Τέτοιες μέρες οι μνήμες θωπεύουν το μυαλό και τα πάθη κατακλύζουν την λογική και τις εκτιμήσεις.
Σαράντα τρία πόσα χρόνια έχουν περάσει από τις μαύρες εκείνες επετείους και εξακολουθούμε κάθε χρόνο τέτοιες μέρες να διερωτόμαστε ποια κατάρα μαστίζει ακόμα ετούτο τον τόπο και ένα αδυσώπητο γιατί σφραγίζει τις σκέψεις μας ακόμα μια φορά.
Πόσα χρόνια αλήθεια θα μετράμε ακόμα μέχρι να μπορέσουμε να υπερβούμε τις μνήμες που μας στοίχειωσαν και να ξεπεράσουμε τα τραύματα που καταρράκωσαν τις ψυχές μας; Και είναι αλήθεια ετούτος ο τόπος τόσος μεγάλος για να χωρέσει τόσο μίσος και τόσο πόνο;
Νιώθω πώς η πατρίδα μας υπέφερε αρκετά και κάποιοι ήρωες αλλά και απλοί άνθρωποι εξακολουθούν να καρτερούν δικαίωση. Και ποια άλλη δικαίωση θα είναι καλύτερη από την ειρήνη; Και ποια άλλη προοπτική ενδέχεται να αναμένεται εκτός από την επανένωση και την επιστροφή; Και πόσοι αλήθεια έχουν απομείνει να καρτερούν και να ελπίζουν;
Νιώθω επίσης ότι δεν έχουμε καταφέρει ακόμα και μέχρι σήμερα να ενωθούμε μπροστά στον κοινό μας εθνικό στόχο και να προτάξουμε πάνω από όλα την θέληση αλλά και το πείσμα πως θα εξακολουθήσουμε μέχρι και την τελευταία στιγμή της δικαίωσης να αγωνιζόμαστε για αυτά που μας ανήκουν, για αυτά που στερηθήκαμε, για αυτά που δικαιούμαστε να ονειρευόμαστε.
Θέλω να ελπίζω ότι τέτοια μέρα του χρόνου δεν θα ξυπνήσουμε από τις σειρήνες του πόνου, της μνήμης, της λήθης, του πολέμου. Θέλω να ελπίζω ότι του χρόνου τέτοιες μέρες θα ξυπνήσουμε με την ‘σειρήνα’ της ελπίδας, του μέλλοντος, της προοπτικής. Θέλω να ελπίζω ότι οι τρείς αντικατοχικές εκδηλώσεις που κατεγράφησαν αυτές τις μέρες θα γίνουν μία φωνή ενότητας και προοπτικής εκεί στην παραλία της Αμμοχώστου ή κάπου πιο δίπλα στο θέατρο της Σαλαμίνας.
Κάθε φορά που πάμε να πιστέψουμε ότι είμαστε κοντά οι εξελίξεις, οι συγκυρίες, ο χρόνος μας παίρνει ένα βήμα πιο μακριά και τα τετελεσμένα παγιώνονται και ο χρόνος αμείλικτος μας απογοητεύει και μας εξοντώνει.
Αυτός ο λαός υπέφερε αρκετά και ακόμα και μέχρι σήμερα δεν αντικρύσαμε με περισσή αλήθεια το τι έγινε, το τι δεν έγινε και το πού φταίξαμε. Ακόμα και μέχρι σήμερα τα προσωπικά συμφέροντα και φιλοδοξίες, τα συνθήματα και οι εξαγγελίες υπερβαίνουν της λογικής και δυστυχώς νιώθω ότι πολύ πιο εύκολα εισχωρούν στο υποσυνείδητο και τρέφουν το σαράκι της κατάρας που μας κατατρώει.
Μεγαλώσαμε με το δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι και ποτέ δεν καταφέραμε να αναλύσουμε τι πραγματικά σημαίνει ‘δεν ξεχνώ’ και τι το ‘αγωνίζομαι΄. Αντιλαμβάνομαι το μεγαθήριο της αδιαλλαξίας, της τρομοκρατίας, το μεγαθήριο που είναι υπαίτιο για όσα βιώνουμε. Αυτό που δεν κατάφερα ποτέ να αντιληφθώ είναι πώς εμείς οι ‘υπόλοιποι’ αντί να ενωνόμαστε διχαζόμαστε, κατηγοριοποιούμαστε σε ομάδες, αρκούμεθα στα τετελεσμένα του σήμερα.
Γνωρίζω πώς η θέληση του ανθρώπου μπορεί να τον πείσει να υπερβεί πάθη και μίση του παρελθόντος. Γνωρίζω πως δεν γεννηθήκαμε για να πονάμε και να είμαστε διχοτομημένοι. Γνωρίζω πώς όλοι γνωρίζουμε πως η θέληση όλων μας είναι πολύ μεγαλύτερη από τον διχασμό που μας πλασάρουν και πως αντιλαμβανόμαστε τις σκοπιμότητες.
Γνωρίζω επίσης πώς το τέλος είναι μόνο η αρχή και πως δεν θα σταματήσουμε να ελπίζουμε κάθε μέρα για το αύριο που δικαιούμαστε. Και πρέπει να θυμόμαστε ότι οι δικές μας επιλογές είναι αυτές που θα καθορίσουν ποιοι θα διαχειριστούν το αύριο και ποιοι θα καθορίσουν την μοίρα της πατρίδας μας.
Γράφει: Αννίτα Δημητρίου