
Σε θυμάμαι από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, με θυμάσαι; Είμαι αυτός που στο θρανίο μου είχες γράψει «αδερφή». Ντροπή. Ντροπή; Δεν ήξερα γιατί, δεν ήμουν σαν εσένα, με τα κουτιά μου τακτοποιημένα, ό,τι έκανα πήγαινε στα χαμένα· έβρισκα παρηγοριά στα άλλα τα χαλασμένα· που ήταν περισσότερο σαν εμένα· που έραβαν τα τραύματα, που μάζευαν τα θραύσματα, που ήθελαν πολύ να πιστεύουν στα θαύματα μα ούτε σε αυτά δεν είχαν δικαίωμα. Κι…