Η Ευρωζώνη διανύει ακόμη ένα έτος οικονομικής συρρίκνωσης, όπως προκύπτει από την έκθεση της Κομισιόν που κυκλοφόρησε τις προηγούμενες μέρες στις Βρυξέλλες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει συρρίκνωση κατά 0,3% στην Ευρωζώνη, σε αντίθεση με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Στην Κύπρο τα πράγματα είναι βέβαια πολύ χειρότερα , με προβλεπόμενη πολύ μεγαλύτερη συρρίκνωση και παραπέρα αύξηση της ανεργίας.
Ο διατραπεζικός δανεισμός και τα πρωτοφανή επίπεδα της ανεργίας, εξουδετερώνουν τις οποιεσδήποτε προσπάθειες για οικονομική ανάκαμψη. Κύρια χαρακτηριστικά είναι η δυσχέρεια στο δανεισμό των εταιρειών και των νοικοκυριών, η μείωση των θέσεων εργασίας και το «πάγωμα» των επενδύσεων. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα 356 πιστωτικά ιδρύματα που έκαναν χρήση των χαμηλότοκων τριετών δανείων θα χορηγήσουν δάνεια ύψους 61,1 δις ευρώ, τα μισά δηλαδή κεφάλαια απ’ αυτά που κατέγραφαν οι αρχικές εκτιμήσεις. Σημειωτέον πως πριν από ένα χρόνο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διοχέτευσε στην τραπεζική αγορά, μέσω τριετών δανείων, ρευστότητα ύψους 1 τρις ευρώ προκειμένου να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις από την κάθετη μείωση του διατραπεζικού δανεισμού.
Στην κρίσιμη αυτή περίοδο και υπό το βάρος της δανειακής σύμβασης με την Τρόικα, η νέα Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας καλείται να ανταποκριθεί στις δυσκολίες και να δώσει ελπίδα στο λαό που νοιώθει έντονα τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Χωρίς να υπάρχει περίοδος χάριτος ή χρόνος για χάσιμο, το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης Αναστασιάδη καλείται να διαπραγματευτεί τις πτυχές του μνημονίου, ώστε να καταστεί δυνατόν, και πριν ίσως το τέλος Μαρτίου, να προχωρήσει στην υπογραφή του. Μια τέτοια εξέλιξη ενθαρρύνουν με την κοινή τους δήλωση οι Υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας και Γερμανίας.
Είναι εξαιρετικής σημασίας, έστω και τώρα, εκεί όπου είναι δυνατόν, να γίνουν διορθωτικές κινήσεις στις πρόνοιες του μνημονίου, για να αποφευχθούν ατραποί επικίνδυνες και αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις. Προσωπική μου πάντως άποψη, όπως κατ’ επανάληψη την έχω εκφράσει, είναι πως το μνημόνιο, οι αυστηρές πολιτικές λιτότητας και περισυλλογής, κάθε άλλο παρά αποτελούν συνταγή για έξοδο από την κρίση, όπως διαπιστώσαμε στην περίπτωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και όχι μόνο.
Πέραν από την οικονομική διάσωση του κράτους, επιβάλλεται μια εκστρατεία διαφώτισης και ενίσχυσης της αξιοπιστίας της χώρας μας στο εξωτερικό, με στόχο τη βελτίωση της εικόνας της, ανάμεσα στους ευρωπαϊους εταίρους. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας θα πρέπει να αποφευχθούν σπασμωδικές κινήσεις και μεμονωμένες πρωτοβουλίες. Επιβάλλεται μία ολοκληρωμένη στρατηγική, κατανομή ρόλων, ομαδικότητα και τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία.
Οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι και ταυτόχρονα καθοριστικοί για το μέλλον του τόπου. Η νέα κυβέρνηση, τα κόμματα και γενικότερα όλοι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να βρεθούμε στο ίδιο χαράκωμα. Χωρίς ενδοιασμούς και προκαταλήψεις, να ενώσουμε τις δυνάμεις για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Γράφει: Αντιγόνη Παπαδοπούλου