Κάθε φορά που μια περίπτωση κακοποίησης ή σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων βλέπει το φως της δημοσιότητας, η πολιτεία και γενικότερα η κοινωνία συγκλονίζονται, αντιδρούν και αναζητούν αίτια και αιτιατά.
Οι πάντες στηλιτεύουν το γεγονός και ζητούν παραδειγματική τιμωρία των ενόχων και προστασία των θυμάτων. Ωστόσο αυτή η ακαριαία «κινητοποίηση» και η στιγμιαία ευαισθητοποίηση είναι συνήθως παροδικές. Ο σάλος κοπάζει σε λίγες μέρες. Τέτοια φαινόμενα επαναλαμβάνονται δυστυχώς ξανά και ξανά, και εμείς γινόμαστε τελικά στα ίδια κακουργήματα, θεατές.
Δυστυχώς τόσο η βία κατά των γυναικών, όσο και η σεξουαλική παρενόχληση ανηλίκων προσλαμβάνει σοβαρές και ανεξέλεγκτες διαστάσεις στην Ευρώπη, στον κόσμο αλλά και στο δικό μας μικρόκοσμο. Ένα στα πέντε παιδιά θυματοποιούνται. Στις πλείστες περιπτώσεις, το έγκλημα αποσιωπείται. Τα κρούσματα αυξάνονται και στην κυπριακή κοινωνία, προκαλώντας σοκ. Οι φερόμενοι ως δράστες δεν γνωρίζουν ταξικά σύνορα. Προέρχονται απ’ όλο το φάσμα της κοινωνίας.
Σε επίπεδο εθνικών κοινοβουλίων και στο Ευρωκοινοβούλιο, υπάρχει διαρκής και έντονος προβληματισμός για τον τρόπο και τις καλές πρακτικές που πρέπει να εφαρμόζονται ώστε να καταστεί πιο αποτελεσματική η πρόληψη και η καταστολή τέτοιων φαινομένων. Ωστόσο εντοπίζεται μεγάλη διάσταση λόγων και έργων και διαφορές ανάμεσα στα Κράτη – Μέλη στον βαθμό ευαισθητοποίησης, στους τρόπους αντιμετώπισης, στις υποδομές προστασίας και στήριξης των παιδιών.
Πέραν από τη μηδενική ανοχή που θα πρέπει να επιδεικνύεται από πλευράς των αρχών για την πλήρη διερεύνηση και εξιχνίαση τέτοιων υποθέσεων, επιβάλλεται η επιβολή πιο αυστηρών ποινών που να είναι αποτρεπτικές για τη διάπραξη παρόμοιων εγκλημάτων. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να προστατεύονται τα ίδια τα θύματα και τα προσωπικά τους δεδομένα. Δημόσιες συζητήσεις και παρεμβάσεις που οδηγούν σε περαιτέρω διαπόμπευση των ανήλικων θυμάτων θα πρέπει να αποφεύγονται, όπως επίσης και η δημοσιοποίηση προσωπικών και οικογενειακών δραμάτων.
Προβληματισμό προκαλούν επίσης και οι παραδοχές των ίδιων των αρμοδίων, ότι Η Κύπρος, δεν έχει ακόμη υπογράψει τη Συνθήκη Lanzarotte για την προστασία των παιδιών από τις διάφορες μορφές κακοποίησης και ειδικά της σεξουαλικής. Δεν έχει δομές κλειστού τύπου για ανήλικα άτομα, θύματα βιασμού ή και κακοποίησης. Οι υφιστάμενες εθνικές νομοθεσίες και μηχανισμοί χρειάζονται εκσυγχρονισμό, ενώ θα πρέπει παράλληλα να δημιουργηθούν οι αναγκαίες υποδομές παροχής ψυχοσωματικής στήριξης ευάλωτων ομάδων παιδιών.
Το όλο σύστημα νοσεί. Απτή απόδειξη όσα είδαν το φως της δημοσιότητας μετά από την πρόσφατη αποκάλυψη της υπόθεσης που συγκλόνισε το παγκύπριο σχετικά με τις καταγγελίες για βιασμό δύο ανήλικων κοριτσιών. Τα στατιστικά στοιχεία προκαλούν έντονη ανησυχία. Συνιστούν μάστιγα που διαρρηγνύει συθέμελα την κοινωνία κατατρώγοντας τη σάρκα και την αθωότητα της παιδικής ψυχής. Η κρίση αξιών στον τόπο μας αναδεικνύει το μέγεθος της εκτροπής από παραδοσιακές αξίες.
Πρόσφατα, μαζί με άλλους συναδέλφους μου στο Ευρωκοινοβούλιο, συνυπέγραψα το Μανιφέστο για Προστασία των Δικαιωμάτων των Παιδιών. Το μανιφέστο στοχεύει σε αδιάκοπο αγώνα κατά της παιδικής φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, των ανισοτήτων, της διακριτικής συμπεριφοράς και της εμπορίας ανηλίκων. Δικτυωθήκαμε με άλλους συναδέλφους για «να μεταφράσουμε τις δεσμεύσεις μας σε ουσιαστικά αποτελέσματα προς όφελος των παιδιών», γιατί πιστεύουμε πως η ευζωία των παιδιών πρέπει να μπει στην καρδιά της Στρατηγικής Ευρώπη 2020. Πιστεύουμε επίσης πως η παιδοκεντρική οπτική πρέπει να ενσωματωθεί σε κάθε τομέα πολιτικής, στις πρωτοβουλίες του Ευρωκοινοβουλίου και στη νομοθετική και μη νομοθετική εργασία του καθώς επίσης και στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Περισσότερα και εξειδικευμένα Ευρωπαϊκά κονδύλια πρέπει να δαπανούνται προς όφελος των παιδιών και ειδικά των πλέον ευάλωτων.
Χρειάζεται τόλμη, αποφασιστικότητα, πολιτική βούληση. Πολιτεία, αρμόδιοι φορείς και γενικότερα η κοινωνία οφείλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Να ορθώσουμε κοινωνικά οχυρά απέναντι στα αρρωστημένα μυαλά όσων εγκληματούν, τραυματίζοντας αγνές παιδικές ψυχές. Οι αρχές οφείλουν να είναι αμείλικτες και να νιώθουν ταυτόχρονα την πίεση και την οργίλη αγανάκτηση των πολιτών. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε για ένα καλύτερο μέλλον.
Γράφει: Αντιγόνη Παπαδοπούλου