Home Κώστας Γεννάρης Η τελευταία γενιά των Κυπρίων. Του Κώστα Γεννάρη

Η τελευταία γενιά των Κυπρίων. Του Κώστα Γεννάρη

anti-nazi77

 


Θεωρώ ότι η έννοια της πατρίδας για σκλάβους είναι απόλυτα ταυτισμένη με την μοίρα του καθενός, με τις συνθήκες διαβίωσης, με τις ελευθερίες που απολαμβάνει, με τις προσδοκίες που έχει στη ζωή, με τα όνειρα που κάνει για τα παιδιά του. 

Η απελευθέρωση από ξένη κατοχή και καταπίεση δεν ισοδυναμεί απαραίτητα με την ελευθερία όπως την γνωρίζουμε μέσα από τις υπερβολές των σχολικών βιβλίων και  ενθουσιωδών δασκάλων. Ολίγον με ενδιαφέρει αν αυτός που μου πίνει καθημερινά το αίμα είναι της ίδιας ράτσας, θρησκείας, χρώματος και των ίδιων καταβολών με μένα. Πάλι μου πίνει το αίμα.

Αυτή την αλήθεια δεν μπορέσαμε δυστυχώς να κατανοήσουμε στην Κύπρο γιατί πάντα περιπλανιόμασταν στα σύννεφα. «Ένωσις και ας τρώμεν πέτρες», λέει ένα σύνθημα σε ένα τοίχο που πολυφωτογραφήθηκε και πολυπροβάλλεται. Δεν ξέρω ποια ήταν η τύχη και η πορεία του ανθρώπου που το έγραψε, αλλά αμφιβάλλω αν θα είχε τις ίδιες απόψεις σήμερα. Δυστυχώς η ζωή και τα όσα της προσθέτουμε ως περιεχόμενο, εξαρτάται από το αν ΔΕΝ τρώμε πέτρες αλλά κανονικές τροφές και έχουμε στη διάθεση μας όλα εκείνα που κάνουν τη ζωή και εύκολη και ευχάριστη.

Εδώ και μερικά χρόνια και δεν ξέρω για ακόμα πόσα, η ζωή μας άλλαξε. Και κάθε φορά που ασχολούμαι με το θέμα, θυμάμαι τα λόγια ενός ακαδημαϊκού φίλου σε μια συνέντευξη πριν από τρία περίπου χρόνια. «Δυστυχώς Κώστα, είπε, ήμαστε η τελευταία γενιά των Κυπρίων που ζούμε καλύτερα από τους γονείς μας. Από ‘δω και εμπρός, τα πράγματα αντιστρέφονται.» Τα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από τότε επιβεβαίωσαν απόλυτα του λόγου το αληθές. Μια ανασκόπηση των τελευταίων τριών χρόνων και μια καταγραφή των όσων χάσαμε, όχι μόνο εξηγεί τη σοφή ρήση του φίλου ακαδημαϊκού, αλλά και αφαιρεί από το περιεχόμενο της έννοιας της πατρίδας που είχαμε ως τώρα πολλά, πολλά στοιχεία. Επέρχεται μοιραία μια αναθεώρηση των πάντων. Και ελπίζω να μην βρεθεί κανένας υπερπατριώτης που να χαρακτηρίζει τα νέα παιδιά που ξενιτεύονται για να ζήσουν ριψάσπιδες, ή λιποτάκτες ή ακόμα και προδότες που δεν μ μένουν να πολεμήσουν και να πέσουν …. Ένδοξα.

Αν το κακό περιοριστεί ως εδώ, θα χάσουμε μια γενιά, αλλά θα έχουμε ελπίδες να ξανακτίσουμε τον κόσμο μας με πολλές θυσίες και περισσότερη δουλειά. Θα μείνουν όμως έως εδώ; Οι ταγοί μας από τη μια, μας  διαβεβαιώνουν ότι η κατάσταση τέθηκε υπό έλεγχο και επικαλούνται τα εύσημα για την πειθαρχημένη εφαρμογή των συνταγών της τρόικα, αλλά από την άλλη μας πληροφορούν ότι ΚΑΙ η επόμενη χρόνια θα είναι πολύ πιο δύσκολη. Και αυτό βεβαίως πέρα από το να μας καθησυχάζει, ενισχύει περισσότερο την απόγνωση, την τάση φυγής, την αναξιοπιστία της πατρίδας και την αίσθηση ότι αν αυτό είναι το αποτέλεσμα της τροϊκανής συνταγής, δεν είναι αυτή που θέλουμε και αυτή που μας κάνει. Δεν προσποιούμε ότι γνωρίζω ποια είναι η σωστή συνταγή. Δεν γνωρίζω. Προβληματίζομαι καθημερινά και καταλήγω σε κάποια επιμέρους παρατηρήσεις, αλλά αυτά δεν συνθέτουν μια υπαλλακτική συνταγή και δεν προσφέρουν διέξοδο.

Η συνταγή της αντιμετώπισης της κατάστασης έχει δύο πτυχές, νομίζω. Η μια αφορά τις αντιδράσεις των πολιτών και η άλλη αφορά τις πολιτικές αποφάσεις που θα μας οδηγούσαν στο ξέφωτο –κάποτε. Η πρώτη αφορά την γνώση και την επίγνωση ότι κανένας δεν πρόκειται να μας σώσει από καλοσύνη και δεν έχει άλλο λόγο πια –αφού μας αφαίμαξαν- να θέλουν και να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να μας σώσουν. Αλλά αφορά επίσης την βούληση που θα πρέπει να πηγάζει από αυτή την διαπίστωση να αναλάβουμε εμείς στα δικά μας χέρια την τύχη μας και αυτό να αποτελέσει τον προσδιορισμό της πορείας, της αντίληψης, των αποφάσεων και των επιλογών των ταγών μας. Η πλήρης εφαρμογή της συνταγής της τρόικα μπορεί να επιφέρει το ζητούμενο από την ίδια αποτέλεσμα, να ξεχρεώσουμε, ΚΑΠΟΤΕ, τα δάνεια μας. Τι σημασία θα έχει όμως αν στο μεταξύ θα έχουν εξαθλιωθεί πλήρως σαν λαός σαν πολίτες και σαν κοινωνία και συνεπώς και σαν πατρίδα; Μήπως τότε θα επιστρέψουν τα παιδιά μας από τη ξενιτιά; Μήπως θα μας ξαναδώσει κανένας να χαμένα μας χρόνια; Μήπως θα διαγραφή ο εφιάλτης και θα ξαναζήσουμε ένα παράδεισο που είχαμε και χάσαμε και από δικής απερισκεψίες; Αμφιβάλω. Θα παραμείνουμε η τελευταία γενιά των Κυπρίων που ζήσαμε -και όχι ζούμε, πια- από τους γονείς μας. Και αυτό δεν αποτελεί καν παρηγοριά. Συνεπώς, μπροστά στα δύσκολα του νέου χρόνου που μας υπόσχονται όλοι δεν έχουμε επιλογές. Μόνο με τη δική μας βούληση μπορούμε να αλλάξουμε πορεία. Και αυτό αποτελεί χρέος και υποχρέωση του καθενός χωριστά και όλων μαζί.

Γράφει:  Κώστας Γεννάρης