Home Αντιγόνη Παπαδοπούλου Κατόπιν εορτής. Της Αντιγόνης Παπαδοπούλου

Κατόπιν εορτής. Της Αντιγόνης Παπαδοπούλου

ant3493920004


Το ξέπλυμα μαύρου χρήματος είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί όλα τα κράτη, εντός και εκτός Ευρώπης, και σαφώς οι νομοθεσίες και οι μηχανισμοί αντιμετώπισής που εφαρμόζει η κάθε κυβέρνηση, αποτελούν μια βασική παράμετρο στην εικόνα που προβάλει μια χώρα στο σύγχρονο οικονομικο-πολιτικό σκηνικό. 

Σε ότι αφορά την Κυπριακή Δημοκρατία, έχει εναρμονίσει πλήρως το θεσμικό κανονιστικό  πλαίσιο της με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόληψη και την καταπολέμηση “του ξεπλύματος παράνομου χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας”, τις διεθνείς συμβάσεις και διεθνή πρότυπα. 

Από το 1996 η Κύπρος θέσπισε τον περί συγκάλυψης, έρευνας και δήμευσης εσόδων από ορισμένες εγκληματικές πράξεις Νόμο, με τον οποίο καθορίζεται και ποινικοποιείται το ξέπλυμα παράνομου χρήματος που προέρχεται από σοβαρές εγκληματικές πράξεις. Σύμφωνα επίσης με επίσημες ανακοινώσεις, το 2007 θεσπίστηκε ο περί της παρεμπόδισης και καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες Νόμος, με τον οποίο ενοποιήθηκαν, αναθεωρήθηκαν και αντικαταστάθηκαν οι περί συγκάλυψης, έρευνας και δήμευσης εσόδων από ορισμένες εγκληματικές πράξεις Νόμοι, του 1996 – 2004.

Πέραν από τις νομοθεσίες και τους μηχανισμούς ελέγχου, σύμφωνα με την Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ), η Κύπρος αξιολογήθηκε 4 φορές από την επιτροπή Moneyval του Συμβουλίου της Ευρώπης, με την τελευταία αξιολόγηση να πραγματοποιείται τον Οκτώβριο του 2011. Η Κύπρος εξασφαλίζει υψηλά ποσοστά συμμόρφωσης με τις διεθνείς συμβάσεις και τους διεθνείς κανόνες καταπολέμησης του ξεπλύματος μαύρου χρήματος και επίσης αξίζει να σημειωθεί πως δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά για ανάγκη τροποποίησης του νομοθετικού πλαισίου που εφαρμόζει. Στη λίστα 49 σημείων συμμόρφωσης που δόθηκε στη δημοσιότητα, χαμηλότερα ποσοστά εξασφαλίζουν χώρες, όπως η Γερμανία και άλλες, που σήμερα ρίχνουν λάσπη και συκοφαντούν την Κύπρο.

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, γεννάται το εξής ερώτημα: γιατί με τόση ευκολία η Κύπρος, και στο παρελθόν αλλά και σήμερα, βρίσκεται στη γωνία δεχόμενη λάσπη και κτυπήματα κάτω από την μέση για το ξέπλυμα χρήματος; Η απάντηση είναι πως πέραν από τις αποφάσεις, του νόμους και τις συμβάσεις, το θέμα δεν αποτέλεσε αντικείμενο μια ολοκληρωμένης και συγκροτημένης εκστρατείας στο εξωτερικό. Αν ενεργούσαμε προληπτικά, θα ήταν πιο δύσκολο για τους γνωστούς καλοθελητές να βάζουν μονίμως στο στόχαστρο την Κύπρο. Δυστυχώς, για άλλη μια φορά, τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις. Αφού γνωρίζαμε εκ των προτέρων τις προθέσεις και τις διαθέσεις συγκεκριμένων κύκλων, θα έπρεπε να είχαμε κινηθεί προληπτικά. Να είχαμε ενημερώσει τους ευρωπαϊους εταίρους μας πως εμείς λάβαμε έγκαιρα  όλα τα απαραίτητα μέτρα και  συμμορφωθήκαμε με όλες τις διεθνείς συμβάσεις και να μην σπεύδουμε τώρα, κατόπιν εορτής, για να ανατρέψουμε ένα αρνητικό κλίμα που επιτρέψαμε με την ολιγωρία μας να διαμορφωθεί.

Θα ήθελα επίσης να επισημάνω δύο άλλα θέματα που βρίσκουν μεγάλη απήχηση στην ΕΕ και που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την Κύπρο. Το πρώτο αφορά τον ενιαίο συντελεστή φορολόγησης εταιρικών κερδών και το δεύτερο το φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Θα πρέπει να προετοιμαστούμε έγκαιρα, να αιτιολογήσουμε και να πείσουμε γιατί είμαστε αντίθετοι. Διαφορετικά φοβούμαι να προβλέψω ότι θα βρεθούμε στη δυσάρεστη θέση να τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις σαν μωρές παρθένες.

Είναι προφανές πως έχουμε επιχειρήματα και όπλα για να θωρακίσουμε την Κυπριακή Δημοκρατία στα μεγάλα οικονομικοπολιτικά παιχνίδια της Ευρώπης, όπου ο μικρός και ο αδύνατος πληρώνουν πάντα το κόστος. Έχουμε καθυστερήσει, είναι γεγονός, όμως έστω και τώρα ας λειτουργήσουμε μέσα σε πνεύμα συνεργασίας και συναντίληψης για να διασώσουμε το μέλλον του οικονομικού μας συστήματος, αλλά και την αξιοπρέπεια μας. Ταυτόχρονα, για εθνικούς και πολιτικούς λόγους, θα πρέπει να διαχωρίσουμε, κατά απόλυτο τρόπο, τα όσα συμβαίνουν στην Κυπριακή Δημοκρατία, από την παρανομία που οργιάζει στις κατεχόμενες περιοχές.

 

Γράφει: Αντιγόνη Παπαδοπούλου