Home Αντρέας Καυκαλιάς Ο Σουλτάνος με το φωτοστέφανο. Του Αντρέα Καυκαλιά

Ο Σουλτάνος με το φωτοστέφανο. Του Αντρέα Καυκαλιά

klidierdogan

Η προσπάθεια να δημιουργηθεί στον κύπριο πολίτη κλίμα ευφορίας ή απογοήτευσης για την εκλογική νίκη του Ερντογάν είναι ενδεικτική της ποδοσφαιροποίησης της πολιτικής σκέψης που συνεχίζει να διαιωνίζεται ανάμεσα στον λαό.


Έχει γίνει συνήθης πρακτική για όλα τα θέματα, να κτίζονται δυο απέναντι κερκίδες  και ο πολίτης σώνει και καλά να πρέπει να τοποθετηθεί στην μια ή στην άλλη, ανεμίζοντας  πανό με δοτά συνθήματα. Πραγματικά είναι εξωφρενικό να είναι όλα συνέχεια, τόσο διχαστικά.

Προβάλλεται τις τελευταίες μέρες το εξής  δίλημμα ‘  Τί θα προτιμούσατε τον εκσυγχρονιστή Ερντογάν και το ΚΔΑ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) ή τους εθνικιστές του Ντεβέτ Μαχτσελί ;’

Η προφανής απάντηση είναι: ‘ Τον Ερντογάν’ αλλά πρέπει να υπάρξει και ένα ‘αλλά’.

Το πρόβλημα είναι πολύ πιο σύνθετο και ως τέτοιο πρέπει να εκλαμβάνεται. Ναι μεν,  με τον Ερντογάν στο τιμόνι της Τουρκίας υπάρχει μια προοπτική στην λύση του κυπριακού (σε αυτή την συγκυρία), αλλά ο Ερντογάν ήταν στο πηδάλιο τα τελευταία 13 χρόνια. Ο Ερντογάν ήταν στο πηδάλιο όταν ηγέτης των Τ/Κ ήταν ο κομμουνιστής Ταλάτ και ο αδιάλλακτος Έρογλου, άρα  καθίσταται αυταπόδεικτο ότι όχι μόνο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως θερμός υποστηρικτής της λύσης (όπως την εννοούμε εμείς), αλλά πιθανότατα να μην αποτελεί καν  τον κύριο παίχτη που καθορίζει τις εξελίξεις στο κυπριακό. Επομένως , η  ξαφνική αυτή προσπάθεια για  εξιδανίκευσή του,  μόνο αδικαιολόγητη μπορεί να χαρακτηριστεί.  Από την μια είναι απόλυτα σεβαστό να γνοιαζόμαστε πρώτιστα για το συμφέρον της πατρίδας μας,  νοουμένου όμως  ότι αγωνιζόμαστε για το πραγματικό  και όχι για το παροδικό, εφήμερο αλλά από την άλλη είναι ανεπίτρεπτο να φτάσουμε στο σημείο να εναποθέτουμε όλες μας τις ελπίδες εκθειαζόμενοι ένα ηγέτη όπως ο Ερντογάν. Δεν μπορεί να μένουν εκτός του πλαισίου της σκέψης μας, οι γνωστές ‘δημοκρατικές’ του  πρακτικές  και οι δεκάδες φρικαλεότητες,  με πιο πρόσφατο παράδειγμα την εκβιαστική/δολοφονική  πολιτική που εφαρμόζει στο προσφυγικό  συριακό πρόβλημα.

Δυστυχώς, οι αναλύσεις που προέρχονται από την ‘προοδευτική ιντελιγκέντσια ‘ της Κύπρου, επιλέγουν να μην αναφέρονται σε αυτές τις παραμέτρους ή να τις περνούν στο ντούκου και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό. Η κουλτούρα λύσης δεν επιτυγχάνεται με στάχτη στα μάτια, ούτε με κολυμβήθρες του Σιλωάμ. Η κουλτούρα  λύσης επιτυγχάνεται με καλοπροαίρετη ειλικρίνεια, με οδυνηρές παραδοχές (αλλά όχι αυτομαστιγωτικές) και αιχμηρές υποδείξεις (αλλά όχι ερειστικές). Η κουλτούρα της λύσης οφείλει να κτιστεί πάνω σε αλήθειες και όχι σε εργολαβίες  και προπαγάνδα. Γιατί η προπαγάνδα πάντα γυρίζει μπούμερανγκ.  Πάντα.

Πολύ συχνά λέγεται ότι το κλειδί  βρίσκεται στην Άγκυρα, κάτι που δεν είναι απόλυτα ακριβές. Η κλειδαρότρυπα ίσως να  βρίσκεται εκεί, αλλά σίγουρα το κλειδί βρίσκεται στην Ουάσινγκτον και το αντικλείδι στην Μόσχα. Γι’αυτό και εμείς, είναι προτιμότερο να σταματήσουμε να κάνουμε εκπτώσεις στην πολιτική μας ηθική και στις δημοκρατικές μας πεποιθήσεις και ευαισθησίες,  όντας ένας λαός που σε όλα τα διεθνή  fora, ο βασικός  πυλώνας της επιχειρηματολογίας μας είναι η ηθικολογία, και όχι αδίκως .

Ο Ταγίπ Ερντογάν,  παρ’ όλες τις εξάρσεις μεγαλομανίας και τα οθωμανικά του κατάλοιπα, παραμένει   ένας πολύ έξυπνος πολιτικός που αντιλαμβάνεται πλήρως την μοντέρνα διεθνή σκακιέρα, ξέρει να ελίσσεται, να στήνει παγίδες και να ακροβατεί. Απόδειξη αυτού είναι το παράδειγμα από τις πρόσφατες εκλογές  όπου κατάφερε να κατατροπώσει τους κεμαλιστές/εθνικιστές εκσφενδονίζοντας ένα άκρως αντικουρδικό, εθνικιστικό λόγο.  Με άλλα λόγια, τους κέρδισε με την δική τους ρητορική, στο δικό τους γήπεδο. Αυτό και πολλά άλλα παραδείγματα  πρέπει να έχει  η δική μας πλευρά συνέχεια κατά νου, ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τα δυο τρία δυνατά χαρτιά που ακόμα έχουμε.

Κυριότερα όμως, να μην βάλουμε τα χέρια μας, να βγάλουμε τα μάτια μας και εν τέλει αυτοβούλως να απολέσουμε  το πιο διαχρονικό μας όπλο,  που δεν είναι άλλο από το  μικρό αιχμηρό κεντρί που τσιμπά το διάφανο πέπλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης  και είναι σμιλεμένο από το μακάβριο δίκιο των τετελεσμένων μιας εισβολής και μιας κατοχής που έγινε εις βάρος μας.

Τέλος, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι με τον πρόσφατο απρόσμενο εκλογικό θρίαμβο του Ερντογάν ριζώνει για καλά, μια νέα εποχή για την τουρκική εξωτερική πολιτική η οποία υπόσχεται ‘αυτοκρατορία’ στους εθνικιστές και Ευρωπαϊκή Ένωση στους ευρωπαϊστές.  Μια διελκυστίνδα που προμηνύει πολλές αντιφάσεις και εγκυμονεί θανάσιμους κινδύνους, με τον Ερντογάν  να παρουσιάζεται πότε σαν Λουθήρος και πότε σαν Αλή Πασάς. Η δική μας πλευρά οφείλει να είναι καλά προετοιμασμένη και για τα δυο ώστε να μην προσκυνήσει με αφέλεια το φωτοστέφανο του πρώτου και ούτε να δείξει ασέβεια και αποστροφή στο φέσι του τελευταίου.

Με δυο λόγια η Τουρκία του Ερντογάν έχει ωριμάσει πολιτικά χωρίς  όμως να  έχει αλλάξει ουσιαστικά τις παραδοσιακές της επιδιώξεις . Αλίμονο αν δεν μπορέσουμε να αναγνώσουμε σωστά τα γεγονότα και φανούμε κατώτεροι της πολυπλοκότητας των περιστάσεων.

Οι γραμμές είναι τόσο λεπτές σε σημείου που η παραμικρή ολίσθηση δεν θα μπορεί να καλυφτεί , ούτε καν με την πιο σθεναρή πρωτοβουλία του μεγαλύτερου των επενδυτικών ταμείων.

Γράφει: Αντρέας Καυκαλιάς

Έχει γίνει συνήθης πρακτική για όλα τα θέματα, να κτίζονται δυο απέναντι κερκίδες  και ο πολίτης σώνει και καλά να πρέπει να τοποθετηθεί στην μια ή στην άλλη, ανεμίζοντας  πανό με δοτά συνθήματα. Πραγματικά είναι εξωφρενικό να είναι όλα συνέχεια, τόσο διχαστικά.

 Προβάλλεται τις τελευταίες μέρες το εξής  δίλημμα ‘  Τί θα προτιμούσατε τον εκσυγχρονιστή Ερντογάν και το ΚΔΑ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) ή τους εθνικιστές του Ντεβέτ Μαχτσελί ;’

 Η προφανής απάντηση είναι: ‘ Τον Ερντογάν’ αλλά πρέπει να υπάρξει και ένα ‘αλλά’.

Το πρόβλημα είναι πολύ πιο σύνθετο και ως τέτοιο πρέπει να εκλαμβάνεται. Ναι μεν,  με τον Ερντογάν στο τιμόνι της Τουρκίας υπάρχει μια προοπτική στην λύση του κυπριακού (σε αυτή την συγκυρία), αλλά ο Ερντογάν ήταν στο πηδάλιο τα τελευταία 13 χρόνια. Ο Ερντογάν ήταν στο πηδάλιο όταν ηγέτης των Τ/Κ ήταν ο κομμουνιστής Ταλάτ και ο αδιάλλακτος Έρογλου, άρα  καθίσταται αυταπόδεικτο ότι όχι μόνο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως θερμός υποστηρικτής της λύσης (όπως την εννοούμε εμείς), αλλά πιθανότατα να μην αποτελεί καν  τον κύριο παίχτη που καθορίζει τις εξελίξεις στο κυπριακό. Επομένως , η  ξαφνική αυτή προσπάθεια για  εξιδανίκευσή του,  μόνο αδικαιολόγητη μπορεί να χαρακτηριστεί.  Από την μια είναι απόλυτα σεβαστό να γνοιαζόμαστε πρώτιστα για το συμφέρον της πατρίδας μας,  νοουμένου όμως  ότι αγωνιζόμαστε για το πραγματικό  και όχι για το παροδικό, εφήμερο αλλά από την άλλη είναι ανεπίτρεπτο να φτάσουμε στο σημείο να εναποθέτουμε όλες μας τις ελπίδες εκθειαζόμενοι ένα ηγέτη όπως ο Ερντογάν.  Δεν μπορεί να μένουν εκτός του πλαισίου της σκέψης μας, οι γνωστές ‘δημοκρατικές’ του  πρακτικές  και οι δεκάδες φρικαλεότητες,  με πιο πρόσφατο παράδειγμα την εκβιαστική/δολοφονική  πολιτική που εφαρμόζει στο προσφυγικό  συριακό πρόβλημα.

Δυστυχώς, οι αναλύσεις που προέρχονται από την ‘προοδευτική ιντελιγκέντσια ‘ της Κύπρου, επιλέγουν να μην αναφέρονται σε αυτές τις παραμέτρους ή να τις περνούν στο ντούκου και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό. Η κουλτούρα λύσης δεν επιτυγχάνεται με στάχτη στα μάτια, ούτε με κολυμβήθρες του Σιλωάμ. Η κουλτούρα  λύσης επιτυγχάνεται με καλοπροαίρετη ειλικρίνεια, με οδυνηρές παραδοχές (αλλά όχι αυτομαστιγωτικές) και αιχμηρές υποδείξεις (αλλά όχι ερειστικές).Η κουλτούρα της λύσης οφείλει να κτιστεί πάνω σε αλήθειες και όχι σε εργολαβίες  και προπαγάνδα. Γιατί η προπαγάνδα πάντα γυρίζει μπούμερανγκ.  Πάντα.

Πολύ συχνά λέγεται ότι το κλειδί  βρίσκεται στην Άγκυρα, κάτι που δεν είναι απόλυτα ακριβές. Η κλειδαρότρυπα ίσως να  βρίσκεται εκεί, αλλά σίγουρα το κλειδί βρίσκεται στην Ουάσινγκτον και το αντικλείδι στην Μόσχα. Γι’αυτό και εμείς, είναι προτιμότερο να σταματήσουμε να κάνουμε εκπτώσεις στην πολιτική μας ηθική και στις δημοκρατικές μας πεποιθήσεις και ευαισθησίες,  όντας ένας λαός που σε όλα τα διεθνή  fora, ο βασικός  πυλώνας της επιχειρηματολογίας μας είναι η ηθικολογία, και όχι αδίκως .

Ο Ταγίπ Ερντογάν,  παρ’ όλες τις εξάρσεις μεγαλομανίας και τα οθωμανικά του κατάλοιπα, παραμένει   ένας πολύ έξυπνος πολιτικός που αντιλαμβάνεται πλήρως την μοντέρνα διεθνή σκακιέρα, ξέρει να ελίσσεται, να στήνει παγίδες και να ακροβατεί. Απόδειξη αυτού είναι το παράδειγμα από τις πρόσφατες εκλογές  όπου κατάφερε να κατατροπώσει τους κεμαλιστές/εθνικιστές εκσφενδονίζοντας ένα άκρως αντικουρδικό, εθνικιστικό λόγο.  Με άλλα λόγια, τους κέρδισε με την δική τους ρητορική, στο δικό τους γήπεδο. Αυτό και πολλά άλλα παραδείγματα  πρέπει να έχει  η δική μας πλευρά συνέχεια κατά νου, ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τα δυο τρία δυνατά χαρτιά που ακόμα έχουμε.

Κυριότερα όμως, να μην βάλουμε τα χέρια μας, να βγάλουμε τα μάτια μας και εν τέλει αυτοβούλως να απολέσουμε  το πιο διαχρονικό μας όπλο,  που δεν είναι άλλο από το  μικρό αιχμηρό κεντρί που τσιμπά το διάφανο πέπλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης  και είναι σμιλεμένο από το μακάβριο δίκιο των τετελεσμένων μιας εισβολής και μιας κατοχής που έγινε εις βάρος μας.

Τέλος, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι με τον πρόσφατο απρόσμενο εκλογικό θρίαμβο του Ερντογάν ριζώνει για καλά, μια νέα εποχή για την τουρκική εξωτερική πολιτική η οποία υπόσχεται ‘αυτοκρατορία’ στους εθνικιστές και Ευρωπαϊκή Ένωση στους ευρωπαϊστές.  Μια διελκυστίνδα που προμηνύει πολλές αντιφάσεις και εγκυμονεί θανάσιμους κινδύνους, με τον Ερντογάν  να παρουσιάζεται πότε σαν Λουθήρος και πότε σαν Αλή Πασάς. Η δική μας πλευρά οφείλει να είναι καλά προετοιμασμένη και για τα δυο ώστε να μην προσκυνήσει με αφέλεια το φωτοστέφανο του πρώτου και ούτε να δείξει ασέβεια και αποστροφή στο φέσι του τελευταίου.

Με δυο λόγια η Τουρκία του Ερντογάν έχει ωριμάσει πολιτικά χωρίς  όμως να  έχει αλλάξει ουσιαστικά τις παραδοσιακές της επιδιώξεις . Αλίμονο αν δεν μπορέσουμε να αναγνώσουμε σωστά τα γεγονότα και φανούμε κατώτεροι της πολυπλοκότητας των περιστάσεων.

Οι γραμμές είναι τόσο λεπτές σε σημείου που η παραμικρή ολίσθηση δεν θα μπορεί να καλυφτεί , ούτε καν με την πιο σθεναρή πρωτοβουλία του μεγαλύτερου των επενδυτικών ταμείων.