Aπό τη στιγμή που η Διοίκηση Πρόδρομου Πετρίδη έλαβε αυτά τα μέτρα, παραδεχόμενη και τις τεράστιες ευθύνες της, όφειλε- εφόσον διέθετε την ελάχιστη ευθιξία- να είχε υποβάλει και την παραίτηση της. Δίνοντας τη θέση της σ’ ένα υγιές συμβούλιο. Που θα αναλάβει και το βάρος να επαναφέρει τον ΑΠΟΕΛ στην αξιοπρέπεια. Όχι υπό το φόβο της επικείμενης τιμωρίας, αλλά υπό το βάρος της ντροπής για το που έχει οδηγηθεί η ομάδα.
Η τελευταία φορά που πήγα γήπεδο ήταν πριν τέσσερα χρόνια. Παιχνίδι τίτλου για τον ΑΠΟΕΛ τότε, κέρδιζε στο ημίχρονο την Ομόνοια 2-0 και ήταν έτοιμο να πανηγυρίσει το πρωτάθλημα. Μέχρι που οι οργανωμένοι επέλεξαν να γίνουν πάλι πρωταγωνιστές, ρίχνοντας φωτοβολίδες στο γήπεδο και οδηγώντας- και τότε- το παιχνίδι ένα βήμα πριν την οριστική διακοπή. Έφυγα από το γήπεδο με το αίσθημα της ήττας. Όταν στη συνέχεια παράγοντες και ποδοσφαιριστές στήθηκαν γραμμή για να ευχαριστήσουν τον υπέροχο κόσμο, το αίσθημα της απόγνωσης έγινε μεγαλύτερο. Δεν ξαναπήγα γήπεδο. Αρχικά οι φίλοι με τους οποίους συνήθιζα να παρακολουθώ τους αγώνες προσπάθησαν να με μεταπείσουν. Λίγους μήνες αργότερα με ακολούθησαν.
Έκτοτε, εκείνη η λογική «ΠΑΝΣΥΦΙ είμαι ό,τι θέλω κάνω», έλαβε κάθε μορφής αλητεία: Ναζιστικά σύμβολα, προπηλακισμοί, ραντεβού θανάτου, ρατσιστικές συμπεριφορές που είχαν ως αποτέλεσμα τη συμπερίληψη του ΑΠΟΕΛ από την UEFA στις ομάδες υψηλού κινδύνου. Κι όμως χρειάστηκε αυτοί οι Ελληναράδες να τα βάλουν και με τους Έλληνες που τάχα εκπροσωπούν, αλλά και την ίδια την ομάδα τους, για να λάβει μέτρα η διοίκηση. Με τη συντριπτική πλειοψηφία ανθρώπων του ποδοσφαίρου και δημοσιογράφων να σπεύδει να τη συγχαρεί για την αποφασιστικότητα που επέδειξε.
Ακριβώς αντίθετη δεν θα έπρεπε όμως να ήταν η αντίδραση; Διότι, αν κάτι επιβεβαιώνουν τα μέτρα- η κάρτα φιλάθλου, ο έλεγχος στη διάθεση των εισιτηρίων, ο αποκλεισμός από τα γήπεδα όσων έχουν κατηγορηθεί για επεισόδια- είναι τις τεράστιες ευθύνες της. Ότι, παρά το τι διατείνετο- όλο το προηγούμενο διάστημα- δεν έκανε τίποτε ουσιαστικό για να εξαλείψει τα φαινόμενα βίας και ρατσισμού. Έλεγε ψέματα όταν ισχυριζόταν πως αδυνατούσε να διαχειριστεί καλύτερα την κατάσταση αφού η βία και ο ρατσισμός αποτελούν κοινωνικά φαινόμενα.
Πως, όλα αυτά τα απλά που σήμερα σπεύδει να κάνει, δεν τα έκανε όλο το προηγούμενο διάστημα όταν και σύμφωνα με την ίδια έκανε τα πάντα; Τι άλλαξε; Έπαψαν ο ρατσισμός, η βία, να αποτελούν κοινωνικά προβλήματα; Η αντιμετώπιση τους δεν είναι πλέον θέμα πολιτείας; Τι άλλο εκτός από απόδειξη μπορούν να αποτελούν οι σημερινές ενέργειες ότι η διοίκηση όχι μόνο δεν έκανε όσα μπορούσε αλλά συνειδητά- κρυμμένη και πίσω από την ανικανότητα της πολιτείας- συντηρούσε και εν τέλει γιγάντωσε μια κατάσταση πλήρους αλητείας μέσα στην ομάδα;
Το φαινόμενο αυτό προφανώς και δεν δημιουργήθηκε επί διοίκησης Πετρίδη. Προϋπήρχε αυτής. Είναι όμως επί δικής της θητείας, με την ανοχή και ενθάρρυνση της, που άνθρωποι με τη συγκεκριμένη ιδεολογία έγιναν παντοδύναμοι εντός ομάδας. Αγνοώντας επιδεικτικά τα ρατσιστικά σύμβολα και το γεγονός ότι στον ΠΑΝΣΥΦΙ είχαν προ πολλού πάρει τα ηνία ΕΛΑΜίτες, υποβαθμίζοντας εγκληματικά ρατσιστικές επιθέσεις εναντίον ποδοσφαιριστών και ανακοινώσεις μίσους εναντίον προσφύγων. Αλλά κυρίως επιλέγοντας να μην κάνει τίποτε, ώστε να αλλάξει την κατάσταση, ακόμα και όταν ήταν πλέον ξεκάθαρο σε όλους ότι το πράγμα είχε φύγει εκτός ελέγχου. Συνεχίζοντας- και τότε, έχοντας πλέον πλήρη συνείδηση που οδηγούσαν την ομάδα- να επιβραβεύει τη συγκεκριμένη μερίδα οπαδών με δωρεάν εισιτήρια και επιχορηγώντας τους τα έξοδα για τους εκτός έδρας αγώνες (όπως αποκάλυψε ο Χαράλαμπος Προύτζος). Μέχρι που οι οικονομικές επιπτώσεις δεν μπορούσαν να αγνοηθούν, αφού έφεραν την ομάδα στο χείλος της κατάρρευσης. Διότι αν εκεί στην εταιρία ήταν ειλικρινείς θα είχαν παραδεχθεί ότι η αλητεία στην Τρίπολη ήταν απλά η λογική και απόλυτα αναμενόμενη εξέλιξη μιας πορείας που όλοι βλέπαμε που οδηγούσε. Που αλλού θα μπορούσε να οδηγηθεί μια ομάδα της οποίας ηγείται ένας άνθρωπος, που και προ μηνός ακόμα καλούσε δημοσίως από ραδιοφωνική συνέντευξη τους οπαδούς να ανάβουν φωτοβολίδες μόνο στα παιχνίδια κυπριακού πρωταθλήματος (όπου οι ποινές δεν είναι τόσο μεγάλες);
Εξού και από τη στιγμή που έλαβε αυτά τα μέτρα παραδεχόμενη και τις τεράστιες ευθύνες της- εφόσον διέθετε την ελάχιστη ευθιξία- έπρεπε να είχε υποβάλει και την παραίτηση της. Δίνοντας τη θέση της σ’ ένα υγειές συμβούλιο. Που θα αναλάβει και το βάρος να επαναφέρει τον ΑΠΟΕΛ στην αξιοπρέπεια. Όχι υπό το φόβο της επικείμενης τεράστιας τιμωρίας, αλλά υπό το βάρος της ντροπής για το που έχει οδηγηθεί η ομάδα. Όταν ένα μέλος παραδέχεται ότι ο τρόπος που ενήργησε η διοίκηση λειτούργησε καταλυτικά ώστε να φτάσουμε στο σήμερα, η επιλογή δεν μπορεί να είναι η παραίτηση μόνο του συγκεκριμένου ανθρώπου.
Την βδομάδα, που ακολούθησε των χυδαιοτήτων στην Τρίπολη, λέχθηκε- και από μέλη της διοίκησης- ότι η συγκυρία αυτή αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για εξυγίανση. Να απαλλαγεί η ομάδα από τους κακούς οπαδούς. Πέρα από ευκαιρία αποτελεί και μονόδρομο. Αυτή όμως η εξυγίανση δεν μπορεί να περιορίζεται στις κερκίδες. Αλλά θα πρέπει να αγγίξει ολόκληρο το οικοδόμημα του ΑΠΟΕΛ και του ποδοσφαίρου. Το οποίο, όση ανάγκη έχει να απαλλαγεί από τους κακούς οπαδούς, άλλη τόσο έχει να απαλλαγεί και από τους κακούς διοικούντες. Άλλωστε οι πρώτοι δεν θα υπήρχαν ποτέ χωρίς τους δεύτερους.
Δημοσιεύθηκε και στον Πολίτη της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου