Το Μάρτιο του 1804 εξαγριωμένα πλήθη συγκεντρώθηκαν έξω από το κονάκι του δραγομάνου Χατζηγιωργάκη Κορνέσιου στη Λευκωσία, διαμαρτυρόμενα για την έκτακτη φορολογία που επιβλήθηκε στους Χριστιανούς και Μουσουλμάνους του νησιού.
Απευθυνόμενος στο πλήθος, και επικαλούμενος το κύρος της αυτοκρατορικής εξουσίας, ο Χατζηγιωργάκης είπε: «παλληκάρκα μου, λάμνετε στην δουλειάν σας, το σπίτιν μου εν βασιλικόν, βρίσκετε τον πελάν σας»[1]. Οι εξεγερμένοι λεηλάτησαν το κονάκι, και ο δραγομάνος διέφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Η εξέγερση γενικεύτηκε με αποτέλεσμα να κληθεί οθωμανικός στρατός από τη Συρία και Ανατολία, ενώ το οικονομικό κόστος της καταστολής επιβαρύνθηκαν κατόπιν οι Κύπριοι.
Σε πρόσφατο κείμενό του με τίτλο «Οι Οθωμανικές γενεαλογίες του Κυπριακού “όχι”» στο μπλογκ Nomadic Universality, ο Άκης Γαβριηλίδης μου έδωσε το έναυσμα να επικαιροποιήσω κάποιες σκέψεις σε σχέση με το φαινόμενο που αποκαλώ «οι κύκλοι της (μη) βιωσιμότητας» στην Οθωμανική Κύπρο και να δω πως μπορούν να συσχετιστούν με σύγχρονες εκφάνσεις κοινωνικών και οικονομικών κρίσεων. Ο παραλληλισμός ιστορικών γεγονότων με το παρόν εμπεριέχει πάντα ένα μεγάλο ρίσκο, αφού μεμονωμένα γεγονότα έξω από το πλαίσιό τους μπορεί αβασάνιστα να θεωρηθούν συγκρίσιμα. Σε σχέση με το προκείμενο, θα περιοριστώ σε γενικές παρατηρήσεις που αφορούν την παρούσα κρίση.
Στην Οθωμανική Κύπρο, η έκτακτη φορολογία, σε συνάρτηση με το υπερκέρδος των φοροσυλλεκτών, ήταν σύνηθες φαινόμενο. Έτσι, ο καθοριστικός παράγοντας για την εξέγερση ήταν άλλος: δύο χρόνια πριν, ο δραγομάνος, μαζί με τους στενούς του συνεργάτες, εξήγαγε παράνομα ολόκληρη σχεδόν την ετήσια παραγωγή δημητριακών αξιοποιώντας τις υπερεξουσίες τις οποίες απολάμβανε. Με τη μεσολάβηση Μαλτέζων εμπόρων το φορτίο πουλήθηκε στην Ισπανία, όπου υπήρχε έλλειψη σιτηρών λόγω των Ναπολεόντιων Πολέμων. Αν μια τέτοια επιχειρηματική πράξη διασφάλισε τεράστια κέρδη, το αποτέλεσμα στην Κύπρο ήταν ο λιμός. Ο ολιγοπωλιακός χαρακτήρας της Κυπριακής οικονομίας και η υπερσυγκέντρωση εξουσιών έκαναν δυνατή τη χειραγώγηση της αγοράς ενός βασικού αγαθού, αφού «υπερίσχυεν ο άρχων, δεν άκουε πλέον […] άλλου τινός συμβουλής»[2].
Η μελέτη του κυπριακού 18ου αιώνα φανερώνει ένα μοτίβο σε σχέση με τις κοινωνικές και οικονομικές δυναμικές του νησιού, αλλά και τις μεθόδους αντίστασης στην τοπική και αυτοκρατορική εξουσία. Συγκεκριμένα, διακρίνω μικρούς και μεγάλους κύκλους οι οποίοι ολοκληρώνονται (και επανεκκινούν) στα χρονικά σημεία όπου το περιθώριο υπερκέρδους των τοπικών φορέων της Οθωμανικής εξουσίας αυξάνεται δραματικά σε βάρος των φορολογουμένων.
Η πόλωση της κατανομής του πλούτου προκαλεί πιέσεις στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, καθιστώντας την αναπαραγωγή του εκάστοτε συστήματος πολιτικής και οικονομικής εξουσίας αδύνατη, ειδικότερα όταν τοπικοί αξιωματούχοι νιώθουν αρκετή αυτοπεποίθηση να εκμεταλλευθούν υπέρμετρα την εξουσία που τους ανατέθηκε. Η αντίσταση του πληθυσμού παίρνει δύο μορφές: είτε την ένοπλη εξέγερση στις πιο σοβαρές (αλλά μόνο δύο) περιπτώσεις, είτε την (πιο ήπια, αλλά συχνότερη) μορφή αντίστασης της φυγής του πληθυσμού προς τα παράλια της Ανατολίας και Συρίας. Και στις δύο περιπτώσεις σηματοδοτείται η υπέρβαση μιας αδιόρατης γραμμής που παραβίαζει τους άτυπους κανόνες μιας οικονομίας της ηθικής. Έτσι, η βιωσιμότητα ενός ολόκληρου πλέγματος εξουσίας, αλλά και των οικονομικών σχέσεων που αυτό προϋποθέτει, καταρρέει, προκαλώντας τη βραχυπρόθεσμη ή μεσοπρόθεσμη παρέμβαση του κράτους, το οποίο αναγκάζεται να αναδιοργανώσει τις δημοσιονομικές λειτουργίες των ντόπιων εντολοδόχων.
Η τραυματική για την Κύπρο εξέγερση του 1804 δεν επέφερε μία άμεση ανατροπή. Παρά το ότι έστειλε με τον πιο δραματικό τρόπο προς την πρωτεύουσα το μήνυμα της μη βιωσιμότητας του συστήματος εξουσίας που εκπροσωπούσε ο Χατζηγιωργάκης, η φυγή του δραγομάνου στην Κωνσταντινούπολη επέτρεψε τη διατήρησή του στη θέση του «αντιπροσώπου της Κύπρου». Χρησιμοποιώντας τον τίτλο αυτό, ο Χατζηγιωργάκης δανείστηκε από Κωνσταντινουπολίτες σαράφηδες 1,27 εκατομμύρια γρόσια (περίπου το διπλάσιο των ετήσιων φόρων για όλη την Κύπρο), «για τις υποθέσεις του νησιού».[3] Η τελική καρατόμηση του δραγομάνου το 1809 στην Κωνσταντινούπολη σήμαινε ταυτόχρονα ότι η ευθύνη για την πληρωμή των δανείων μεταφερόταν στους κατοίκους της Κύπρου, αφού αυτά γίνονταν στο όνομά τους. Τα χρέη προστέθηκαν στα υπάρχοντα οικονομικά βάρη του νησιού, και ο απόηχος των πιο πάνω γεγονότων συνεχίστηκε για αρκετές δεκαετίες επιφέροντας σημαντικούς μετασχηματισμούς και μεταβολές.
Η νοηματοδότηση του κυπριακού νησιωτικού χώρου θα μπορούσε να εξηγήσει σε μεγάλο βαθμό τη σχέση οικονομίας, πολιτικής και εξουσίας στην Κύπρο. Στο 18ο αιώνα, η μορφή του νησιωτικού χώρου οδηγεί σε συγκεκριμένες σχέσεις λόγω της κατά βάση αγροτικής οικονομίας: από τη μία, η Κύπρος είναι αρκετά μεγάλη, εύφορη και πλούσια για να έχει σημαντικά πλεονάσματα στην παραγωγή, και από την άλλη, αρκετά μικρή για να επιτρέψει ένα ολιγοπωλιακού χαρακτήρα έλεγχο από δίκτυα ισχύος.
Για να επιστρέψουμε στο παρόν, στη μεταβιομηχανική εποχή των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών η νησιωτικότητα δίνει ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στην Κύπρο, αφού ο υπεράκτιος χαρακτήρας του χώρου επιτρέπει την ανάπτυξη μιας οικονομίας αποθέωσης των τραπεζών, των δικηγόρων και των λογιστών. Από συνάδελφο που ειδικεύεται στη Ρωσική Ιστορία, έμαθα σε ανύποπτο χρόνο πριν από μια δεκαετία ότι το «αβύθιστο αεροπλανοφόρο» ξέπλενε χρήμα της K.G.B. από το ’70. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποια από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα σήμερα είναι νησιά (Βρετανία, Ιρλανδία, Μάλτα, Ισλανδία, νησιά Κέιμαν κτλ). Από την άλλη, τα φαινόμενα ολιγοπωλιακού ελέγχου της κυπριακής οικονομίας παραμένουν σε μεγάλο βαθμό.
Οι διάφορες μεταβάσεις στη (σύντομη) ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν επέφεραν ουσιαστικές και ριζικές αλλαγές στα πλέγματα εξουσίας εντός της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Ακόμα και τα πλέον τραυματικά και σημαδιακά γεγονότα του 1963 και 1974 δεν προκάλεσαν ανατροπές ή ρήξεις στο επίπεδο των εξουσιαστικών δομών, ο οποίες εξελίσσονταν προσαρμοζόμενες βραχυπρόθεσμα σε νέες συνθήκες για να καθίστανται βιώσιμες και νομιμοποιημένες.
Ταυτόχρονα όμως με την ιλιγγιώδη ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σημαδεύτηκαν από γεγονότα που υπέσκαψαν συστηματικά τη νομιμοποίηση των πλεγμάτων εξουσίας στην Κύπρο: το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, η αεροπορική τραγωδία της Ήλιος και η έκρηξη στο Μαρί. Κορύφωση αυτών των γεγονότων είναι η παρούσα κρίση, όπου καταλύτης είναι το νεοφιλελεύθερο πρότζεκτ και η κοινωνική πόλωση που αυτό επιφέρει. Το ερώτημα είναι κατά πόσο το πλέγμα εξουσίας που δομήθηκε από το 1960 και μετά έχει άλλα περιθώρια βιωσιμότητας, ή αν είμαστε μάρτυρες της κατάρρευσής του.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε αρχικά στο ελληνικό ηλεκτρονικό περιοδικό «Χρόνος»
[1] Θεόδωρος Παπαδόπουλλος, «Νέα Παραλλαγή Ιστορικού Άσματος» Επετηρίς Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών 4 (1970-71), 353.
[2] Ευφροσύνη Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου, “Ιστορική Mαρτυρία Ιωάννου Κορνάρου του Κρητός” στο Ευφροσύνη Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου και Χριστόδουλος Χατζηχριστοδούλου (επιμ.), Νέα Εικόνα και Ιστορική Μαρτυρία Ιωάννου Κορνάρου του Κρητός (Λευκωσία, 2000), 20.
[3] Οθωμανικό Αρχείο Πρωθυπουργίας (Başbakanlık Osmanlı Arşivi), Κωνσταντινούπολη, C.ML. 3801, f.1, 7 Safer 1231/8 Ιανουαρίου 1816.
Γράφει: Αντώνης Χατζηκυριάκου