Θα ήθελα κάποτε, εσύ, να μου έλεγες το εξής:
Τώρα που ο καιρός έγινε μουντός,
πάρε και το πανωφόρι σου καλού-κακού,
έτσι για εφέ
πήγαινε σ’ένα βιβλιοπωλείο,
ξόδεψε τα δέκα ευρώ που θα έδινες για το βραδινό σου κοκτέιλ
και
αγόρασε ένα αντίτυπο.
Βρες ένα παγκάκι
Κάθισε σε μια τραμπάλα, στην αποβάθρα
και εισέπνευσε:
Σκέφτηκα να αναζητήσω το μυστικό του αρχαίου παραδείσου
μήπως και ξαναβρώ το κέφι μου
Το μυστικό που βρίσκεται στο έλεος.
Μην με κοιτάς έτσι άγρια καλέ μου Σατανά
Και επειδή κάποιες μικρές ατιμίες μού δεν θα λείψουν
Για σένα, που εκτιμάς τους συγγραφείς χωρίς περιγραφές και διδαχές
Για σένα, αποσπώ αυτά τα βρομερά φύλλα από το σημειωματάριο
ενός κολασμένου.
ΠΑΛΙΑ, ΑΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΚΑΛΑ ~Α.ΡΕΜΠΩ.
Υ.Γ.
Mπορείτε να βρείτε την εξαιρετική απαγγελία από τον Γιώργο Κιμούλη, ολόκληρου του ποιήματος εδώ:
Γράφει: Αντρέας Καυκαλιάς