Οι πορείες διαμαρτυρίας που διοργανώνουν οι «Πατριώτες Ευρωπαίοι κατά του Εξισλαμισμού της Δύσης», γνωστοί ως «PEGIDA» στη Γερμανία θα πρέπει να μας θορυβήσουν, για να μη βρεθούμε προ εκπλήξεως.
Οι διαδηλώσεις αυτού του ισλαμοφοβικού κινήματος άρχισαν στην πρωτεύουσα της Σαξονίας, τη Δρέσδη στο ίδιο μοτίβο που κινήθηκαν και οι διαδηλωτές στη Λειψία, πριν από δυόμιση δεκαετίες περίπου, οι οποίοι ζητούσαν την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Στόχος τους είναι όχι να γκρεμίσουν το τείχος, αλλά «να καθαρίσουν» τη Γερμανία από τους ξένους, τους μετανάστες και ιδιαίτερα τους μουσουλμάνους, που τους κλέβουν το ψωμί.
«Έξω οι ξένοι» και «όποιος δεν αγαπά τη Γερμανία να φύγει» είναι μερικά από τα συνθήματά του κατά τα άλλα μη κομματικοποιημένου κινήματος. Οι ηγέτες αυτής της οργάνωσης επικαλούνται, ότι οι διαδηλωτές είναι καθωσπρέπει άνθρωποι, της διπλανής πόρτας, μορφωμένοι, ιερείς, απλοί εργάτες, νοικοκυρές, άνεργοι και αρνούνται, ότι στις διαδηλώσεις λαμβάνουν μέρος ναζιστές. Αυτή η παραπληροφόρηση είναι, που πρέπει να μας ανησυχήσει, γιατί ο ρατσισμός και ο εθνικισμός αλλάζουν πρόσωπο. Oι υποστηρικτές τους έχουν φύγει από τις μεγαλουπόλεις κι έχουν εδραιωθεί στην επαρχία, στα προάστια και στις συνοικίες. Καθώς εκεί νιώθουν πιο δυνατοί, αφούεύκολα μπορούν να πείσουν τους άνεργους, ότι οι ξένοι τους στερούν το επάγγελμα. Έβγαλαν, λοιπόν, τις μπότες, τα δερμάτινα σακάκια, μεγάλωσαν τη χαίτη, φόρεσαν κοστούμι, πήραν χαρτοφύλακα και βγήκαν στο σεργιάνι.
Μ΄ αυτό το «λίφτινγκ» παρουσιάζονται σήμερα οι ρατσιστές, εθνικιστές, που επιτάσσει, πως οι ξένοι θα πρέπει να φύγουν. Όταν όμως η αστική τάξη τους εκμεταλλεύεται για τις βαριές δουλειές αντί ενός πινακίου φακής, τότε είναι καλοδεχούμενοι. Ας μην ξεχνάμε ότι, οι ξένοι εργάτες (Gastarbeiter) ήταν αυτοί, που αναδόμησαν τη βομβαρδισμένη Γερμανία μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτοί δίδαξαν στους Γερμανούς τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, επί καγκελαρίας Σρέντερ. Η απάντηση των ξενοφοβικών μελών του PEGIDA σ΄ αυτά τα γεγονότα είναι: «Δεν είμαστε εναντίον των ξένων, απλώς υπάρχουν πολλοί μουσουλμάνοι στη χώρα μας».
Σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας με πρώτη τη Λειψία γίνονται σήμερα διαδηλώσεις κατά του PEGIDA, στις οποίες λαμβάνουν μέρος αρκετοί προοδευτικοί Γερμανοί , αντιρατσιστές και υποστηρικτές των μεταναστών. Στη Δρέσδη αρκετοί αλλοδαποί πιθανόν να αποφεύγουν να βρεθούν αντιμέτωποι με τους διαδηλωτές του PEGIDA και να μένουν κλεισμένοι στα οικοτροφεία και τα διαμερίσματά τους, όπως έκαναν αρκετοί ξένοι φοιτητές στη Γερμανία, όταν οι ακροδεξιοί γιόρταζαν τα γενέθλια του Χίτλερ με διαδηλώσεις και παρελάσεις.
Οι οπαδοί του PEGIDA μπορεί να μη μιλούν στους δημοσιογράφους και στους πολιτικούς, τους οποίους αποκαλούν προδότες, αλλά έχουν λαλιά, για να βρίζουν τους αλλοδαπούς. Αυτό το κίνημα διαμαρτυρίας κατά του πολιτικού συστήματος, όπως θέλουν να αυτοαποκαλούνται, επενδύει στο φόβο, στην οργή, στην απόγνωση και στην αδυναμία των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Διαδίδουν στους ηλικιωμένους, ότι θα υπερισχύσουν οι μουσουλμάνοι στη χώρα, και θα αναγκάζουν τις εγγονές τους να φοράνε μαντήλα.
Η οικονομική κρίση οδηγεί στην ανεργία, στην εξαθλίωση αλλά ιστορικά και στη χειραγώγηση του λαού από δημαγωγούς. Οι χαμηλόμισθοι, οι μακρόχρονα άνεργοι, οι μονογονείς με χαμηλά επιδόματα διακατέχονται από αβεβαιότητα για το μέλλον, υπαρξιακά προβλήματα και έντονο αίσθημα ανασφάλειας. Αυτοί αποτελούν εύκολη λεία για τους εθνικιστές, που εύστοχα εκμεταλλεύονται τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και άλλων παροχών επιρρίπτοντας ευθύνες στους πολιτικούς και στους ξένους.
Συνοψίζοντας, ότι δεν κατάφεραν οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες για 25 χρόνια στη Γερμανία, αυτό προσπαθεί να πράξει σήμερα το PEGIDA και άλλα δεξιά κόμματα, όπως είχε γίνει στη Γερμανία μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929. Όταν όμως ο φόβος υπερισχύει της ελπίδας, τότε θα πρέπει να δράσουμε άμεσα. Το PΕGIDA έχει καταφέρει να ρίξει στην παγίδα του αρκετούς αγανακτισμένους προβάλλοντας ένα νέο ρατσιστικό πρόσωπο, ενώ η Ευρώπη συνεχίζει να «σφυρίζει» αδιάφορα.
Γράφει: Άντρος Γ. Καραγιάννης
Δήμαρχος Δερύνειας