Η τριμερής συνάντηση κορυφής στις 8 Νοεμβρίου των Προέδρου Αναστασιάδη, Πρωθυπουργού Σαμαρά και Προέδρου Φατάχ αλ-Σίσι που πραγματοποιήθηκε στο Κάιρο επέχει τεράστιας συμβολικής και πρακτικής σημασίας.
Η σημασία της έγκειται στην σύμπηξη των σχέσεων Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου, αναδεικνύοντας πρωτίστως την γεωπολιτική αξία των μερών στα πλαίσια της επίτευξης σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή.
Η εξωστρεφής πολιτική της παρούσας Κυβέρνησης υπό τον Πρόεδρο Αναστασιάδη φέρνει πλέον απτά αποτελέσματα, ενισχύοντας την θέση, τον ρόλο και την αξία της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας και ως το τελευταίο προπύργιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατ’ επέκταση της Δύσης στην φλεγόμενη Μέση Ανατολή. Η Διακήρυξη του Καΐρου εμπεριέχει ακριβώς αυτήν ταύτην την αναβαθμισμένη θέση της Κύπρου που, σε στρατηγική πλέον συνεργασία με την Αίγυπτο και την Ελλάδα, προχωρεί με την πλήρη ανάπτυξη των τομέων αμοιβαίου ενδιαφέροντος με τις φιλικά προσκείμενες χώρες της περιοχής.
Η νέα περίοδος συνεργασίας που οικοδομεί ένα καινούργιο, πρωτοφανές για την περιοχή μας, γεωπολιτικό άξονα συμμαχίας στηρίζεται σε τέσσερις βασικούς πυλώνες, που δημιουργούν ένα πλέγμα συνεννόησης, τεράστιας γεωστρατηγικής αξίας και σημασίας. Η καταγεγραμμένη θέση για πολιτική συνεργασία, η ανάληψη πρωτοβουλιών προς όφελος των χωρών και των λαών τους σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος, όπως για παράδειγμα στους τομείς της ενέργειας, της ναυτιλίας, του τουρισμού και άλλων, η δημιουργία κοινού μετώπου αντιμετώπισης των κινδύνων και η ανάπτυξη της περιφερειακής συνεργασίας στην εύφλεκτη κοινή μας περιοχή, οριοθετούν το μέλλον και τις προοπτικές ανάπτυξης των εμπλεκομένων χωρών. Η τριμερής Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου ανοίγει, παράλληλα, τον δρόμο για την ανάπτυξη περισσοτέρων συμμαχιών που θα αναπτύξουν, έτι περισσότερο, την γεωπολιτική σημασία της Κύπρου. Μια τέτοια συνεργασία θα είναι αυτή μεταξύ Κύπρου – Ισραήλ – Ελλάδας και Κύπρου – Ιορδανίας – Λιβάνου, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο γεωπολιτικές γέφυρες και άξονες που τέμνονται με επίκεντρο την Κύπρο.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμπερίληψη στην τριμερή συνεργασία του ζητήματος της οριοθέτησης της Ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Ενώ η Κύπρος έχει οριοθετήσει το νοτιοδυτικό σημείο της ΑΟΖ της με την Αίγυπτο από τον Φεβρουάριο του 2003, η Ελλάδα δεν έχει προχωρήσει με την ανακήρυξη της ΑΟΖ της και την οριοθέτησή της με την Κυπριακή και Αιγυπτιακή ΑΟΖ. Η τριμερής του Καΐρου ανοίγει πλέον τον δρόμο για την Ελλάδα όπως προχωρήσει με την οριοθέτηση της ΑΟΖ της με την Αίγυπτο και την Κύπρο, αναγνωρίζοντας την επήρεια του Καστελόριζου όπως νομιμοποιείται να πράξει στη βάση των συμβατικών και εθιμικών κανόνων του Δικαίου της Θάλασσας, και δημιουργώντας αποκλειστικές οικονομικές ζώνες που εφάπτονται μεταξύ Κύπρου – Ελλάδας – Αιγύπτου, αποκλείοντας με αυτόν τον τρόπο την Τουρκία από την Ανατολική Μεσόγειο, που παράνομα επιβουλεύεται.
Η τριμερής συνεργασία μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας και Αιγύπτου και οι επικείμενες νέες συνεργασίες δεν στρέφονται εναντίον κανενός. Αντιθέτως, οι συνεργασίες αυτές έχουν σαν κεντρικό στόχο την διασφάλιση της διεθνούς νομιμότητας και της σταθερότητας στην περιοχή, επιλειτουργώντας ως ανασταλτικές δυνάμεις σε παράγοντες που δημιουργούν αστάθεια και δρουν εκτός των ορίων του Διεθνούς Δικαίου.
Γράφει: Αντώνης Στ. Στυλιανού