Η αποχή ήταν μια συνειδητή κίνηση από τον κόσμο απαξίωσης προς το σύστημα, απογοήτευσης αν όχι απόγνωσης. Προφανώς και δεν είναι η λύση. Προφανώς και η κατάσταση δεν θα αλλάξει ούτε με απογοήτευση ούτε με απόγνωση. Η λύση όμως δεν μπορεί να είναι ούτε απλά η συμμετοχή όπως αποδείχθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Tο διάστημα που προηγήθηκε των εκλογών είχε διεξαχθεί μια μεγάλη συζήτηση για τη σημασία του να πάει ο πολίτης να ψηφίσει. Mερικά από τα επιχειρήματα που προτάσσονταν ήταν ότι το μήνυμα το στέλλουν οι παρόντες, πως η αποχή απλά συντηρεί το υφιστάμενο σύστημα, ότι ο μόνος τρόπος να αλλάξουμε τα πράγματα ήταν διά της ψήφου μας.
Το αποτέλεσμα των εκλογών επανέφερε πιο έντονα τη συζήτηση για αυτούς που δεν πήγαν να ψηφίσουν δίδοντας την ευκαιρία στους πολιτικούς και πάλι να γυρίζουν τα κανάλια, να θριαμβολογούν και να παραδίδουν μαθήματα δημοκρατίας. Και σε κάποιους στο συνεδριακό να πανηγυρίσουν στα μούτρα του κόσμου (που σε ποσοστό 57% τους είπε ότι δεν τον αφορούν και δεν τον εκφράζουν) τη δικαίωση τους. Οδηγώντας ένα φίλο να γράψει στο fb «Αυτοί όλοι που απείχαν πόσο μαλάκες αισθάνονται σήμερα που βλέπουν αυτούς να πανηγυρίζουν;». Και είχε απόλυτο δίκαιο. Ήταν η πιο ενοχλητική εικόνα των εκλογών χωρίς καμιά αμφιβολία. Μια εικόνα που επέτεινε το αίσθημα απόγνωσης. Θεωρώ όμως ότι το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο αν κάποιος απείχε ή όχι.
Κατ’ αρχήν αυτοί που ισχυρίζονται ότι η αποχή δεν αλλάζει το σύστημα επιβεβαιώθηκαν. Δεν θα μπορούσε αυτό να ήταν πιο ξεκάθαρο από τον τρόπο που υποδέχθηκαν το αποτέλεσμα κόμματα και πολιτικοί. Στην ολότητα τους, μετά την απαραίτητη έκφραση «ανησυχίας», άρχισαν και πάλι τη θριαμβολογία, ανέδειξαν μικρές και μεγάλες νίκες (ακόμα και εκεί που δεν υπήρχε καμιά), είδαν τις εκλογές ως δικαίωση των δικών τους επιλογών και πολιτικών.
Πως θα άλλαζε όμως το σύστημα απλά μια μεγαλύτερη συμμετοχή; Αυτοί που την επόμενη χαρακτήριζαν τον κόσμο ως μαλάκα, που έλεγαν ότι τον πρώτο που αδίκησε και τιμώρησε ήταν τον εαυτό του, ποια θεωρούν ότι θα ήταν η αντίδραση και ρητορική αυτών όλων των «νικητών» τον βράδυ της Κυριακής αν η συμμετοχή ήταν διπλάσια και τα ποσοστά τα ίδια; Όταν το AΚΕΛ απώλεσε το 40% της δύναμης του σε πραγματικούς αριθμούς και θεώρησε πως τα μηνύματα ήταν για όλους τους άλλους; Όταν στον ΔΗΣΥ (του 45% αποχής) εξέλαβαν το αποτέλεσμα ως ένδειξη στήριξης των ακολουθούμενων πολιτικών ευθύνης; Και στο ΔΗΚΟ το χαμηλότερο ιστορικά ποσοστό, διαβάστηκε ως μήνυμα στήριξης από τον κόσμο για να διατηρήσει τον ρυθμιστικό του ρόλο; Ποια μηνύματα αλήθεια θα λάμβαναν αν το ποσοστό συμμετοχής είχε ανέλθει στο 70-80%;
Αυτοί που λένε ότι η αποχή δεν ρίχνει συστήματα, και έχουν απόλυτο δίκαιο, με ποιο τρόπο θεωρούν θα έπεφτε το σύστημα αν αντί της ΕΔΕΚ την έδρα είχε πάρει η Συμμαχία; Αν στο ευρωκοινοβούλιο έμπαινε μια κίνηση που υποσχόταν ελπίδα αλλά ως μόνο επιχείρημα πρότασσε την οργή; Ή η κίνηση για τα ζώα;
Η πραγματικότητα είναι ότι για μια ακόμα φορά ο Κύπριος βρέθηκε χωρίς επιλογές. Όλοι οι «εκτός συστήματος» συνδυασμοί, πέραν του ότι στην πλειοψηφία τους ήταν μέχρι πρόσφατα μέρος του, το μόνο που έδωσαν ήταν προτάσεις διαμαρτυρίας. Δεν δόθηκε η ευκαιρία στον κόσμο να αμφισβητήσει το σύστημα ή να επιλέξει τη νέα πορεία για τη χώρα. Πολύ απλά διότι δεν υπήρξε τέτοια επιλογή στο ψηφοδέλτιο.
Μπορεί στην Ελλάδα η Χ.Α να ανέβηκε στο 10% εκλέγησαν όμως σε σημαντικότατους δήμους όπως αυτούς της Αθήνας και Θεσσαλονικής άνθρωποι, εκτός συστήματος, όπως ο Καμίνης και ο Μπουτάρης που έφεραν στην πολιτική νέα ρητορική. Μπήκε στη Βουλή μια ιστορικός που τόλμησε να αμφισβητήσει την «ιερή» ιστορία. Πήρε 7% ένας νέος συνδυασμός ο οποίος μπορεί να μην πρότεινε πολλά είπε όμως σε αντίθεση με τον αντίστοιχο δικό μας κάτι. Ο κόσμος είχε επιλογή. Ένα μέρος του την πήρε, ένα μεγαλύτερο όχι. Η επιλογή όμως ήταν εκεί.
Το πιο εύκολο είναι να επιρρίπτονται οι ευθύνες στον κόσμο. «Πως νιώθεις τώρα μαλάκα», «αδίκησες τον εαυτό σου», «αυτοί που θεωρούσες ότι τιμωρείς σήμερα πανηγυρίζουν». Το 57% του κόσμου δεν είναι αδιάφορο. Ένα μέρος του είναι. Όχι όμως το 57%. Υπάρχουν όμως κάποια δεδομένα που κανείς δεν μπορεί να αγνοεί: Ένα κομματικό κατεστημένο που έχει ξεκάθαρα ολοκληρώσει τον κύκλο του αλλά δείχνει διατεθειμένο να κάνει τα πάντα για να συνεχίσει να πρωταγωνιστεί κι ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας που κερδίζει από αυτό το διαπλεκόμενο σύστημα εξού και το στηρίζει. Η αποχή ήταν μια συνειδητή κίνηση από τον κόσμο απαξίωσης προς το σύστημα, απογοήτευσης αν όχι απόγνωσης.
Προφανώς και δεν είναι η λύση. Προφανώς και η κατάσταση δεν θα αλλάξει ούτε με απογοήτευση ούτε με απόγνωση. Μπορεί με τη στάση παραίτησης του ο κόσμος στην ουσία να το συντηρεί. Η λύση όμως δεν μπορεί να είναι ούτε απλά η συμμετοχή όπως αποδείχθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Υπάρχει ένα μέρος που εκφράζει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που εκφράζει το σημερινό σύστημα, που μπορεί να αποτελέσει δύναμη αλλαγής, πουέχει όμως προ πολλού εκχωρήσει το αποκλειστικό δικαίωμα στο δημόσιο λόγο σε δήθεν αγανακτισμένους πολιτικούς και πολίτες που παρέμειναν ή μπήκαν εκ νέου στην αρένα για να μας σώσουν. Που έχει άποψη, προτάσεις και όραμα. Είναι καιρός να βγει μπροστά. Και ο κόσμος να αποτελέσει αντίβαρο σε εκείνο το πελατειακό σύστημα που συνεχίζει να συντηρεί κατεστημένα.
Όσο κι αν η μεγάλη ευθύνη ανήκει στους πολιτικούς, τη διαχείριση θα πρέπει να την κάνει ο κόσμος. Έτσι κι αλλιώς πάντα η διαχείριση αφορά τον ηττημένο. Και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι όλοι αυτοί που το βράδυ δήλωναν νικητές επί της ουσίας είναι όντως νικητές (αφού συνεχίζουν να καθορίζουν την πορεία και να καρπούνται τα κέρδη της εξουσίας). Και ότι ηττημένος είναι ο κόσμος. Που βρίσκεται σ’ ένα σημείο πλέον που δεν έχει επιλογές, που ότι και να κάνει είναι λάθος.
Το μήνυμα όντως το στέλλουν οι παρόντες. Το σύστημα αλλάζει μόνο από αυτούς. Ο πολίτης τιμώρησε τον εαυτό του. Όχι την περασμένη Κυριακή, μόνο. Διαχρονικά. Είναι καιρός οι δυνάμεις της αλλαγής να κάνουν την υπέρβαση. Και ο κόσμος τη δική του.
Δημοσιεύτηκε και στην Καθημερινή της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου