόμενο επίλυσης του Κυπριακού λοιπόν, τι θα συμβεί με την ΚΔ; Υπάρχει μια σειρά από παραμέτρους που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν ούτως ώστε να τεκμηριωθεί η νομική συνέχεια ενός κράτους, που με την απόδειξη της συνέχειας του, εφόσον άλλαξε συνταγματική δομή, να παραπέμπει στην μετεξέλιξη του.
Το Βέλγιο, για παράδειγμα, που από ενιαίο κράτος έγινε ομοσπονδιακό δεν έχει πάψει ποτέ να υφίσταται σαν κράτος γιατί απλούστατα δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ η κρατική του υπόσταση.
Μια ενδιαφέρουσα επισήμανση σε ότι αφορά την περίπτωση του Βελγιου είναι ότι η πρόσφατη πολιτική κρίση, που ξέσπασε μεταξύ των δύο μεγαλύτερων εκ των τριών κοινοτήτων, η οποία είχε αποσχιστικά χαρακτηριστικά, δεν εντάθηκε ένεκα και της ενοποιητικής δυναμικής που παρέχει το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και η ιδιοτητα της χώρας ως κράτους – μέλους της ΕΕ.
Οπως σε κάθε αναλογη, με της Κύπρου, περίπτωση αυτά που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ως απόδειξη συνέχισης ή όχι της της ΚΔ είναι η παρουσία και το καθεστώς συμμετοχής της Κύπρου σε διεθνείς οργανισμούς και διακρατικές συνθήκες.
Κατά πρώτον, η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας διασφαλίζεται από το κατά πόσον θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε ισχύ οι εκατοντάδες διεθνής συνθήκες τις οποίες η ΚΔ έχει συνάψει ή είναι μέρος των. Ειναι δεδομένο πως μια ενδεχόμενη συμφωνία θα διασφαλίζει ότι δεν πρόκειται να κενωθούν οι υφιστάμενες διεθνείς συμβάσεις που υπέγραψε η ΚΔ ούτε και θα απαιτηθεί εκ νέου κύρωση τους. Ως τέτοια θεωρείτε η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την οποία η ΚΔ δεν θα κληθεί να επικυρώσει ξανά αλλά η συμμετοχή της σε αυτήν θα συνεχίσει να βρίσκεται σε ισχύ. Μάλιστα, βάση αυτής, η ΚΔ θα αναλάβει την προεδρία της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, από το Νοέμβριο 2016 μέχρι το Μάιο 2017, χωρίς να υπάρχουν οι οποιεσδήποτε ενδείξεις για οποιαδήποτε αλλαγή επ’ αυτού του ζητήματος.
Η δεύτερη παράμετρος αφορά την συμμετοχή της ΚΔ σε διεθνείς οργανισμούς. Η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πλήρες κράτος μέλος στον ΟΗΕ και στην ΕΕ, καθεστώς το οποίο θα συνεχίσει να υφίσταται και μετά τη λύση, την οχυρώνει τόσο νομικά τόσο και γεωπολιτικά έναντι κάθε ενδεχόμενου αποαναγνώρισης της.
Εξαιρετικά σημαντικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο 10 της ΕΕ, σε ολόκληρη η επικράτεια της η ΚΔ είναι de jure (εκ του νόμου) μέλος της ΕΕ με de facto (εκ των πραγμάτων) αναστολή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου, στα κατεχόμενα, μέχρις ότου λυθεί το Κυπριακό. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το εν λόγω Πρωτόκολλο δεν θα πάψει να υφίσταται ούτε πρόκειται να υπάρξει νέο, και κατά συνέπεια οι όροι με τους οποίους η ΚΔ εισήχθη στην ΕΕ δεν πρόκειται να αλλάξουν. Κατά παρόμοιο τρόπο, δε θα αλλάξει ούτε το καθεστώς συμμετοχής της ΚΔ ως πλήρες κράτος-μέλος του ΟΗΕ.
Η ελπίδα
Οι κάθοδος διεθνών παραγόντων στη Κύπρο το τελευταίο διάστημα, ένεκα και της πολιτικής αστάθειας που επικρατεί στις γειτονικές περιοχές αναδεικνύει μια ελπιδοφόρα πραγματικότητα. Η Κύπρος πρέπει και μπόρει να αποτελέσει ένα κράτος σταθερότητας σε μια ταραγμένη περιοχή, γεγονός που όχι μόνο θα ωφελήσει τον λαό της αλλα θα δημιουργήσει παράλληλα και επιπλέον κίνητρα για τη διεθνή κοινότητα να διαφυλάξει την κρατική μας υπόσταση και ακεραιότητα.
Όπως προκύπτει απο τα προαναφερθέντα, το ενδεχόμενο αποαναγνώρισης της κρατικής μας οντότητας σε μια απρόβλεπτη κατάσταση , όπως κινδυνολογούν, είναι δύσκολο έως αδύνατο να στηριχθεί επιστημονικά αφού εδράζεται κυρίως σε αοριστολογίες. Έχοντας και υπόψη φυσικά την διαχρονική τους στάση όσο αφορά το Κυπριακό πρόβλημα δύναται να ειπωθεί ότι είναι άλλο ένα ερασιτεχνικό κατασκεύασμα πολιτικαντισμού το οποίο στην προκειμένη αποσκοπεί στην σύγχυση και τον εκφοβισμό του Κυπριακού λαού. Ενόψει των παραπάνω προκύπτει ότι οι ισχυρισμοί του κ. Παπαδόπουλου είναι άνευ αντικρίσματος.
Ένα ερώτημα
Εάν και εφόσον τα πιο πάνω μας διαφωτίζουν σε σημαντικό βαθμό κατά πόσο διασφαλίζεται η συνέχιση της ΚΔ, μπορεί να γίνει πιο σαφής ως προς το ποιος ακριβώς είναι η κίνδυνος διάλυσης της; Μήπως παραβλέπει ότι το νομικό πλαίσιο στην προκειμένη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί φορμαλιστικά και νομικίστικα για να ικανοποιήσει την ρητορεία του;
Κατά συνέπεια, δεν θα έπρεπε ως έμπειρος δικηγόρος και πολιτικός να γνωρίζει ή να ερευνά κατά πόσον το υπάρχων νομικό πλαίσιο του διεθνούς δικαίου μας παρέχει επαρκή ασφάλεια ως προς τη συνέχιση της ΚΔ; Εκτός και αν για τις ανάγκες κατανόησης της στάσης του θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι κανένα νομικό πλαίσιο δεν μπορεί να κάνει τους πολιτικούς και τους πολίτες ενός κράτους να επενδύσουν σε ένα κοινό μέλλον εάν δεν υπάρχει η πολιτική βούληση;
Ακόμα περισσότερο, ότι κανένα νομικό πλαίσιο δεν μπορεί να εμποδίσει ανεγκέφαλους να υποσκάψουν την κρατική μας οντότητα όπως, η πρόσφατη ιστορία μας διδάσκει.
Εν κατακλείδι, όσοι έχουν επενδύσει ολόκληρη την πολιτική τους καριέρα στην διαχείριση και όχι την επίλυση του Κυπριακού δύσκολα μπορούν να αντιληφθούν τα αυτονόητα. Όπως λέει και η λαϊκή σοφία, τους δείχνεις το φεγγάρι και εκείνοι βλέπουν το δάκτυλό σου.
Γράφουν: Κρίτωνας Διονυσίου και Νεοκλής Νεοκλέους