Ο ρόλος των μέσων κοινωνικής δυκτίωσης στην διάδοση νέων μορφών σχολικού εκφοβισμού έχει απασχολήσει έντονα την κοινή γνώμη τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Ο διαδυκτιακός εκφοβισμός αποτελεί πλέον ένα σύγχρονο φαινόμενο της εποχής μας. Οι συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και της παροχής διαδυκτιακών υπηρεσιών ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του πλανήτη δημιουργούν νέες ανάγκες αναθεώρησης των μεθόδων προσέγγισης του θέματος, που μπορεί να περιλαμβάνει λεκτική ή και σωματική βία εντός ή εκτός του σχολικού χώρου λόγω χρώματος, φύλου, εθνικότητας, σεξουαλικού προσανατολισμού η/και ταυτότητας του φύλου, σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας ή και άλλων χαρακτηριστικών του ατόμου.
Πέραν όμως απο την κοινωνική πτυχή του ζητήματος, τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται με την εξελικτική ικανότητα και τη διεθνή καθολικότητα του Δικαίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απαιτούν μια ανάγκη θεσμοθέτησης ενός πλαισίου προστασίας και πρόληψης σε εθνικό επίπεδο, ουτως ώστε να διαφυλάσσεται το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, αλλά παράλληλα και η προστασία των μαθητών απο τακτικές που μπορεί να οδηγήσουν σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείρηση. Θα ήταν αρκετά δύσκολο, όμως όχι ακατόρθωτο να βρεθεί η «χρυσή τομή» μεταξύ των δυο αυτών βασικών ελευθεριών.
Τα προβλήματα που προκύπτουν απο την έλλειψη ουσιαστικής δράσης απο το κράτος έχουν τονιστεί επανελημμένα τόσο απο την Επίτροπο Διοικήσεως όσο και απο μη-κυβερνητικές οργανώσεις που γίνονται δέκτες και γνώστες τέτοιων περιστατικών. Η ανοχή των κρατικών υπηρεσιών και η έλλειψη συγκροτημένης πολιτικής έχουν αμεσο αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των μαθητών, καθώς και στο δικαίωμα στη μάθηση σε περιπτώσεις που το ζήτημα δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς, αφου ο μαθητής αναγκάζεται να ζεί και να λειτουργεί σε ένα εχθρικό περιβάλλον χωρίς ουσιώδη ασφάλεια. Σύμφωνα με το άρθρο 31 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού στην οποία η Κύπρος έχει προσχωρήσει την 7η Φεβρουαρίου 1991 και που έχει κυρωθεί με τους περί της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Κυρωτικούς) Νόμους του 1990 έως 2010, το δικαίωμα στην ανάπαυση και στις δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου οφείλεται να αναγνωρίζεται απο τα συμβαλλόμενα κράτη, επομένως χρειάζεται να τονιστεί έντονα ότι οι υποχρεώσεις των κρατικών υπηρεσιών τυγχάνουν εφαρμογής και εκτός του σχολικού χώρου.
Την 27η Ιουλίου του 2012, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών στις καταληκτικές παρατηρήσεις της για τη Νέα Ζηλανδία, εξέφρασε την ανησυχία της σχετικά με την επίπτωση του εκφοβισμού μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης («cyberbullying») στη χώρα που έχει στιγματίσει γυναίκες στο στάδιο της εφηβίας και κάλεσε την εφαρμογή χωρίς καθυστέρηση μιας εθνικής εκστρατείας για τη σημασία της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών σε μια δημοκρατική κοινωνία, την αύξηση της κατανόηση της έννοιας και του περιεχομένου της ουσιαστικής ισότητας των γυναικών καθώς και την εξάλειψη των αρνητικών στερεοτύπων που σχετίζονται με τους “παραδοσιακούς” ρόλους ανδρών και γυναικών στην οικογένεια και στην κοινωνία στο σύνολό της, σύμφωνα με άρθρα 2 (στ) και 5 (α) της Σύμβασης. Η συλλογή συστηματικών δεδομένων σχετικά με επιβλαβείς πρακτικές, συμπεριλαμβανομένου και του εκφοβισμού μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης καθώς και η εφαρμογή μέτρων, όπως εκστρατείες ευαισθητοποίησης στα σχολεία για αποφυγή τέτοιων πρακτικών στο μέλλον θεωρούνται μέτρα υψίστης σημασίας απο την Επιτροπή και χρειάζονται να ληφθούν και στην Κύπρο.
Αυτό που χρειάζεται να γίνει ως πρώτο βήμα είναι ένας δημόσιος διάλογος και μια λεπτή προσέγγιση του θέματος με την συμβολή μη-κυβερνητικών οργανώσεων που καταγράφουν περιστατικά νέων μορφών εκδήλωσης ρατσιστικής, ομοφοβικής, σεξιστικής ή και άλλων μορφών λεκτικής και σωματικής βίας, με στόχο την εξεύρεση λύσεων με μακροπρόθεσμα αποτελέσματα για την καταστολή του φαινομένου. Η αντιμετώπιση του θέματος απο τις κρατικές αρχές πρέπει να είναι άμεση και αποτελεσματική, αφού η καταπολέμηση του φαινομένου θα βελτιώσει δραστικά τη επίδοση των μαθητών και την πολυδιάσταση ανάπτυξη των κοινωνικο-πολιτιστικών δεξιοτήτων τους. Άλλωστε, η πρόληψη είναι καλύτερη απο την θεραπεία.
Γράφει: Ανδρέας Γιάνναρος