Τα εγκληματικά λάθη και τα κενά στην στρατηγική που ακολούθησαν διαδοχικές κυβερνήσεις, οδήγησαν την Κύπρο στο μονόδρομο ενός οδυνηρού μνημονίου με σοβαρές αλυσιδωτές επιπτώσεις στην οικονομία, την κοινωνία και γενικότερα στο μέλλον του τόπου.
Μπροστά σε ραγδαίες αλλαγές στην καθημερινότητα των πολιτών και υπό το βάρος των σκληρών μέτρων, το ερώτημα που τίθεται, έστω και τώρα, είναι κατά πόσον υπήρχε άλλος δρόμος πέραν του μνημονίου και της τρόικα.
Εξετάζοντας πιο συγκεκριμένα το θέμα, διαπιστώνουμε πως κατά το πρόσφατο παρελθόν υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες η προδιαγεγραμμένες διαδικασίες και οι δοτές λύσεις, ανατράπηκαν από την ίδια την κοινωνία. Τρανταχτό παράδειγμα είναι η Ισλανδία όταν η χώρα βρέθηκε, λίγο μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, τον Οκτώβριο του 2008, αντιμέτωπη με μια άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση. Οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας, με εκτεταμένες διεθνείς συναλλαγές, κατέρρευσαν, συμπαρασύροντας στο χείλος του γκρεμού ολόκληρη την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Ο χρηματοοικονομικός τομέας εξουθενώθηκε, ενώ το εθνικό νόμισμα, η κορόνα, υποτιμήθηκε απότομα κατά 80%, προκαλώντας μια τεράστια πτώση στις τιμές ακινήτων. Χιλιάδες έμειναν άνεργοι και οι τράπεζες άρχισαν τις κατασχέσεις κινητής και ακίνητης περιουσίας, καθώς οι πολίτες αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους.
Η κοινωνική αντίδραση ήταν έντονη. Άνθρωποι κάθε ηλικίας ξεχύθηκαν στους δρόμους, ζητώντας δικαιοσύνη και αξιώνοντας την τιμωρία των ενόχων. Ως αποτέλεσμα των κινητοποιήσεων, παραιτήθηκε η κυβέρνηση του Γκέιρ Χίλμαρ Χάαρντε και τα ηνία της χώρας ανέλαβε η συμμαχία κεντροαριστεράς και πράσινης αριστεράς. Το πρώτο πράγμα που έκανε η νέα κυβέρνηση ήταν να διαπραγματευτεί με την αγγλική και την ολλανδική κυβέρνηση, που πίεζαν για την εξόφληση των δανείων. Ήρθαν σε συμφωνία, η οποία πέρασε από το ισλανδικό κοινοβούλιο και προέβλεπε να πληρώσει ο λαός τη ζημιά που ιδιωτικές εταιρείες, οι τράπεζες δηλαδή, είχαν δημιουργήσει.
Οι άδικες πολιτικές λιτότητας και γενικότερα οι εξελίξεις προκάλεσαν εκ νέου την αντίδραση του ισλανδικού λαού, αναγκάζοντας τον Πρόεδρο της χώρας να μην επικυρώσει την απόφαση του κοινοβουλίου. Έτσι, οι προτεινόμενες πολιτικές τέθηκαν προς αξιολόγηση από την κοινωνία και όχι από τις αγορές, καθώς τα μέτρα τα οποία προτάθηκαν τέθηκαν σε δημοψήφισμα. Μπροστά στην καταστροφή, οι Ισλανδοί αποφάσισαν να αφήσουν τις τράπεζες να πτωχεύσουν. Με το συντριπτικό 93%, ο ισλανδικός λαός αρνήθηκε μέσω του δημοψηφίσματος να πάρει στις πλάτες του τα χρέη των τραπεζών. Η Ισλανδία αποφάσισε να λειτουργήσει όχι με βάση τις απαιτήσεις των αγορών που την έφεραν στο χείλος της καταστροφής, αλλά με επίκεντρο τον πολίτη και τα συμφέροντά του. Όπως ήταν αναμενόμενο, η απόφασή του Ισλανδικού λαού προκάλεσε ένα ισχυρό σοκ στη διεθνή οικονομική κοινότητα, ενώ κατακρίθηκε από εχθρούς και φίλους ως αδιέξοδη. Την ίδια ώρα, Ευρωζώνη και ΔΝΤ απειλούσαν ότι η Ισλανδία θα μετατραπεί σε «Κούβα του Βορρά», θα απομονωθεί, θα γίνει κράτος – παρίας. Αντί αυτού όμως η Ισλανδία πήρε βοήθεια ύψους 2,5 δισ. δολαρίων από τα σκανδιναβικά κράτη, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δάνεισε στην Ισλανδία ακόμα 2,1 δις. δολάρια.
Σήμερα όμως, τέσσερα χρόνια αργότερα, με βασικό προσανατολισμό τη διατήρηση και συνοχή του κοινωνικού κράτους, η χώρα παρουσιάζει σημαντικά σημάδια ανάκαμψης και φαίνεται να βαδίζει στο σωστό δρόμο. Η οικονομία της Ισλανδίας βρίσκεται και πάλιν σε τροχιά ανάπτυξης. Η κυβέρνηση της χώρας ακολούθησε το δρόμο του σεβασμού προς τη δημοκρατική βούληση του κόσμου και η στήριξη του κοινωνικού κράτους έχοντας στο επίκεντρο τον άνθρωπο και όχι τις αγορές.
Το παράδειγμα της Ισλανδίας θα πρέπει να προβληματίσει σοβαρά τις Βρυξέλλες και όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ ξεχωριστά, ιδιαίτερα αυτά που αντιμετωπίζουν τις σοβαρές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, όπως είναι η Κύπρος. Οι δοκιμασμένες και αποτυχημένες συνταγές, δυστυχώς, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας.
Γράφει: Αντιγόνη Παπαδοπούλου