Ο Ισπανός δημοσιογράφος και συγγραφέας Ιγνάσιο Ραμονέ παρουσιάζει στο βιβλίο του με τίτλο «Η Αυτοκρατορία της Επιτήρησης», τους κινδύνους που απειλούν τους πολίτες εξαιτίας της καθημερινής έκθεσής τους που τίθεται υπό το άγρυπνο μάτι της στενής παρακολούθησης.
Μετά από τα τρομοκρατικά χτυπήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001, αρκετός κόσμος άρχισε να νιώθει ότι απειλείται από εξωτερικές επιθέσεις τρομοκρατών. Ως εκ τούτου τοπικές αρχές αλλά και κράτη αύξησαν τους ελέγχους πολιτών, προέβησαν σε δικαιολογημένες ίσως και αδικαιολόγητες συλλήψεις και προχώρησαν τέλος στην παραβίαση των προσωπικών δεδομένων ορισμένων πολιτών.
Η κυβέρνηση του Τζόρτζ Μπους του νεότερου, όπως αναφέρει ο Ραμονέ (σελ. 32), υιοθέτησε μάλιστα έναν αντιτρομοκρατικό νόμο με την επωνυμία Patriot Act που επέτρεπε στις αρχές να συλλαμβάνουν, να φυλακίζουν και να παρακολουθούν την αλληλογραφία υπόπτων, τις τηλεφωνικές τους συνομιλίες και τη δράση τους στο διαδίκτυο. Ο νόμος αυτός αντικαταστάθηκε το 2015 από το νόμο Freedom Act, ο οποίος βασίζεται εν πολλοίς στον προαναφερθέντα νόμο της κυβέρνησης Μπους. Ωστόσο σήμερα, δεκαεπτά χρόνια μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, παρατηρείται ότι η «τζιχαντιστική τρομοκρατία» όχι μόνο δεν καταπολεμήθηκε αποτελεσματικά, αλλά αντιθέτως έχει επεκταθεί σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο με το Ισλαμικό Κράτος να έχει πάρει τη σκυτάλη από την Αλ Κάιντα και να προσπαθεί να προωθήσει την παγκοσμιοποιημένη τζιχαντιστική τρομοκρατία.
Οι τοπικές αρχές αλλά και τα κράτη οφείλουν προφανώς να προστατεύσουν τους πολίτες από επιθέσεις. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι απαραίτητο να θεωρείται κάθε πολίτης ύποπτος και να τίθεται η τοπική κοινωνία υπό διαρκή παρακολούθηση. Βέβαια αρκετές πόλεις λαμβάνουν μέτρα παρακολούθησης των πολιτών με κάμερες ασφαλείας, όπως γίνεται για παράδειγμα στο Λονδίνο. Στη βρετανική πρωτεύουσα, για να αποτραπούν ενδεχόμενα τρομοκρατικά χτυπήματα, έχουν εγκατασταθεί πάνω από 4 εκατομμύρια κάμερες, που σημαίνει μία για κάθε δεκαπέντε κατοίκους, ενώ ένας πεζός στους δρόμους του Λονδίνου, όπως μας διαβεβαιώνει ο Ραμονέ (σελ. 93), μπορεί να βιντεοσκοπηθεί μέχρι και 300 φορές την ημέρα. Σε κάποιες χώρες λοιπόν, κυριαρχεί ο «Μεγάλος Αδελφός» (Big Brother), ένα σύστημα ασφαλείας που υιοθετήθηκε αρχικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και έχει πια φτάσει και στην Ευρώπη.
Ο Ραμονέ διαβεβαιώνει ότι η τρομοκρατία προκαλεί τέτοια συναισθηματική αντίδραση ώστε, υπό την επήρεια του σοκ, οι άνθρωποι δέχονται νόμους και προγράμματα που ποτέ δεν θα τα αποδέχονταν διαφορετικά (σελ. 37). Για αυτό τον λόγο στις μέρες μας αρκετά δίκτυα παρακολούθησης έχουν αναπτυχθεί μέσω κατασκοπευτικών δορυφόρων, καταγράφοντας και υποκλέβοντας εκατομμύρια τηλεφωνικές συνομιλίες, μηνύματα SMS, e-mails για τις ανάγκες ακριβώς διαφόρων κυβερνήσεων, πολιτικών ομάδων, κοινωνικών κινημάτων κ.ά. (σελ. 53).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει, ως συνήθως αρκετές συμφωνίες με αμερικανικές ομόσπονδες αρχές που αφορούν τους Ευρωπαίους ταξιδιώτες και έχει παραδώσει, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, στις αμερικανικές τελωνειακές αρχές προσωπικές πληροφορίες επιβατών. Το ίδιο ισχύει και για επιβάτες που φτάνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι προσωπικές πληροφορίες των οποίων καταγράφονται στο ευρωπαϊκό αρχείο δεδομένων PNR (Passenger, Name, Record) όσον αφορά υποθέσεις τρομοκρατίας και εγκληματικότητας.
Εύλογο είναι ο στόχος των τοπικών αρχών να ταυτίζεται με την προστασία των πολιτών και όχι με τη συνεχή παρακολούθηση και επιτήρησή τους. Το μεταναστευτικό ζήτημα όμως, ο λαϊκισμός και η παραπληροφόρηση από τα ΜΜΕ, έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση μιας κοινωνίας της επιτήρησης και της παρακολούθησης. Ζούμε λοιπόν σε μια «κοινωνία ελέγχου», ενώ ταυτόχρονα διανύουμε το πέρασμα από μια πληροφορημένη/ενημερωμένη κοινωνία σε μια κοινωνία πληροφοριοδοτών, όπως σωστά επισημαίνει ο Ραμονέ. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας έχει μεταφερθεί στα σπίτια, στις πλατείες, στους χώρους συνάθροισης στις πόλεις και στα χωριά. Η σημερινή «κοινωνία ελέγχου» αναγκάζει τους πολίτες να είναι καχύποπτοι, να υποψιάζονται τον καθένα και να κατασκοπεύουν τους άλλους, όπως κατασκοπεύονται και οι ίδιοι.
Οι άνθρωποι, καταλήγει ο Ραμονέ, επιθυμούν δικαιοσύνη, σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και της διαφάνειας. Έχοντας πάντα στο νου τα λόγια του Νόαμ Τσόμσκι, ότι δηλαδή «ο βασικός εχθρός κάθε κυβέρνησης είναι ο ίδιος της ο λαός», ας επιχειρήσουμε να τηρήσουμε το μέτρο όσον αφορά το σπουδαίο αγαθό της ασφάλειας, της ηρεμίας και όχι της παρακολούθησης των πολιτών.
Γράφει: Άντρος Γ. Καραγιάννης
Δήμαρχος Δερύνειας