Ο συνοικισμός Στροβόλου 2 (επισήμως Εθνομάρτυρα Κυπριανού), ήταν ο πρώτος συνοικισμός που ανεγέρθηκε στη Λευκωσία μετά την εισβολή.
Ακολούθησαν ο Στρόβολος 3, οι Κόκκινες, οι Άσπρες και άλλοι συνοικισμοί. Στον πρώτο συνοικισμό δόθηκε προτεραιότητα σε οικογένειες με ιδιαίτερα προβλήματα: οικογένειες νεκρών και αγνοουμένων, παθόντων γενικά του πολέμου, πολύτεκνες οικογένειες κ.ο.κ.. Σωστή πολιτική. Με τα χρόνια όμως ο συνοικισμός μας μετατράπηκε σε ένα γκέτο μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων. «Τα παιδιά του συνοικισμού» συνήθως ήταν κάτι σαν αγρίμια.
Σε αυτό λοιπόν το συνοικισμό, κατά τα παιδικά και ανέμελα μου χρόνια, υπήρξε μια κοπέλλα, η Γιωρκούλλα, ή όπως την αποκαλούσαμε εμείς πελλο-Γιωρκούλλα(το όνομα είναι τυχαία επιλογή για ευνόητους λόγους) η οποία «γύριζε τις γειτονιές», με το βλέμμα χαμηλωμένο, με μικρά και γρήγορα βήματα, με εμφανείς ψυχολογικές διαταραχές, και που δυστυχώς μετατρεπόταν συχνά-πυκνά σε βορά των αγριμιών- παιδιών του συνοικισμού. Μια μέρα η μάνα μου με έκατσε στην καρέκλα απέναντί της. «Αν ξαναπειράξετε τη Γιωρκούλλα κατίσιση σας». Και μου είπε την ιστορία: η Γιωρκούλλα υπήρξε «στο χωρκό» άριστη μαθήτρια. Πανέξυπνη κοπέλα με μεγάλες προοπτικές και καθόλου άσχημη. Η ασχήμια στα εξωτερικά χαρακτηριστικά ήταν αποτέλεσμα της αρρώστιας του μυαλού. Μέχρι το πραξικόπημα και την εισβολή. Τότε η Γιωρκούλλα «έκοψε μέσα». Τουτέστιν μεθερμηνευόμενο συνελήφθηκε από τους εισβολείς. Η νεαρή έφηβη βιάστηκε κατ’ εξακολούθηση από τους εισβολείς, την ίδια ώρα που «είδεν δικούς της σκοτωμένους». Από τότε η Γιωρκούλλα δεν ήταν ποτέ η ίδια, έβρισκε μοναδική ασχολία και ευχαρίστηση «να γυρίζει τις γειτονιές» με μικρά και γρήγορα βήματα και τα μάτια προς τα κάτω, ωσάν και να έφταιξε, ωσάν και κάποια ανομολόγητη ντροπή έπρεπε να κρύψει, ωσάν και να σταμάτησε ο χρόνος στο μυαλό της τότε…
Ήμουν δεν ήμουν δώδεκα χρονών. Από τότε όποτε περνούσε η Γιωρκούλλα κατέβαζα εγώ τα μάτια χαμηλά.
Η ιστορία στην Κύπρο, όπως σχεδόν παντού, είναι ιστορία εγγράφων, ιστορία ηγεσιών και εξωτερικών παραγόντων. Φυσιολογικά ως ένα βαθμό. Όμως υπάρχει και η ιστορία που βιώνει ο λαός. Οι απλοί άνθρωποι. Και αυτή η ιστορία δεν παραγράφεται όσο μελάνι και εάν χυθεί, όσο τουλάχιστο οι άνθρωποι είναι ζωντανοί.
Για τη Γιωρκούλλα μίλησε η Ντογούς Ντεριά, η τουρκοκύπρια συμπατριώτισσά μας που τόλμησε να πει αλήθειες για τα εγκλήματα του κατοχικού στρατού στην Κύπρο. Για τη Γιωρκούλλα, για τη γραία γυναίκα που με αναφιλητά περιέγραφε στο ντοκιμαντέρ του ΡΙΚ τα βάσανα των ημερών της αιχμαλωσίας, για την κάθε Γιωρκούλλα που ο καθένας και η καθεμιά από εμάς είτε γνώρισε είτε άκουσε στη ζωή του. Η Ντογούς Ντεριά δεν είναι ούτε μόνη, ούτε η πρώτη.
Ο τούρκος λοχίας κατά την εισβολή Μουσταφά Ονγκάν μαρτύρησε στο βιβλίο “Διαταγή: Εκτελέστε τους αιχμάλωτους παρόμοια πράγματα(το 2001 κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη).
Ένας από αυτούς που μίλησαν ήταν ο Γιαλτσίν Κιουτσούκ, διανοούμενος της τουρκικής Αριστεράς, αλλά και σύμβουλος του τουρκικού Πενταγώνου κατά την περίοδο Ετσεβίτ, που υπηρέτησε ως λοχαγός στον «Αττίλα». Μίλησε για λογαριασμό του «Ελευθεροτυπίας» της «Κ.Ε.», τον Φεβρουάριο του ’98 στο Παρίσι όπου και ζούσε αυτοεξόριστος, κατηγορούμενος για φιλοκουρδική δράση στην πατρίδα του.
O ίδιος ο Ραούφ Ντενκτάς. Πολλοί προοδευτικοί τουρκοκύπριοι και τότε τούρκοι στρατιώτες.
H Ντογούς Ντεριά έγινε στόχος ακροδεξιών και εθνικιστικών κύκλων, εποίκων και τουρκοκυπρίων, όχι μόνο γιατί τολμά να λέει την ιστορική πραγματικότητα. Έγινε στόχος γιατί κυρίως είναι ταυτόχρονα πολιτικός φορέας αλλαγής, πολιτικός φορέας της λύσης του κυπριακού. Συνεπακόλουθα κίνδυνος για τους συντηρητικούς κύκλους της διχοτόμησης.
Εμείς τολμούμε να δούμε την αλήθεια κατάμματα; Έκαναν ελληνοκύπριοι σοβινιστές εγκλήματα κατά τουρκοκυπρίων; Πριν απαντήσω ευθαρσώς θέλω να απαντήσω ένα άλλο ερώτημα: Και εάν έκαναν; Αυτό μήπως σημαίνει, όπως ισχυρίζονται, παραδόξως ταυτόσημα, εθνικιστικοί κύκλοι και στις δύο κοινότητες, αιτιολόγηση της εισβολής και της κατοχής; Ασφαλώς όχι! Τίποτε δεν παραγράφει την κατοχή και τα εγκλήματα πολέμου. Ούτε τα εγκλήματα ενός ξένου, συντεταγμένου στρατεύματος μπορούν να εξισωθούν με τα εγκλήματα ατάκτων ακραίων στοιχείων. Ούτε η λογική «εκάμαμεν, τζαι εκάμαν μας» πρέπει να οδηγεί σε μια λογική συμψηφισμού, παραγνωρίζοντας τη συνεχιζόμενη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου.
Όμως!
Την αλήθεια πρέπει να τη δούμε κατάμματα αν θέλουμε να χτίσουμε εμπιστοσύνη μεταξύ των κυπρίων, ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων, και να προχωρήσουμε μπροστά.
Στη λύση, στην επανένωση και την απελευθέρωση του τόπου και του λαού μας.
Και όπως ακούσαμε κάποια ιστορία για «κάποια Γιωρκούλλα», ακούσαμε ιστορίες για «τα πρωτοπαλλήκαρα» που «επηράζαν τες τουρκούες στα τουρκοχώρκα». Και ανευρίσκουμε τουρκοκύπριους αγνοουμένους στα πηγάδια. Ορισμένοι βρέθηκαν εκεί πολύ πριν το ΄74.
Θέλω να πω ένα πραγματικό παράδειγμα: συναντόμαστε με την ηγεσία του Τουρκικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Απέναντι μου κάθονται ο Γιοργκαντζίογλου, πρόεδρος του ΡΤΚ και ο Κουτλουάι Ερκ, ΓΓ του ΡΤΚ.
Ο πατέρας του Γιοργκαντζίογλου δολοφονήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1974 στην Πάφο, πολύ μακριά από οποιεσδήποτε μάχες, από «παλληκαράδες» που αντί να είναι στο μέτωπο του πολέμου κρύφτηκαν στα μετόπισθεν και έκαναν «αντίποινα». Είναι θαμμένος στην αυλή του τζαμιού στην Πάφο, είδα τον τάφο με τα μάτια μου. Δεν ήταν καν εθνικιστής. Η «ενοχή» του ήταν γεννήθηκε και μιλούσε τούρκικα, πριν τον ρωτήσει κάποιος τον έκαναν μουσουλμάνο. Αυτό.
Ο πατέρας του Κουτλουάι Ερκ παραδόθηκε το 1958 σε ελληνοκύπριους για να πάει επειγόντως στο γιατρό και επέστρεψε μετά από πολλά χρόνια σε κασιούα… Συχνά-πυκνά ο Ερκ επαναφέρει το θέμα της άδικης απώλειας του πατέρα του. Η «ενοχή» του ήταν ότι γεννήθηκε και μιλούσε τούρκικα και βαφτίστηκε μουσουλμάνος.
Σε αυτούς τους ανθρώπους μπορείς κοιτάζοντάς τους στα μάτια, να πεις ότι τα όσα ισχυρίζονται είναι προπαγάνδα. Όπως την ίδια απάντηση μπορείς να δώσεις σε κάθε τουρκοκύπριο ο οποίος βίωσε ή άκουσε από συγγενείς και φίλους δικές ους μαρτυρίες.
Ποιο αποτέλεσμα μπορείς να έχεις;
Το ίδιο αποτέλεσμα που θα υπάρξει αν μου πει εμένα κάποιος ότι ο κατοχικός στρατός δεν εκτέλεσε αμάχους, δεν βίασε, δεν έφερε όλεθρο και καταστροφή. Ή ότι δεν έγινε πραξικόπημα και δολοφονίες; Θα μου προκαλέσει αποτροπιασμό, έλλειψη εμπιστοσύνης, οργή και καμιά διάθεση για συνεργασία.
Γιατί; Γιατί ξέρω. Γιατί το έζησα και το ζω. Γιατί κανένας δεν μπορεί να παραχαράξει τη δική μου αλήθεια.
Μήπως αυτό «καταφέρνουμε» ως ελληνοκύπριοι τόσα χρόνια, αποδίδοντας τα εγκλήματα κατά τουρκοκυπρίων σε «προπαγάνδα»;
Θέλω να κλείσω με το εξής: η λεγόμενη «συλλογική ευθύνη» είναι ένα μεγάλο λάθος. Απαράδεκτο. Επικίνδυνο.
Κάποτε βρισκόμουν σε μια καφετέρια της Λήδρας με τουρκοκύπριους φίλους. Με είδε ένας πρώην συμφοιτητής. Ήρθε. Έκανα τις συστάσεις. Έφυγε. Το βράδυ με πήρε τηλέφωνο: «Ξέρεις ρε φίλε… Να σε ρωτήσω κάτι; Εν σε πειράζει να κάμνεις παρέα με τούτους που εσκοτώσαν τον παπά σου;»
Ποιοι; Ποιοι είναι οι ένοχοι; Όσοι γεννήθηκαν και θα γεννηθούν στο μέλλον τούρκοι ή τουρκοκύπριοι. Όσοι βαφτίστηκαν μουσουλμάνοι και θα βαφτιστούν στην Κύπρο; Όλοι και για πάντα; Επί δικαίων και αδίκων;
Εσύ πόσο ένοχος νιώθεις, ή θα έπρεπε να νιώθεις αγαπητέ αναγνώστη/αγαπητή αναγνώστρια, επειδή κάποιοι βαφτισμένοι χριστιανοί και ομιλούντες ελληνικά (και σίγουρα όχι φέροντες ελληνική παιδεία) εγκλημάτησαν κατά τουρκοκυπρίων;
Δεν αισθάνεσαι ένοχος/ένοχη;
Ακριβώς! Και πολύ σωστά κάνεις!
Οι εποχές που όσοι είχαν γονίδιο εβραϊκό ή βαφτίστηκαν εβραίοι έπρεπε να θανατώνονται από τις ορδές του Χίτλερ γιατί έφεραν αυτοματοποιημένα κάποια ενοχή μαζί τους, πέρασαν. Ελπίζουμε οριστικά. Και ως πρακτικές και ως φιλοσοφία.
Τίποτε δεν ξεχνιέται. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει. Ειδικά εκείνοι που έπαθαν.
Μπροστά πρέπει να δούμε… Βάζοντας το δάχτυλο επί των τύπων των ήλων…
Και αγωνιζόμενοι για την απελευθέρωση και την επανένωση της πατρίδας και του λαού μας. Για να μην τραβήσουν τζαι οι επόμενοι τούτα που ετραβήσαν οι προηγούμενοι τζαι μεις…
Μπορούμε;
Γράφει: Χρίστος Χριστοφίδης