Home Άντρος Κυπριανού Η Τουρκία, η περιοχή και η πατρίδα μας. Του Άντρου Κυπριανού

Η Τουρκία, η περιοχή και η πατρίδα μας. Του Άντρου Κυπριανού

ammmmooox

Οι τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή με επίκεντρο τον κίνδυνο τριχοτόμησης του Ιράκ συνιστούν νέο σημείο καμπής στη διαδικασία αλλαγών των γεωπολιτικών ισορροπιών στην περιοχή μας.


Οι εξελίξεις αυτές συμπληρώνουν νέα δεδομένα κρίσιμης σημασίας για τους προσανατολισμούς της Τουρκίας, σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Την ίδια στιγμή εντείνουν τους ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι μονοδιάστατες αναλύσεις που παραπέμπουν σε σενάρια κατάρρευσης της Τουρκίας και εγκατάλειψης της από τους παραδοσιακούς δυτικούς της συμμάχους, δε βοηθούν στην εξαγωγή ολοκληρωμένων και κυρίως ψύχραιμων συμπερασμάτων για την πορεία των αλλαγών.

Ποια είναι όμως αυτά τα νέα δεδομένα σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο που επηρεάζουν την Τουρκία; Οι τραγικές συνέπειες της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ απελευθέρωσαν τις δυναμικές τριχοτόμησης της χώρας, δυναμικές που εκφράζονται τώρα και επί του εδάφους. Την ίδια στιγμή, άνοιξαν τις προοπτικές εδραίωσης νέων κουρδικών δομών εξουσίας στο Ιράκ, οι οποίες πλέον βρίσκονται σε πορεία κρατικής οικοδόμησης. Παράλληλα, η λεγόμενη αραβική άνοιξη και η ανοιχτή παρέμβαση δυτικών δυνάμεων και της Τουρκίας εναντίον του Άσσαντ, έδωσαν την ευκαιρία ενίσχυσης του θρησκευτικού φανατισμού με τραγικά αποτελέσματα για τους λαούς της περιοχής. Όμως ανέδειξαν επίσης τους Κούρδους της Συρίας ως ανερχόμενη δύναμη αυτόνομης εξουσίας. Σήμερα, η Άγκυρα βρίσκεται υπό την πίεση της «περικύκλωσης» του ισλαμικού φονταμενταλισμού. Με αυτά τα δεδομένα σε πολιτικό επίπεδο, η Τουρκία φαίνεται να υιοθετεί προσεγγίσεις που θα ήταν «αδιανόητες» μέχρι πριν μερικές δεκαετίες. Έστω και αν δεν έχει αναθεωρήσει πλήρως την πολιτική της για τους Κούρδους στη Συρία, εντούτοις οι συνομιλίες με το ΡΚΚ και η στρατηγική συνεργασία με το Ιρακινό Κουρδιστάν, μαρτυρούν ότι η Τουρκία αναζητεί τρόπους σταθεροποίησης της επιρροής της, μετά την κατάρρευση του λεγόμενου δόγματος Νταβούτογλου. Μια πολιτική που υπό προϋποθέσεις μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τις σχέσεις της με ΗΠΑ. Πρόσφατα άλλωστε, οι Αμερικανοί ενέταξαν την Τουρκία στην ομάδα χωρών που θα ενισχύσουν οικονομικά με στόχο τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».

Τα πολιτικά δεδομένα, επηρεάζονται και από τις ανακατατάξεις στην παγκόσμια οικονομία.H σταδιακή μετακίνηση κεφαλαίου από τη Δύση προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, συνιστά βάση πάνω στην οποία μεταβάλλεται ο ανταγωνισμός για ηγεμονία στο παγκόσμιο σύστημα. Η ροή ξένου κεφαλαίου από τις ανεπτυγμένες στις τριάντα πιο ισχυρές αναπτυσσόμενες οικονομίες το 2001 ήταν 169 δισεκατομμύρια δολάρια και το 2007 έφτασε τα 919 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2001 το 74% του συνολικού παγκόσμιου εμπορίου διεξαγόταν από τις ανεπτυγμένες οικονομίες και το υπόλοιπο 26% από τις αναπτυσσόμενες. Το 2007, το ποσοστό του παγκόσμιου εμπορίου που διεξαγόταν από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες έφτασε το 33.7%. Σύμφωνα με προβλέψεις, το 2030 αναμένεται ότι οι αναπτυσσόμενες οικονομίες θα έχουν μερίδιο 70% του παγκόσμιου εμπορίου, ανατρέποντας την πραγματικότητα που επικρατούσε στις αρχές του 21ου αιώνα. Περίπου τα ίδια δεδομένα καταγράφονται και στο θέμα της βιομηχανικής παραγωγής για την οποία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει προβλέψει ότι το επίκεντρό της, μέχρι και το 2030 θα είναι η Ανατολή και η Ασία. Αυτή η αλλαγή στην υλική βάση της παγκόσμιας πραγματικότητας, πραγματοποιείται στη γεωγραφία που η ίδια η Τουρκία διεκδικεί να αυξήσει την επιρροή της.

Όλες οι πιο πάνω εξελίξεις λοιπόν, δε συνηγορούν σε κανένα συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ εγκαταλείπουν την Τουρκία ή πολύ περισσότερο ότι η Τουρκία καταρρέει. Αντιθέτως, η ένταση των οικονομικών και πολιτικών ανταγωνισμών στην περιοχή μας, αναδεικνύουν ξανά την τάση εκείνη που θέλει να προσδώσει στην Άγκυρα ρόλο οικοδόμησης νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων. Ένα ρόλο άλλωστε που και η ίδια η Τουρκία διεκδικεί. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο βρίσκεται και το Κυπριακό πρόβλημα. Η προσπάθεια της Άγκυρας που στο παρόν στάδιο στοχεύει σε διευθέτηση του Κυπριακού η οποία να εμποδίζει τη συνεργασία και τη δημιουργική συμβίωση των δύο κυπριακών κοινοτήτων, δεν είναι άσχετη με τους ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο.

Όμως η «ανάγνωση» αυτών των εξελίξεων μόνο στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, με τρόπο που να καταργεί το ρόλο των απευθείας συνομιλιών στο Κυπριακό, επίσης δεν συνεισφέρει σε ολοκληρωμένη εκτίμηση της κατάστασης. Ο εκάστοτε Ελληνοκύπριος ηγέτης έχει τη δυνατότητα, εφόσον διαθέτει το πολιτικό όραμα, μέσα από τις συνομιλίες να επηρεάσει προς θετικότερη κατεύθυνση. Σήμερα ενώπιον των προαναφερθέντων ανακατατάξεων και μπροστά στο ενδεχόμενο «χαλαρής διευθέτησης» του Κυπριακού, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης καλείται άμεσα να διορθώσει την πολιτική του. Καλείται να αξιοποιήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν στο τραπέζι των συνομιλιών την προηγούμενη περίοδο. Έχει καθήκον να πείσει μέσα από τις συγκλίσεις αυτές, ότι παραμένει αφοσιωμένος σε ομοσπονδιακή λύση που θα προάγει τη συμβίωση, τη συνεργασία και τη συνεννόηση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, όχι ως δύο «καλών γειτόνων», αλλά ως το σύνολο του Κυπριακού λαού.

ΓράφειΆντρος Κυπριανού