Αν η ανακοίνωση της Παγκύπριας Ένωσης Θεολόγων εκφράζει όλα αυτά που μας ενοχλούν και από τα οποία θέλουμε να απαλλαγούμε, τότε θα πρέπει να αποτελέσει αφορμή για να δούμε σοβαρά κάποια θέματα που εδώ και χρόνια βολικά αγνοούμε, με ευκολία υιοθετούμε, που καθορίζουν όμως το ποιοι είμαστε σήμερα, ποιοι θα είμαστε αύριο. Θέτωντας επί τάπητος τα πάντα- μη εξαιρουμένης και της συζήτησης κατά πόσο τελικά χρειαζόμαστε αυτά τα θρησκευτικά στα σχολεία.
«… (Κάποιοι επιχειρούν) να εισαγάγουν νέα σεξουαλική ηθική και νέες ριζοσπαστικές αντιλήψεις ζωής. Πρόκειται για απηρχαιωμένες καταστάσεις που η ανθρωπότητα τις ξεπέρασε με την πρόοδο του Ευαγγελίου και της πίστεως δια της Εκκλησίας. Κάποια «απόκρυφα» κέντρα αποφάσεων, προκειμένου να μας οδηγήσουν στο σκοτεινό παρελθόν της άγνοιας, εφηύραν το σύνθημα της «Νέας Εποχής»… δια του οποίου μας παρουσιάζουν ως προοδευτική συμπεριφορα την αποδοχή των παραγόμενων πνευματικών σκουπιδιών τους ό,τι δηλ. εξευτελίζει και υποδουλώνει το ανθρώπινο πρόσωπο» (από την ανακοίνωση της Παγκύπριας Ένωσης Θεολόγων για την παρέλαση «υπερηφάνειας» και το προωθούμενο νομοσχέδιο για ποινικοποίηση της ομοφοβίας)
Η παρέλαση του περασμένου Σαββάτου χαρακτηρίστηκε και ήταν ιστορική. Ως τέτοια λοιπόν δεν θα μπορούσε να μην είχε προκαλέσει και αντιδράσεις. Άλλωστε οι αλλαγές ποτέ δεν ήρθαν ούτε εύκολα ούτε χωρίς αντιστάσεις. Η ανακοίνωση της εκκλησίας, τοποθετήσεις κληρικών, η παρουσία 50 γραφικών αντιδιαδηλωτών ήταν και αναμενόμενα, θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως υποφερτά σε μια δημοκρατική κοινωνία. Όταν όμως αυτό το παραλήρημα μισαλλοδοξίας, φανταμενταλισμού και ομοφοβίας προέρχεται από εκπαιδευτικούς, αυτό δεν μπορεί παρά να προβληματίζει τον κάθε υγειώς σκεπτόμενο άνθρωπο. Διότι, πέραν της θλιβερής εμμονής κάποιων να επιβάλουν τη δική τους «ηθική» στους υπόλοιπους, υπάρχει και η πιο ουσιαστική πλευρά των γεγονότων: Πρόκειται για ανθρώπους που έρχονται σε καθημερινή επαφή με τα παιδιά. Που αποτελούν βασικούς πυλώνες στη διαμόρφωση της αυριανής κοινωνίας. Που καθορίζουν χαρακτήρες, συνειδήσεις, πεποιθήσεις.
Η ανακοίνωση των θεολόγων δεν είναι απλά απαράδεκτη, είναι απίστευτη και προκαλεί κατάθλιψη. Το περιεχόμενο, τα επιχειρήματα (από τα οποία απουσιάζει παντελώς η φιλελεύθερη σκοπιά), το ύφος ναρκισσισμού που εκπέμπει, παραπέμποντας σε καθεστωτική αντίληψη της μόνης και αδιαπραγμάτευτης αλήθειας- της δικής τους, θα μπορούσαν κάλλιστα να αφορούν περιθωριακή θρησκευτική οργάνωση. Ο λόγος μίσους, ο ορισμός του τι είναι ηθικά αποδεκτό αλλά και της ίδιας της δημοκρατίας (τασσόμενοι “υπέρ της ελευθερίας έκφρασης (μόνο) του καλού του ηθικού και του ωραίου”, όπως οι ίδιοι τα αντιλαμβάνονται), δεν διαφέρουν σε κανένα σημείο από μια τέτοια.
Αν απευθυνόμενοι στους βουλευτές και τον κόσμο, εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τέτοια γλώσσα- κατήχησης και επιβολής των θέσεων τους (διότι δεν μένουν στην κριτική για τη συγκεκριμένη κοινοτική οδηγία. Προχωρούν σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση σε οτιδήποτε θεωρούν ότι ξεφέυγει από τις δικές τους πεποιθήσεις)- διερωτάται κανείς πως απευθύνονται προς τους μαθητές. Όταν με τέτοιο τρόπο χλευάζουν οτιδήποτε δεν τους εκφράζει και με το οποίο διαφωνούν, όταν με χαρακτηρισμούς το απαξιώνουν, ταυτίζοντας το με τον πλήρη εξευτελισμό, όταν όχι μόνο δικαιολογούν αλλά με τη ρητορική τους προκρίνουν την απόρριψη, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την έλλειψη οποιασδήποτε ανοχής, τη στέρηση δικαιωμάτων (με μόνο κριτήριο τη δική τους αισθητική και πιστεύω), πως μεταφέρουν αλήθεια, τι ορισμό δίνουν σε ιδέες όπως αυτές της δημοκρατίας, του σεβασμού, των ίσων δικαιωμάτων στα παιδιά; Τι σχέση μπορεί να έχει μια τέτοια ρητορική που παραπέμπει σε θρησκοφασίστες με την έννοια του σύγχρονου σχολείου, την ίδια την εκπαίδευση; Με τη σύγχρονη κοινωνία, το νέο πολίτη που υποτίθεται θέλουμε να κτίσουμε;
Πολιτεία, εκπαιδευτικοί και κοινωνία καλούνται να απαντήσουν στο ερώτημα που οι ίδιοι οι θεολόγοι θέτουν στην ανακοίνωση τους- “Εν τέλει τι είδους πολίτες θέλουμε στην αυριανή κοινωνία μας;” Εχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού και μια μεγάλη αλήθεια που προτάσσουν “ο, τι καλό ή κακό φυτεύτηκε στου μικρού το μυαλό αυτό και μένει”.
Θέλουμε μια κοινωνία που θα κοιτάζει και λίγο παραέξω; Με πολίτες με κριτική σκέψη που θα αμφισβητούν και θα αναλύουν τα πράγματα σε μία γόνιμη βάση; Που θα υπερασπίζονται το δικαίωμα ελεύθερης συνείδησης, θα σέβονται τηνιδιαιτερότητακαιτηδιαφορετικότητα; Που θα είναι δημοκράτες και σε αυτά που δεν τους αφορούν; Όπου η πλειοψηφία δεν θα επιβάλλεται ή θα τρομοκρατεί τις μειοψηφίες; Μια δημοκρατική και ανοικτή δηλ. κοινωνία; Αν ναι, τι κάνουν όλοι αυτοί στην εκπαίδευση;
Είναι ξεκάθαρο ότι η φοβία, ο φασισμός, ο ρατσισμός (που δεν είναι άγνωστα στην κοινωνία μας) κτίζονται στα σχολεία. Όταν η παιδεία γίνεται προπαγανδιστικό εργαλείο, καλλιεργεί έναν βαθύ συντηρητισμό, όταν παράγει διαιρέσεις, , δεν θέλει και δεν επιζητεί κανέναν διάλογο,επιβάλλει την έλλειψη ανοχής και ελεύθερης βούλησης, τότε προφανώς και μία κοινωνία γίνεται ευάλωτη στο φασισμό, διολισθαίνει σε αναχρονισμούς πολλών και διαφορετικών επιπέδων. Και οδηγείται στο «σκοτεινό παρελθόν της άγνοιας» στο οποίο αναφέρονται οι θεολόγοι.
Χρειάζονται αλήθεια τα παιδιά τέτοιο μίσος; Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η ίδια αυτή παιδεία προετοιμάζει το έδαφος για τα πιο ακραία φαινόμενα;
Μέχρι τώρα συζητούσαμε κατά πόσο τα θρησκευτικά θα πρέπει να είναι προαιρετικά ώστε να αποτελεί προσωπική επιλογή του κάθε παιδιού ή γονέα. Αφορά τον κάθε ένα προσωπικά, λέγαμε. Η ανακοίνωση δείχνει ξεκάθαρα ότι η συζήτηση αφορά πρωτίστως την κοινωνία στο σύνολο της. Αν αυτή η ανακοίνωση εκφράζει όλα αυτά που μας ενοχλούν και από τα οποία θέλουμε να απαλλαγούμε, τότε θα πρέπει να αποτελέσει αφορμή για να δούμε σοβαρά κάποια θέματα που εδώ και χρόνια βολικά αγνοούμε, με ευκολία πολλές φορές υιοθετούμε, που καθορίζουν όμως το ποιοι είμαστε σήμερα, ποιοι θα είμαστε αύριο. Θέτωντας επί τάπητος τα πάντα- μη εξαιρουμένης και της συζήτησης κατά πόσο τελικά χρειαζόμαστε αυτά τα θρησκευτικά στα σχολεία. Όσο παραμένουμε παγιδευμένοι στον εθνικο-γλωσικο-θρησκευτικό μας κόσμο, τους αυτισμούς και τους μύθους μας, όσο συνεχίζουμε να συντηρούμε μέσω της παιδείας ό,τι πιο φοβικό και οπισθοδρομικό, δεν έχουμε κανένα μέλλον.
Δημοσιεύτηκε και στην Καθημερινή της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου