Γίνεται πολύς λόγος για την αποχώρηση της τρόικας από την Κύπρο…
Που στην πραγματικότητα θα είναι εδώ κάθε 6 μήνες για “αξιολόγηση” μέχρι να αποπληρωθεί το 75% του ποσού που μας δάνεισε, αλλά δεν γίνεται πλέον κανένας λόγος για τις πληγές που άφησε η “διάσωση” της κυπριακής οικονομίας.
Να υπενθυμίσω λοιπόν για χάρη αν μη τι άλλο τις ιστορίας, αφού κανένας ακόμη δεν έχει λογοδοτήσει γι’ αυτή την καταστροφή, τα ακόλουθα:
- Κούρεμα Καταθετών Λαϊκής Τράπεζας και κλείσιμο της (Bail in): 4 δις.
- Κούρεμα επενδυτών Αξιογράφων Λαϊκής Τρ. και Τράπεζας Κύπρου: 1.4 δις
- Μετατροπή Καταθέσεων και κατόπιν κούρεμα (με ανακεφαλαιοποίηση 1 δις) των καταθετών της Τράπεζας Κύπρου σε επίπεδο 47.5%: 3.8 δις
- “Δωρεά” στη τράπεζα Πειραιώς 3.5 δις ελληνικές εργασίες κυπριακών τραπεζών για να περιοριστεί “ring fence” ο συστημικός κίνδυνος της Κύπρου
- Νέοι και ταλαντούχοι άνθρωποι έχουν μεταναστεύσει για καλύτερες προοπτικές (brain drain)
- Αύξηση μακροχρόνιας ανεργίας
- Ιδιωτικό χρέος κοντά στο 300% του ΑΕΠ με το 50% σχεδόν να μην εξυπηρετείται
- Πρωτιά στη χειρότερη απόδοση του δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος Gini όπως υπολογίζεται από τη Eurostat για τα έτη 2008-2014. Μέσος όρος αύξησης άνισης κατανομής εισοδήματος στην ΕΕ στις 0,6 μονάδες και της Κύπρου στο 5,8. Η Ελλάδα στη 1,1 μονάδες.
- Πτώση ανταγωνιστικότητας από την 65η θέση το 2015-16 στην 83η θέση για το 2016-17
- Αύξηση Εταιρικού Φόρου από το 10% στο 12,5
Με όλες τις πιο πάνω πληγές θα έπρεπε ήδη να είχαμε αναθεωρήσει το οικονομικό μας μοντέλο και όχι να πανηγυρίζουμε γιατί διώξαμε την τρόικα. Το θέμα είναι τι κάνουμε από εδώ και πέρα. Καταρχήν πρέπει να γίνει στρατηγικός σχεδιασμός για τα επόμενα 10 έτη με βάση την μετάβαση μας σε οικονομία γνώσης. Ο σχεδιασμός αυτός θα αναδείξει και τις αναγκαίες επενδύσεις στον τομέα της παιδείας, της καλλιέργειας κλίματος επιχειρηματικότητας, τις νομοθετικές αλλά και φορολογικές ρυθμίσεις που χρειάζονται αλλά και την ενεργότερη εμπλοκή του κράτους στη κατεύθυνση αυτή.
Επίσης οι τράπεζες πρέπει να αναλάβουν ένα πιο ενεργό ρόλο. Με την αύξηση του ποσοστού προβλέψεων, οι τράπεζες ναι μεν “απορροφούν” αναμενόμενες μελλοντικές ζημιές, αλλά δεν αποποιούνται των δανείων που έδωσαν. Θα πρέπει λοιπόν και οι τράπεζες να πάρουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί και να προχωρήσουν σε ελάφρυνση χρεών και αναδιάρθρωση σε επίπεδο χρόνου, επιτοκίων και συνεπώς δόσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που είναι βιώσιμα. Τα μη βιώσιμα δάνεια και ειδικά των μεγάλο developers πρέπει να καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια πώλησης τους, έστω και σε τιμή έκπτωσης.
Δυστυχώς η κατάσταση δεν βλέπω να βελτιώνεται σύντομα για τον ευρύ πληθυσμό λόγω της καταστροφής πλούτου που άφησε πίσω της το μνημόνιο χωρίς κανένα επηρεασμό του χρέους και ειδικά του ιδιωτικού. Με 300% του ΑΕΠ ιδιωτικό χρέος, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι κοντά στο 50%, καταλαβαίνει κάποιος πόσο υπερχρεωμένες είναι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μας. Αυτοί δηλαδή που είναι και οι πυλώνες της αναμενόμενης ανάπτυξης και κατανάλωσης.
Γράφει: Χάρης Σταυρινίδης