Home Χριστόφορος Φωκαΐδης Τα πανεπιστήμια στη νέα εποχή και η διαχείριση της μετάβασης. Του Χριστόφορου...

Τα πανεπιστήμια στη νέα εποχή και η διαχείριση της μετάβασης. Του Χριστόφορου Φωκαΐδη

photo7897999999777

«Αν νομίζεις ότι η  επένδυση στην εκπαίδευση είναι ακριβή, δοκίμασε την άγνοια». 


Η ρήση αυτή ανήκει στον επί εικοσαετίας πρόεδρο του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ Derek Bok, ο οποίος σε ένα βιβλίο του το 1990 με τίτλο «Τα πανεπιστήμια και το μέλλον της Αμερικής», σημείωνε με νόημα: «Όλοι αναγνωρίζουμε πως σήμερα τα αναπτυγμένα έθνη στηρίζονται όλο και περισσότερο σε τρία βασικά στοιχεία: στις νέες ανακαλύψεις, στο υψηλά εκπαιδευμένο προσωπικό και στην εξειδικευμένη γνώση. Τα πανεπιστήμια, συνέχιζε, είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνα για δύο από τα στοιχεία αυτά, και βασική πηγή για το τρίτο. Είναι γι’ αυτό που πολλοί σήμερα θεωρούν το πανεπιστήμιο ως το βασικό θεσμό της μεταβιομηχανικής κοινωνίας»(The Universities and the Future of America, σ.3).

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, βεβαίως, ότι τα πανεπιστήμια ήταν βασικός θεσμός και της νεωτερικής κοινωνίας, μετά το Διαφωτισμό. Τα πανεπιστήμια διαδραμάτισαν κρίσιμο και πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση και καλλιέργεια εθνικής ταυτότητας και στη δημιουργία εθνικών κινημάτων, ειδικά κατά τον 19 αιώνα στην Ευρώπη. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η αποστολή αυτή τους προσέδιδε κύρος και νομιμοποίηση.  Σήμερα, οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Τα πανεπιστήμια σε μια εποχή παγκόσμιου ανταγωνισμού, θα πρέπει να διακριθούν με βάση την αριστεία στην έρευνα και στην καινοτομία. Θα πρέπει να διακριθούν, όχι ως διδακτικά ιδρύματα αλλά πρωτίστως ως κέντρα έρευνας. 

Αν λοιπόν, η επιτυχία των κρατών στη νέα εποχή, καθορίζεται από τις νέες ανακαλύψεις, το εκπαιδευμένο  προσωπικό και την εξειδικευμένη γνώση, όπως υποστηρίζει ο καθηγητής Bok, τότε η διαχείριση της μετάβασης, που αφορά το νέο ρόλο και την αποστολή των πανεπιστημίων, θα πρέπει να συνιστά μείζονα εθνικό στόχο για κάθε κοινωνία. Δεν αφορά μόνο τα πανεπιστήμια και την ακαδημαϊκή κοινότητα. Αφορά ή πρέπει να αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Άλλωστε, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο αναπροσανατολισμός των πανεπιστημίων δεν υπήρξε  προϊόν εσωτερικού αυτοματισμού ή ενδοσκόπησης. Στην Αμερική, οι κυβερνήσεις άρχισαν να αυξάνουν τις δημόσιες δαπάνες προς τα πανεπιστήμια μετά την επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ! Ήταν ο πρόεδρος Τρούμαν που πρώτος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθιέρωσε ένα τεράστιο πρόγραμμα κρατικών επιχορηγήσεων προς την ακαδημαϊκή έρευνα, αναγνωρίζοντας το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν τα πανεπιστήμια προκειμένου να γίνει η Αμερική μια παγκόσμια υπερδύναμη, σε στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο.  

Αν όμως η επένδυση στα πανεπιστήμια τότε ή ακόμα και πριν 20 περίπου  χρόνια, όταν έγραφε ο καθηγητής Bok το βιβλίο του, συνιστούσε καθοριστικό παράγοντα για τηνεπιτυχία της Αμερικανικής υπερδύναμης, μπορεί εύκολα να συνάγει κανείς πόση σημασία έχει για την μικρή Κύπρο σήμερα. Ειδικά σε συνθήκες πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης, όπου καλούμαστε να προσδιορίσουμε ένα νέο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης. Ισχυρίζομαι ότι, κατ’ αναλογία, έχουμε πολύ περισσότερα να ωφεληθούμε ως κοινωνία, επενδύοντας στα πανεπιστήμια, σε σύγκριση με τις Η.Π.Α. Και επένδυση στα πανεπιστήμια δε σημαίνει μόνο κρατική επιχορήγηση. Σημαίνει τη συνολική στρατηγική μιας πολιτείας που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων  κίνητρα για ιδιωτική επένδυση αλλά και μια πολιτική για τη συνέργεια πανεπιστημίων και επιχειρήσεων.

Ας δούμε όμως πολύ ενδεικτικά μερικά μόνο στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη μεγάλη προοπτική που έχει η Κύπρος επενδύοντας στα πανεπιστήμια. Καταρχάς, αξίζει να αναφερθεί ότι οι νέοι της Κύπρου, με βάση την τελευταία έρευνα της Eurostat,κατατάσσονται στη δεύτερη θέση του πίνακα που αφορά το ποσοστό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με 49.9%, μετά τους Ιρλανδούς(51.1%). Θα πρέπει να αισθανόμαστε περήφανοι γι’ αυτό  αλλά και για το θαυμαστό πλούτο Κυπρίων επιστημόνων που διαπρέπουν και στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Με την απονομή βραβείου Νόμπελ στο καθηγητή Χριστόφορο Πισσαρίδη, η μικρή Κύπρος έχει ανέβει πλέον στο ανώτερο σκαλοπάτι ακαδημαϊκής διάκρισης. Όλα τα πανεπιστήμια της Κύπρου, δημόσια και ιδιωτικά, έχουν κάνει πολύ σημαντικά βήματα το τελευταίο  διάστημα ενώ το μεγάλο κρατικό πανεπιστήμιο της χώρας, μέσα σε λίγα χρόνια πραγματοποιεί ένα τεράστιο άλμα προκειμένου να καταταγεί στα 500 καλύτερα του κόσμου. 

Όλα αυτά δεν πρέπει, φυσικά, να οδηγούν στο συμπέρασμα πως τα πανεπιστήμια δεν παρουσιάζουν αρνητικά συμπτώματα. Ότι δεν γίνονται σπατάλες ή ότι δεν διαπράττονται σφάλματα. Και, βεβαίως, δε σημαίνει πως στα πανεπιστήμια κατοικοεδρεύουν άγγελοι! Όπως έλεγε ο διαπρεπής πολιτικός και ακαδημαϊκός Δημήτριος Θ. Τσάτσος, σε ένα συνέδριο στην Κύπρο πριν μερικά χρόνια, με θέμα «Συμμετοχική Δημοκρατία και Επιστημονικός Λόγος», «το πανεπιστήμιο είναι και αυτό μέρος της κοινωνίας, με τις εσωτερικές της συγκρούσεις, τις ιδεολογικές της αντιπαραθέσεις… Ο ακαδημαϊκός είναι κι’ αυτός μέρος της ενδοκοινωνικής σύγκρουσης». Σε μια κοινωνικά ρευστή περίοδο, που απαιτείται μέσα από ένα διάλογο με την πολιτεία, να προχωρήσει χωρίς καθυστέρηση η συγκροτημένη μετάβαση των πανεπιστημίων στη νέα εποχή, η διαπίστωση αυτή αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία.

Το κρίσιμο, λοιπόν, ερώτημα είναι: πώς μπορούμε να διαχειριστούμε αυτή τη μετάβαση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Η προσωπική μου άποψη είναι πως ο  τρόπος με τον οποίο η Βουλή των Αντιπροσώπων έλαβε αποφάσεις για τα πανεπιστήμια στην τελευταία της σύνοδο, δεν αντανακλά την ευθύνη με την οποία η πλειοψηφία των βουλευτών  αντιμετωπίζει τα πανεπιστήμια. Πιστεύω πως η δήλωση του προέδρου της Βουλής, κατά τη σχετική ψηφοφορία, εμμέσως πλην σαφώς, δεν μπορεί παρά να είναι αρκούντως επιβεβαιωτική ως προς αυτό.

Η πατρίδα μας έχει ανάγκη σήμερα από μια νέα εθνική και κοινωνική συναίνεση που θα επενδύει σε όσα μας κάνουν περήφανους και που θα καλλιεργεί μια νέα εθνική αυτοπεποίθηση. Έχω την άποψη πως η πολιτεία θα πρέπει όχι απλώς να επενδύσει στα πανεπιστήμια αλλά να έχει ακόμα ψηλότερες απαιτήσεις. Ψηλότερες και απ’ αυτές που τα ίδια τα πανεπιστήμια θέτουν στους εαυτούς τους. Όχι πρωτίστως στο πως περιορίζουν τα έξοδα τους, αλλά στο πώς να αυξάνουν τα έσοδα τους, μέσα από την επιδίωξη της ακαδημαϊκής αριστείας και διάκρισης. Σ’ αυτό το πεδίο είναι που θα κερδηθεί στο στοίχημα του μέλλοντος, όχι μόνο για τα πανεπιστήμια αλλά για την ίδια τη χώρα.

 

Γράφει: Χριστόφορος Φωκαΐδης