Και η κοινωνία και η πολιτεία στήριξαν τα δημόσια Πανεπιστήμια. Υπήρξαν πολύ γενναιόδωρες από τότε που τα ίδρυσε. Βέβαια η γενναιδωρία ήταν εύκολη γιατί τα Πανεπιστήμια αναπτύχθηκαν σε περίοδο παχιών αγελάδων.
Υπήρχαν πλεονάσματα και συνεπώς ήταν εύκολο για την πολιτεία να δαπανά για υποδομές και προσωπικό ό,τι περίπου ζητούσαμε. Διαχειρίστηκα τους προϋπολογισμούς όλων των δημόσιων Πανεπιστημίων για 12 χρόνια, ως Αντιπρύτανης και Πρυτανεύων του Πανεπιστημίου Κύπρου (1999-2002), ως Πρόεδρος της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου (2004-2008) και ως Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού (2008-2011). Σπανίως άκουσα όχι σε οικονομικό ή θεσμικό αίτημα των Πανεπιστημίων και ποτέ δεν το είπα ως Υπουργός. Κατά συνέπεια, ως ακαδημαϊκή κοινότητα, οφείλουμε πρώτα να αναγνωρίσουμε τη γενναιοδωρία και τη στήριξη της πολιτείας μέχρι τη φάση αυτή και στη συνέχεια να κατανοήσουμε ότι είμαστε ήδη σε μια πολύ διαφορετική φάση. Οι λόγοι και τα έργα της προηγούμενης φάσης δεν σχετίζονται πολύ με τις ανάγκες της φάσης στην οποία μπήκαμε.
Πρώτα απ’όλα, πρέπει να κατανοήσουμε το πολιτικό τοπίο στο οποίο λειτουργούμε. Στην Κύπρο υπήρξαν πολιτικές δυνάμεις εξαρχής εχθρικές προς την ιδέα του Πανεπιστημίου. Όταν έγινε το πολέμησαν λυσσαλέα. Οι δυνάμεις που το πολέμησαν τότε, με αφορμή την οικονομική κρίση, ανασυντάχθηκαν τώρα για να το μειώσουν ώστε να το αποδυναμώσουν, για τους ίδιους λόγους που δεν το ήθελαν να υπάρχει. Αυτές οι δυνάμεις σήμερα συγκυβερνούν μαζί με τις δυνάμεις που προτάσσουν τη μείωση των δημόσιων δαπανών. Έτσι το πολιτικό κλίμα είναι πολύ αρνητικό και πολύ θωλό γιατί οι πολιτικές δυνάμεις που θέλουν ένα αποδυναμωμένο πανεπιστήμιο επικαλούνται την αδήριτη ανάγκη της μείωσης των δαπανών και οι δυνάμεις που δεν έχουν πρόβλημα με το πανεπιστήμιο, αλλά έχουν ως προτεραιότητα τη μείωση των δαπανών, αφήνουν τους άλλους να κάνουν την βρώμικη δουλειά της απαξίωσης του Πανεπιστημίου. Έτσι όλοι πετυχαίνουν τους στόχους τους.
Εξάλλου, υπήρξαν πολιτικές δυνάμεις που στήριξαν ξεκάθαρα το δημόσιο Πανεπιστήμιο σε όλη τη διαδρομή του. Η σχέση των δυνάμεων αυτών, ειδικά με το Πανεπιστήμιο Κύπρου, τραυματίστηκε κατά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας εκατέρωθεν αστοχιών. Η ηγεσία του Πανεπιστημίου Κύπρου συχνά έβαλε την προσωπική στρατηγική πάνω από τα πραγματικά συμφέροντα του Πανεπιστημίου, ενισχύοντας το κλίμα της καχυποψίας και της αστοχίας. Όμως σήμερα, που τα πράγματα φτάνουν στο όριό τους, η ακαδημαϊκή κοινότητα και η ηγεσία της οφείλει να ξεχωρίσει τους συμμάχους της για χάρη του τόπου και να πορευτεί με αυτούς για να αποφύγει τις παγίδες στις οποίες την οδηγούν οι αντίπαλοί της, που θέλουν ένα αδύναμο Πανεπιστήμιο που θα διδάσκει ως άλλο ένα σχολείο, χωρίς να μετέχει στη δημόσια ζωή.
Η γλώσσα της ακαδημαϊκής κοινότητας δεν είναι πάντα πειστική και συχνά προσφέρει τροφή στον λαϊκισμό που τρέφει τις επιθέσεις εναντίον της. Η διαρκής επίκληση της θέσης του Πανεπιστημίου στα πρώτα 1000 του κόσμου ελάχιστους συγκινεί σε περιόδους φτώχειας, γιατί η φτώχια φέρνει και γκρίνια και φθόνο. Άλλωστε έχει μια υπερβολή καθώς επηρεάστηκε από την έλευση του Χρ. Πισσαρίδη. Είναι σημαντικό που ήρθε, αλλά το Nobel του συμβολίζει το Πανεπιστήμιο όπου έκανε το έργο για το οποίο βραβεύτηκε και όχι το εδώ Πανεπιστήμιο. Εμείς οφείλουμε να αναπτύξουμε τις συνθήκες που θα οδηγήσουν στο δικό μας Nobel. Ως προς τούτο, ένα μεγάλο μέρος ακόμη και του πολιτικού προσωπικού του τόπου δεν ενδιαφέρεται καν γι αυτή τη δραστηριότητα, γιατί το έργο των πανεπιστημίων, με εξαίρεση, ίσως, το διδακτικό έργο δεν σχετίζονται άμεσα με την καθημερινότητά μας. Η ακαδημαϊκή κοινότητα οφείλει να εξηγήσει και να δείξει στην κοινωνία και την πολιτεία πως το διεθνώς επιτυχές έργο των Πανεπιστημίων βελτιώνει την καθημερινότητα του κάθε πολίτη. Σας βεβαιώνω ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο έργο και τα δικά μας αυτονόητα δεν είναι καθόλου αυτονόητα για τους άλλους.
Εξάλλου, τα Πανεπιστήμια πρέπει να λειτουργήσουν ως κοινότητα και ως σύνθετο οικοσύστημα για να είναι παράγοντας ανάπτυξης του τόπου. Ένα Πανεπιστήμιο μόνο του δεν μπορεί να παίξει το ρόλο αυτό. Αφενός, το Πανεπιστήμιο Κύπρου οφείλει και να το κατανοήσει και να εργαστεί προς την καθεύθυνση της δημιουργίας του οικοσυστήματος γιατί διαφορετικά, σε μια μοναχική πορεία, είναι πολύ εύκολος στόχος, όπως έδειξαν τα πάθη των ημερών. Αφετέρου, τα άλλα Πανεπιστήμια οφείλουν να διεκδικήσουν και να κατοχυρώσουν τη θέση τους στη διαδικασία εκσυγχρονισμού του τόπου σε όλα τα επίπεδα της ακαδημαϊκής λειτουργίας, γιατί η επικέντρωσή τους στη διδασκαλία τα καθιστά τρωτά σε όλες της διακυμάνσεις της αγοράς και της πολιτικής που επηρεάζουν τη ζήτηση σπουδών.
Τα Πανεπιστήμια οφείλουν λοιπόν να εξηγήσουν σεμνά στον κόσμο, που τώρα θα τα πληρώνει στην κυριολεξία από το υστέρημά του, ότι αν η πολιτεία τα τιμήσει και τα στηρίξει, ειδικά τώρα, θα έχει ως ανταπόδοση την ανάκαμψη: την πολιτική, την κοινωνική, και την ηθική ανάκαμψη πρώτα απ’όλα και μετά την οικονομική. Ούτως η άλλως, το πρόβλημα στην Κύπρο είναι πρώτα απ’όλα πολιτικό και κοινωνικό και μετά ο,τιδήποτε άλλο. Ιδού η πρόκληση για την ακαδημαϊκή κοινότητα και την ηγεσία της. Μπορεί να πείσει ότι μπορεί πραγματικά να συμβάλει;
Γράφει: Ανδρέας Δημητρίου