Οι οικονομολόγοι λένε συχνά πως η δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης στην αγορά είναι κλειδί για τη σταθερότητα της οικονομίας και την ανάπτυξη.
Σπάνια, ωστόσο, επιχειρείται σε βάθος ανάλυση αυτής της παραμέτρου. Αποτελεί γεγονός πως κάθε συναλλαγή προϋποθέτει μια μορφή εμπιστοσύνης. Πως όμως μεταφράζεται αυτή η εμπιστοσύνη σε μακροοικονομικό επίπεδο; Είναι αρκετό να σκεφτόμαστε την εμπιστοσύνη μόνο με όρους αγοράς;
Πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν πως οι αξίες εκείνες που ενισχύουν τη κοινωνική συνεργασία και τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, αυτές δηλαδή που προάγουν και θεσμοποιούν σχέσεις εμπιστοσύνης σε μια κοινωνία, για την επίτευξη κοινών στόχων, συσχετίζονται θετικά με την αυξημένη παραγωγικότητα και ψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Σε άρθρο τους με τίτλο «Civic Capital as the missing link», οι Guiso, Sapienza και Zingales, υποστηρίζουν ότι οι αξίες αυτές, που σωρευτικά διαμορφώνουν αυτό που στην πολιτική επιστήμη ορίζεται ως πολιτειακό κεφάλαιο (civic capital), συνιστούν μια κρίσιμη παράμετρο στην εξίσωση της παραγωγής, που συνήθως παραλείπεται. Με βάση την εμπειρική έρευνα, όσο μεγαλύτερο είναι το πολιτειακό κεφάλαιο, τόσο λιγότερη είναι διαφθορά και τόσο μεγαλύτερη η πολιτική λογοδοσία. Και όταν αυτό συμβαίνει, οι πιθανότητες για βιώσιμη ανάπτυξη είναι πολύ μεγαλύτερες (βλ.Naniccini, T. et al.«Social Capital and Political Accountability»).
Τι γίνεται όμως όταν η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς μειώνεται; Η Κύπρος αποτελεί μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση. Η πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Λευκωσίας επιβεβαιώνει μια ανησυχητική τάση που έχουμε δει και σε προηγούμενες έρευνες, και η οποία αναδεικνύει την κατακόρυφη πτώση της εμπιστοσύνης των Κυπρίων πολιτών απέναντι σε όλους σχεδόν τους πολιτειακούς θεσμούςκαι κυρίως προς την πολιτική και τους πολιτικούς. Κάποιοι εκτιμούν πως τα συμπτώματα που οδηγούν στη μείωση της εμπιστοσύνης προκύπτουν ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης. Είναι όμως πράγματι έτσι; Μήπως δεν αποτελούν τόσο παράγωγα, όσο επιφαινόμενα της κρίσης; Μήπως δηλαδή, για να το θέσω διαφορετικά, η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνο οικονομική;
Εδώ αναδεικνύεται ένα ζήτημα ενδογένειας που μπορεί να προκαλεί κάποια σύγχυση. Το πολιτικό σύστημα που οι πολίτες απαξιώνουν σήμερα, είναι το ίδιο που ήταν και χθες. Η διαφθορά, η διαπλοκή, η αναξιοκρατία, δεν δημιουργήθηκαν μετά την κρίση. Συνεπώς, δεν είναι τόσο το πολιτικό σύστημα που αλλάζει, όσο οι αξίες που το νομιμοποιούσαν στο παρελθόν και οι αντιλήψεις της κοινωνίας. Θα δώσω ένα παράδειγμα για να γίνω πιο κατανοητός. Οι πελατειακές σχέσεις αποτελούν, εδώ και δεκαετίες, βασικό πυλώνα από τον οποίο αντλεί νομιμοποίηση το πολιτικό μας σύστημα. Σήμερα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, σημαντικό μέρος των πολιτικών πόρων (θέσεις στο δημόσιο, επιδόματα, ευνοϊκά δάνεια κ.ο.κ.), που τροφοδοτούσαν τη λειτουργία του έχουν απωλεσθεί. Έτσι, η αναπαραγωγή της πολιτικής του νομιμοποίησης καθίσταται πιο δύσκολη. Την ίδια ώρα, καθώς οι πολίτες εγκαταλείπουν κεκτημένα ή συνήθειες που απολάμβαναν στο παλιό σύστημα, εγκαταλείπουν και μέρος των αξιών που του προσέδιδαν πολιτική νομιμότητα και αυτό νομοτελειακά οδηγεί στην απαξίωση.
Φαίνεται, λοιπόν, πως τα αίτια που μας οδήγησαν στην οικονομική κρίση, συνυφαίνονται με τα συμπτώματα μιας προϊούσας κρίσης αξιών και θεσμών καθώς και μιας κρίσης της ίδιας της πολιτικής. Στην πραγματικότητα, η τελευταία μεγεθύνεται σήμερα λόγω του ότι στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται, παλιές βεβαιότητες και κατεστημένες ισορροπίες και συμφέροντα πολλών χρόνων ανατρέπονται.
Συνεπώς, η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει κάτι περισσότερο από την κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και τις διαρθρωτικές αλλαγές. Προϋποθέτει, τη δημιουργία ενός νέου πολιτειακού κεφαλαίου που θα οικοδομηθεί με βάση νέες αξίες και νέα πρότυπα. Το νέο αυτό πολιτειακό κεφάλαιο είναι αναγκαίο προκειμένου όλη αυτή η μεταρρυθμιστική προσπάθεια να γίνει κτήμα της κοινωνίας. Μόνο έτσι μπορεί στην ουσία να μετατραπεί σε μεταρρυθμιστικό ρεύμα. Χωρίς εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς, και ιδιαίτερα στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς μιας δημοκρατικής πολιτείας, αυτό δεν μπορεί να γίνει κατορθωτό.
Το μόνο θετικό είναι πως το πολιτειακό κεφάλαιο δημιουργείται πολύ πιο εύκολα σε περιόδους κρίσεων και ριζικών αλλαγών, όπως αυτή που η διέρχεται η Κύπρος σήμερα. Απαιτούνται όμως πολιτικές πρωτοβουλίες. Η οικονομική μεταρρύθμιση θα πρέπει να συνοδευτεί από μια πολιτική μεταρρύθμιση. Αυτό συνιστά καθοριστικό στοιχείο στην εξίσωση της ανάπτυξης. Για να καλυφθούν τα ελλείμματα εμπιστοσύνης που έχουν δημιουργηθεί στην κοινωνία, θα πρέπει να υπάρξει σήμερα και ανακεφαλαιοποίηση της πολιτικής.
Γράφει: Χριστόφορος Φωκαΐδης