Ευρισκόμενοι ελάχιστα εικοσιτετράωρα πριν τις εκλογές για την ανάδειξη του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και παρακολουθώντας στενά τον προεκλογικό λόγο των υποψηφίων και κομμάτων παρατηρούμε ότι ελάχιστα από τα ζητήματα που αφορούν την Ευρώπη καθ’ εαυτή αλλά και τον ίδιο τον θεσμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν αναπτυχθεί.
Ο προεκλογικός έχει περιοριστεί στα εσωτερικά ζητήματα που αφορούν στην Κύπρο, γεγονός που δείχνει την έλλειψη αντίληψης της σημασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αναλύοντας, φυσικά, το γεγονός αυτό ο αντικειμενικός παρατηρητής διαπιστώνει ότι ακόμη και αν κάποια κόμματα επιθυμούσαν την συζήτηση για ζητήματα που αφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ρητορική άλλων που επιθυμούν την «κυπροποίηση» των ευρωπαϊκών εκλογών δεν τους επιτρέπει, για σκοπούς συσπείρωσης ή απάντησης στα όσα κατηγορούνται, να ενδιατρίψουν στις πολιτικές τους που αφορούν στην Ένωση.
Θα πρέπει, φυσικά, να συνειδητοποιήσουμε σε κάποια φάση την σημαίνουσα αξία των ευρωεκλογών. Πρωτίστως, γιατί αυτές αφορούν στην ανάδειξη του μοναδικά δημοκρατικά εκλεγμένου κορυφαίου θεσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αντιπροσωπεύει το σύνολο των ευρωπαίων πολιτών και όχι τα κράτη – μέλη της Ένωσης. Δεύτερον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζει σημαντικότατα πλέον ρόλο στην διαμόρφωση των πολιτικών της Ένωσης που αφορούν την καθημερινότητα των ευρωπαίων και οι πλείστες νομοθεσίες απαιτούν την έγκρισή του, ενώ απαιτείται η σύμφωνος γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την υιοθέτηση του προϋπολογισμού της Ένωσης.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αντιληφθούμε, επίσης, το γεγονός ότι οι εκλογές αυτές αφορούν και επηρεάζουν το ίδιο το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε μια περίοδο όπου οι διαδικασίες για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση των 28 συνεχίζουν να παραμένουν αμφίβολες ουσίας και αποτελέσματος, η άνοδος κομμάτων, παρατάξεων και υποψηφίων με ευρωσκεπτικιστική νοοτροπία, ως επίσης και η άνοδος ακραίων κινημάτων (είτε ακροαριστερών ή ακροδεξιών), ως επίσης και οι προκλήσεις που η ίδια η Ένωση έχει να αντιμετωπίσει στο άμεσο και προσεχές μέλλον καταδεικνύουν την σημαίνουσα αξία των ευρωεκλογών που πραγματοποιούνται τον Μάιο. Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, λοιπόν, των προσεχών ευρωεκλογών είναι απλά μια μαθηματική εξίσωση – αυτή που αναφέρεται στα ποσοστά των κομμάτων (σε επίπεδο ευρωπαϊκού κοινοβουλίου – όχι σε εθνικό) και οι έδρες που θα κερδίσουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Για παράδειγμα, εάν οι ευρωσκεπικιστικές παρατάξεις κερδίσουν το ένα τρίτο των εδρών, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτό θα σήμαινε ότι, εάν φυσικά συνταχθούν με μια φωνή, θα μπορούσαν να ελέγξουν ή να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε σημαντικές διαδικασίες που αφορούν την ίδια την λειτουργία αλλά και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως για παράδειγμα την εξωτερική πολιτική, την αναμόρφωση της ευρωζώνης, την ελευθερία διακίνησης κ.ο.κ. Κίνδυνοι υπάρχουν, παράλληλα, όσον αφορά την εμπορική ατζέντα της Ε.Ε. με τρίτες χώρες, αφού ήδη έχουν εκφραστεί αντίθετες φωνές τόσο από ακροαριστερά κινήματα όσο και από ακροδεξιά την ίδια στιγμή που η Συνθήκη της Λισαβόνας δίνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το δικαίωμα βέτο στις πλείστες εμπορικές και άλλες διεθνείς συμφωνίες, λόγω της διαδικασίας της συναίνεσης.
Ως εκ των πιο πάνω, οι Κύπριοι ψηφοφόροι (αλλά και όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες) θα πρέπει, στις 26 Μαΐου να ψηφίσουν για την Ευρώπη που επιθυμούν, έχοντας υπόψη τα διακυβεύματα – και είναι πολλά – των ευρωεκλογών.