Κύριε Υπουργέ, οι διαφορές μας είναι λίγο- πολύ γνωστές.
Τόσο στα ζητήματα οικονομίας όσο και στα ευρύτερα ζητήματα. Εάν απευθύνομαι σε εσάς είναι γιατί με απασχολεί πολύ έντονα η κάθετη θέση που έχετε πάρει για «το δικό μας συμφέρον» και πως αυτό διασφαλίζεται. «Το δικό μας συμφέρον» είναι το βασικό σας επιχείρημα για να υποστηρίξετε τη θέση σας, θέση διαφωνίας εάν όχι υπόσκαψης, με τις επιδιώξεις και τα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης στο Γιούρογκρουπ.
Η βασική γραμμή υπεράσπισης λοιπόν είναι ότι εμείς πρέπει να κοιτάξουμε το «δικό μας συμφέρον». Δεν μπόρεσα να κατανοήσω όλο αυτό το χρονικό διάστημα πως τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πλήττονταν εάν στις συνόδους το Γιούρογκρουπ ενώνατε τη φωνή σας με τη φωνή της ελληνικής καθαρά και μόνο για τα αιτήματα του ελληνικού λαού. Ο οποίος βρίσκεται ομολογουμένως σε μια τραγική κατάσταση. Εάν την ώρα δηλαδή που ο Ντάισεμπλουμ έλεγε «συγνώμη κύριε Βαρουφάκη είστε μόνος», ακουγόταν μια φωνή που έλεγε «συγνώμη, είμαστε δύο» στο αίτημα για περισσότερη ανάπτυξη, μικρότερα πλεονάσματα, δυνατότητες αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης που μαστίζει τις ελληνίδες και τους έλληνες. Εκτός και εάν υπάρχουν πολιτικές δεσμεύσεις που εμείς δεν γνωρίζουμε είτε προς την κ. Μέργκελ, τον κ. Σόιμπλε ή άλλους μεγαλοπαράγοντες της ΕΕ και της Τρόικα.
Κανένας δεν νομίζω να ζητά ή να ζητήσει από την Κυπριακή Δημοκρατία, ότι ακούγεται από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης, σωστό ή λάθος, να το υποστηρίζει, απλώς επειδή το είπε η όποια ελληνική κυβέρνηση. Εδώ μιλάμε όμως για αιτήματα ηθικά και πολιτικά τεκμηριωμένα, αιτήματα που υποστηρίζει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Και εδώ «το δικό μας συμφέρον»! Ωραία λοιπόν, ας ξαναδούμε το συμφέρον μας.
Δεν είναι προς το συμφέρον μας, εάν η Ελλάδα τελικά καταφέρει κάτι σε αυτή τη δύσκολη και σκληρή διαπραγμάτευση; Μια τέτοια εξέλιξη δεν θα έδινε τη δυνατότητα τόσο σε εμάς όσο και σε άλλα ευρωπαικά κράτη, να διεκδικήσουμε αλλαγές και εξαιρέσεις από μέτρα τα οποία όλοι υποτίθεται συμφωνούμε ότι είναι επαχθή;
Τα αδιέξοδα της ευρωζώνης σήμερα είναι για όλους και κυρίως τους λαούς του ευρωπαϊκού νότου. Οι λύσεις που θα δοθούν θα είναι πανευρωπαϊκές. Το δικό μας συμφέρον λοιπόν επιτάσσει συνένωση δυνάμεων με εκείνες τις χώρες που επιζητούν αλλαγή πολιτικών και σωτηρία από τις ασφυκτικές πολιτικές της λιτότητας και της ύφεσης, πολιτικές που διαλύουν τις κοινωνίες. Πολιτικές που έχουν επιβληθεί και στην Κύπρο.
Βέβαια οι κακές γλώσσες λένε κύριε Υπουργέ ότι ακριβώς αυτό φοβάστε: μήπως και πετύχει τελικά κάτι η Ελλάδα; Και διαπιστώσουμε τελικά ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Και διαπιστώσουμε ότι το επιχείρημα «σκάσε και κολύμπα στον ωκεανό» γιατί τίποτε δεν αλλάζει είναι έωλο; Και τότε η καλή μας η κυβέρνηση εκτεθεί πλήρως στα μάτια του ανυποψίαστου πολίτη που αγόγγυστα τραβά μνημονιακό κουπί εδώ και δύο χρόνια; Και που θα πάει τελικά το «ιδεολογικό και πολιτικό» σας μανιφέστο…
Το δικό μας το συμφέρον λοιπόν! Είναι ή δεν είναι προς το δικό μας το συμφέρον μια Ελλάδα ενδυναμωμένη; Ενισχυμένη από τη διαπραγμάτευση; Με δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης επιτέλους; Είναι ή δεν είναι κάτι τέτοιο πλήρως ταυτισμένο με την πολιτική ισχύ; Με τη δυνατότητα δηλαδή να μας στηρίξει η Ελλάδα στα δύσκολα που έρχονται στο κυπριακό, στα ζητήματα του Φυσικού Αερίου, των ευρύτερων αλλαγών στην περιοχή.
Κύριε Υπουργέ δεν θυμάμαι οι σχέσεις Κύπρου- Ελλάδας να πέρασαν χειρότερη δοκιμασία από τη σημερινή τις τελευταίες δεκαετίες. Είμαι σίγουρος ότι εσείς το ξέρετε καλύτερα. Το διαβάζετε στο πρόσωπο του κ. Βαρουφάκη σε κάθε Γιούρογκρουπ. Το ακούσατε πίσω από τις γραμμές και με πολλή ευγένεια από την κυρία Κωνσταντοπούλου. Το ακούσατε στην προσφώνηση του κ. Τσίπρα όταν με νόημα αναφερόταν στα «άδικα μέτρα που επιβλήθηκαν στους λαούς μας» και φαντάζομαι παρολίγο να πέσετε από την καρέκλα. Το καταλαβαίνεται κάθε φορά που επιλέγετε, όχι απλά να διαφοροποιείστε, αλλά να βγαίνετε δημόσια να αδειάζετε την ελληνική κυβέρνηση. Πότε δεν κατάλαβα τις θέσεις, πότε η Ελλάδα άρα κάποιος θέλει να την βγάλει πρέπει να μείνει στο ευρώ, πότε το ένα πότε το άλλο…
Τέλος, λυπούμε να παρατηρήσω ότι η βασική σας γραμμή υπεράσπισης έναντι της αντιπολίτευσης, θυμίζει επιχειρηματολογία πριν τέσσερις δεκαετίες. Ατυχής επιχειρηματολογία για ένα ακραιφνή νέο- φιλελεύθερο. Επειδή όμως δεν θέλω να σας κουράζω με αυτά θα σας απαντήσω με ένα κατεξοχήν ελληνικό τρόπο. Με τους στίχους του Κωνσταντίνου Καβάφη, ενός ποιητή που έζησε και δημιούργησε εκτός Ελλάδας (και έχει αυτό σημασία πολλή). Ο οποίος αυτοπροσδιοριζόταν ως «ελληνικός». Γιατί πάντοτε πίστευε ότι η ταυτότητα του καθενός πραγματώνεται μέσα από πράξεις, τρόπους, συμπεριφορές και όχι μέσα από λόγια. Είμαι σίγουρος βέβαια ότι Εσείς σαν υπέρτερος έλλην και πιότερο ελληνομαθής από όλους εμάς, αυτό το γνωρίζετε καλύτερα.
«Aς την παραδεχθούμε την αλήθεια πια·
είμεθα Έλληνες κ’ εμείς — τι άλλο είμεθα; —
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις της Aσίας,
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις
που κάποτε ξενίζουν τον Ελληνισμό.
Δεν μας ταιριάζει, Έρμιππε, εμάς τους φιλοσόφους
να μοιάζουμε σαν κάτι μικροβασιλείς μας
(θυμάσαι πώς γελούσαμε με δαύτους
σαν επισκέπτονταν τα σπουδαστήριά μας)
που κάτω απ’ το εξωτερικό τους το επιδεικτικά
ελληνοποιημένο, και (τι λόγος!) μακεδονικό,
καμιά Aραβία ξεμυτίζει κάθε τόσο
καμιά Μηδία που δεν περιμαζεύεται,
και με τι κωμικά τεχνάσματα οι καημένοι
πασχίζουν να μη παρατηρηθεί.»
Απόσπασμα από το ποίημα «Επάνοδος από την Ελλάδα»
Γράφει: Χρίστος Χριστοφίδης