Home CyprusViews Η «πληθυσμιακή μηχανική» της εισβολής. Του Νιαζί Κιζίλγιουρεκ

Η «πληθυσμιακή μηχανική» της εισβολής. Του Νιαζί Κιζίλγιουρεκ

Καθώς ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ολοκλήρωνε την καταγγελτική εναντίον της χούντας ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας την Παρασκευή 19 Ιουλίου, στο νησί η ώρα έδειχνε 22:30. Η τουρκική στρατιωτική επιχείρηση αναμενόταν να αρχίσει τις πρωινές ώρες της 20ης Ιουλίου του 1974, δηλαδή έξι-επτά ώρες μετά την ομιλία του ανατραπέντος προέδρου.

 


Γράφει: Νιαζί Κιζίλγιουρεκ

Η εισβολή ξεκίνησε το πρωινό της 20ης Ιουλίου του 1974. Αρχικά, έξι πεζοναύτες χτένισαν την ακτή Πέντε Μίλι (ή Πλατάνια όπως ήταν γνωστή παλαιότερα) στα παράλια της Κερύνειας όπου θα λάμβανε χώρα η αμφίβια επιχείρηση, για να διαπιστώσουν ότι δεν υπάρχει ναρκοπέδιο. Με την ολοκλήρωση της ανιχνευτικής δραστηριότητας, τα τουρκικά μαχητικά άρχισαν να βομβαρδίζουν προκαθορισμένους ελληνοκυπριακούς και ελληνικούς στόχους. Ο δείκτης του ρολογιού έδειχνε 6:20 και τα μαχητικά μαζί με τις βόμβες έριχναν και μια ανακοίνωση γραμμένη σε Ελληνικά και Τουρκικά: «Τα δικαιώματα της τιμής, της ζωής και της περιουσίας όλων, ανεξαρτήτως θρησκείας και φυλής, είναι εγγυημένα από τα τουρκικά στρατεύματα, σε κάθε μέρος που πατούν.»

Μια άλλη ανακοίνωση έλεγε τα εξής: «Προς τον Τουρκικόν και Ρωμέικον λαόν της Κύπρου: Σου φέρνουμε Ειρήνη, Αδελφότη και Ελευθερία.» Στο κάτω μέρος της υπήρχε η υπογραφή του διοικητή των «Τουρκικών Ειρηνευτικών Δυνάμεων στην Κύπρο». Σε ομιλία του το πρωινό της 20ης Ιουλίου, ο Ecevit δήλωσε «εμείς, στην πραγματικότητα πάμε στο νησί όχι για πόλεμο αλλά για την ειρήνη· για να φέρουμε την ειρήνη όχι μόνο στους Τούρκους αλλά και στους Ελληνοκυπρίους». Την ίδια στιγμή, ο Denktaş μιλούσε ζωντανά στο ραδιόφωνο Bayrak: «Αυτό δεν είναι εισβολή. Είναι μια προκαθορισμένη αστυνομική εκστρατεία που σκοπεύει να αποκαταστήσει την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την ασφάλεια της Κύπρου. (…) Καθήκον όλων μας είναι να μην απομακρυνθούμε από αυτόν τον στόχο, να αποτρέψουμε την αιματοχυσία και να φέρουμε το συντομότερο δυνατόν την ειρήνη στην Κύπρο. (…) Υποστηρικτής της ανεξάρτητης, νικηφόρου Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι το σύνολο των Κυπρίων». Όπως ο Ecevit δεν είχε πρόθεση να φέρει την ειρήνη στην Κύπρο, έτσι και ο Denktaş δεν νοιαζόταν για τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας του νησιού.

Αποβιβάζοντας τον στρατό της στο νησί, η Τουρκία έθεσε ως πρωταρχικό στόχο τη διαίρεση της Κύπρου στο πλαίσιο ενός προκαθορισμένου σχεδίου ενεργειών. Τη γεωγραφική θα ακολουθούσε η δημογραφική διαίρεση μέσω του υποχρεωτικού εκτοπισμού του ελληνοκυπριακού πληθυσμού. Μάλιστα, ο Τούρκος πρωθυπουργός, διατρανώνοντας «την πρόθεσή του για ειρήνη» στην Κύπρο, θα περιέγραφε το «όραμά» του για το νησί στην ομιλία «ειρήνης» που απηύθυνε στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση κατά τη μυστική συνεδρία της το πρωινό της 20ης Ιουλίου: «Είναι οπωσδήποτε αναγκαία η δημιουργία ενός νέου κρατικού καθεστώτος στην Κύπρο ή, ορθότερα, είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ξανά το κρατικό καθεστώς στο νησί. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα καθεστώς παρόμοιο ή πολύ διαφορετικό από το παλαιό…»

Καθώς ο τουρκικός στρατός αποβιβαζόταν στο νησί τον Ιούλιο του 1974, έθετε σε εφαρμογή το σχέδιο εκκαθάρισης της παραθαλάσσιας περιοχής στο βόρειο μέρος του νησιού από τους Ελληνοκυπρίους και της εγκατάστασης σε αυτήν Τουρκοκυπρίων. Με την ολοκλήρωση της Δεύτερης Εισβολής ο τουρκικός στρατός είχε πια φτάσει στην προκαθορισμένη γραμμή προώθησης. O Ecevit θα έλεγε σχετικά: «Καθώς διεξαγόταν η Επιχείρηση Κύπρος και ο τουρκικός στρατός σημείωνε μια μεγάλη και γρήγορη επιτυχία, εμείς μείναμε πιστοί στη γραμμή που θέσαμε εξαρχής.»

Είναι προφανές ότι η διαίρεση του νησιού και η ακριβής χάραξη της διαχωριστικής γραμμής είχαν προκαθοριστεί και οι τουρκικές στρατιωτικές κινήσεις έγιναν βάσει του συγκεκριμένου πολεμικού σχεδίου. Εν ολίγοις, κεντρική ιδέα της τουρκικής πολεμικής στρατηγικής στην Κύπρο ήταν η γεωγραφική διαίρεση του νησιού και η συνακόλουθη ολοκλήρωσή της με τη δημογραφική διαίρεση. Αναμφίβολα, αυτή η πολιτική συνοδεύθηκε και από μια «πληθυσμιακή μηχανική», η οποία, εφαρμοζόμενη, διασφάλιζε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων στον κυπριακό Βορρά θα εκδιωκόταν κατά τη διάρκεια του πολέμου και οι εναπομείναντες θα εκτοπίζονταν μετά τη λήξη του.

Πρώτιστος στόχος ήταν οι Ελληνοκύπριοι να εκδιωχθούν από τις εστίες τους. Είναι βέβαιο ότι η βία, ο φόβος και, σε αρκετές περιπτώσεις, οι βιασμοί συνέδραμαν καθοριστικά στη φυγή των Ελληνοκυπρίων. Από τα γεγονότα συνάγεται ότι στην τουρκική εισβολή του 1974 η τουρκική πλευρά εφάρμοσε μια πολιτική εθνοκάθαρσης η οποία, χωρίς να λάβει τη μορφή μιας βασισμένης στη μαζική εξόντωση «δολοφονικής, σφαγιαστικής εθνοκάθαρσης», ολοκληρώθηκε με την εκκαθάριση της βόρειας Κύπρου από τον ελληνοκυπριακό πληθυσμό της.