Ορθώς η επίτροπος διοικήσεως έχει αναδείξει τη νομική σκοπιά του ζητήματος η οποία αφορά το γεγονός ότι σε ένα κοσμικό κράτος το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να κρατά ίσες αποστάσεις από όλες τις θρησκείες και τον αθεϊσμό και δεν μπορεί να κάνει κατήχηση ή προσηλυτισμό.
Πέραν όμως από αυτό υπάρχει και η σκοπιά της Κοινωνικής και Αναπτυξιακής Ψυχολογίας η οποία με ξεκάθαρο τρόπο μπορεί να διαφωτίσει το πρόβλημα με τη συγκεκριμένη πρακτική. Ένα τετράχρονο παιδί χαρακτηρίζεται από γνωστικούς περιορισμούς και περιορισμούς στην ηθική του κρίση που το σχολείο οφείλει να βοηθήσει να ξεπεράσει και όχι να εδραιώσει.
Συγκεκριμένα ένα τετράχρονο παιδί συχνά συγχύζει τον υποκειμενικό με τον αντικειμενικό κόσμο, και είναι γνωστές σε όλους του εκπαιδευτικούς και αναπτυξιακούς ψυχολόγους οι σκέψεις του συχνά χαρακτηρίζονται απο ανιμισμό (τις ιδέες ότι τα άψυχα αντικείμενα έχουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά), μαγική σκέψη (ότι μπορούν με τη σκέψη τους να ελέγχουν τα φυσικά φαινόμενα), αρτιφισιαλισμό κλπ. Όλα τα χαρακτηριστικά που έχει χαρακτηρίσει ο μεγάλος αναπτυξιακός ψυχολόγος Jean Piaget αρχικά ως προ-λογική και αργότερα ως προ-λειτουργική σκέψη.
Από την ηθική σκοπιά επίσης συχνά παιδιά αυτής της ηλικίας κρίνουν ως σωστό και λάθος ότι πιστεύουν διάφορες «αυθεντίες» ως σωστό και λάθος. Οι γονείς τους, οι πιο μεγάλοι από αυτούς. ο θεός κλπ. Αυτή η μορφή ηθικής κρίσης του στερεί το δικαίωμα να διαμορφώσουν κριτική σκέψη και να ενισχύσουν την δική τους λογική και ηθική κρίση.
Η θρησκευτική πρακτική του προσκύνημα των λειψάνων είναι ένα ιστορικό κατάλοιπο νοοτροπιών που ιστορικά μπορεί να συνδεθεί με μαισαιωνικές αντιλήψεις για τις μαγικές ιδιότητες του υλικού κόσμου, στο βαθμό που συνδέονται με τα θεία και έκφραση του ίδιου ακριβώς τρόπου σκέψης που περιέγραψα σην σκέψη των νηπίων. Με το πέρασμα των καιρών, για κάποιους από τους πιστούς έχει βέβαιά αποκτήσει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα αλλά για κάποιος διατηρεί τις μαγικές ιδιότητες μέχρι και σήμερα.
Προσκυνήματα λοιπόν αυτού του τύπου σε νήπια, οχι μόνο δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά από τα νήπια στη συμβολική τους διάσταση και μόνο (και δεν γνωρίζουμε ποια διάσταση αποδίδει ο εκπαιδευτικός ούτως ή άλλως). Αντίθετα ενισχύει στο παιδί νοοτροπίες μαγικής σκέψης, και ηθικής κρίσης χαμηλού αναπτυξιακού επιπέδου. Με άλλα λόγια τέτοια πρακτική έρχεται ενάντια σε κάθε έννοια προαγωγής της μαθησιακής και αναπτυξιακής διεργασίας που πρέπει πρώτιστα να χαρακτηρίζει την παιδεία στον 21 αιώνα.
Υπάρχει βέβαια και η πολύ σημαντική διάσταση του στιγματισμού και περιθωριοποίησης παιδιών που για οποιοδήποτε λόγο, είτε οι ίδιοι είτε οι γονείς τους δεν επιθυμούν να συμμετέχουν σε αυτές τις μεσαιωνικές πρακτικές η οποία ζημιά από ψυχολογική και παιδαγωγική σκοπιά είναι εξίσου σημαντική.
Τέλος το να ακούεις από το Ραδιόφωνο ασυνδικάλιστές εκπαιδευτικούς να στηρίζουν τέτοιες πρακτικές σε ευρωπαϊκή χώρα τον 21ο αιώνα, ενώ υπάρχουν θεολόγοι που συμφωνούν με τις διαπιστώσεις της επιτρόπου, δεν είναι μόνο απογοητευτικό αλλά και ενδεικτικό τού λόγου για τον οποίο η Κύπρος βρίσκεται στα τελευταία σκαλοπάτια διεθνών αξιολογήσεων. Αναμένουμε και την άποψη του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για το ζήτημα.
Γράφει: Χάρης Ψάλτης